Χρειαζόμαστε μια ακόμα τετραετία Μητσοτάκη

Είτε μπούμε και πάλι στο αμόκ της εκλογολογίας είτε όχι, ουσιαστικά βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο. Το αν θα είναι παρατεταμένη αυτό θα εξαρτηθεί πρωτίστως από το πώς θα λειτουργήσουν οι υπουργοί. Αν θα κατεβάσουν τα μολύβια - όπως είναι η έκφραση - ή αν θα συνεχίσουν κανονικά το έργο τους. Το τι θα κάνει η αντιπολίτευση, στην προκειμένη περίπτωση, ελάχιστη αξία έχει γιατί σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα τον τόνο τον δίνει πάντα η κυβέρνηση. 

Αν οι εκλογές διεξαχθούν στο τέλος της θητείας της κυβέρνησης, μας απομένουν οκτώ μήνες. Ήδη τα διλήμματα των εκλογών άρχισαν να τίθενται και δεν είναι ούτε περίεργο ούτε πρόωρο. Για να αντιληφθεί ο μέσος πολίτης το εύρος αυτών των διλημμάτων απαιτείται χρόνος πολύ περισσότερος από τις τριάντα ημέρες της προεκλογικής περιόδου. 

Φαίνεται πως η Νέα Δημοκρατία φωταγωγεί το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Τσίπρας». Τη βολεύει, γιατί η υπεροχή του πρωθυπουργού έναντι του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι συντριπτική σε όλους τους τομείς. Θα φανεί αν θα σταθεί αρκετό για να της δώσει την αυτοδυναμία.

Τις τελευταίες μέρες ο ίδιος ο Μητσοτάκης δήλωσε πως χρειάζεται μια οκταετία για να φανεί το κυβερνητικό έργο, χρειάζεται μια οκταετία για να αλλάξει η Ελλάδα. Και από τη σκοπιά του έχει δίκιο. Στην πρώτη τετραετία η Νέα Δημοκρατία δεν είχε τη δυνατότητα να εφαρμόσει πλήρως το πρόγραμμά της. Η διαχείριση της πανδημίας και των παρενεργειών τής ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, εκτός από πόρους άνω των 50 δισεκατομμυρίων, υποχρέωσε υπουργούς, πολιτικό προσωπικό και δημόσια διοίκηση, να δαπανήσουν χιλιάδες εργατοώρες για την αντιμετώπιση των δύο κρίσεων. Δύο κρίσεις απρόβλεπτες και συνεχόμενες, που παρόμοιες τους ουδεμία ελληνική κυβέρνηση γνώρισε. 

Συνεπώς, δικαιολογημένα ο πρωθυπουργός μπορεί να πει «ψηφίστε με για να εφαρμόσω πλέον χωρίς περισπασμούς το πρόγραμμά μου και βαθμολογείστε με για το πώς αντιμετώπισα τις δύο αυτές κρίσεις και πώς χειρίστηκα τις τουρκικές προκλήσεις». Φαίνεται πως η Νέα Δημοκρατία, εκτός από τον αέρα που της δίνουν οι δημοσκοπήσεις, έχει στη φαρέτρα της περισσότερα όπλα από τους αντιπάλους της, στο βαθμό που ο φαιός αντιπολιτευτικός λόγος τους δε βρίσκει ανταπόκριση πέραν του γνωστού, στενού κομματικού ακροατηρίου τους. 

Στη δεύτερη τετραετία - αν βεβαίως επαληθευθούν οι δημοσκοπήσεις - όλα τα μεγάλα έργα της κυβέρνησης είτε θα έχουν αποπερατωθεί είτε θα βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο κατασκευής τους, ενώ τα αποτελέσματα των μεγάλων ξένων επενδύσεων θα φανούν σε όλο το πλάτος της κοινωνίας, καθώς η ανεργία θα συρρικνωθεί σε επίπεδα αισθητά κάτω του 10%. 

Όλο αυτό το μελλοντικό σκηνικό, καθώς ήδη η κυβέρνηση έχει δώσει δείγματα γραφής στην πρώτη τετραετία, θα αποτελέσει ένα ισχυρό προεκλογικό όπλο, θα στηρίξει το κεντρικό σύνθημα για μια άλλη Ελλάδα, χωρίς μιζέρια, χωρίς ανέργους, με ανάπτυξη και επενδύσεις. Σε έναν τέτοιο πολιτικό λόγο πολύ δύσκολα θα σταθούν απέναντί του οι ύβρεις, η σκανδαλολογία, η φαιά προπαγάνδα και κυρίως πολύ δύσκολα θα αντέξει η αξιωματική αντιπολίτευση τη σύγκριση των πεπραγμένων της με τα πεπραγμένα της σημερινής κυβέρνησης.