Το βιβλίο του καθηγητή Θανάση Διαμαντόπουλου «Οι πρωθυπουργοί της Μεταπολίτευσης: Μία περίοδος – Δέκα πρωθυπουργοί – Έντεκα πρωθυπουργίες» κυκλοφορεί την Πέμπτη 13/11 από τις εκδόσεις Μετέχμιο.
«Εικονοκλάστης, ανατρεπτικός, διεισδυτικός, χρήσιμα παρεμβατικός, ανένδοτα υποκειμενικός, αλλά ταυτόχρονα και βαθιά αντικειμενικός, με γλώσσα γλαφυρότατη και γραφή καταιγιστική, ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος ρίχνει μια ανατομική ματιά στη Μεταπολίτευση και τους πρωθυπουργούς της που δεν θα περάσει απαρατήρητη. Δεν αποκλείεται δε να γίνει και σημείο αναφοράς στο μέλλον…»
Πάνος Λαζαράτος
Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου
Ο ίδιος ο συγγραφέας διερωτάται ωστόσο:
Πρόκειται άραγε για μια ψυχρή «ανατομική ματιά» ενός πολιτικού επιστήμονα, που κάνει και ιστορική έρευνα, πάνω στο έργο και το ιστορικοπολιτικό αποτύπωμα των δέκα πρωθυπουργών της Μεταπολίτευσης; Μέσω δε αυτών, για μια συνολική «ακτινοσκόπηση» της περιόδου; Ή πρόκειται για μια παρέμβαση στις εξελίξεις από έναν ενεργό πολίτη, ο οποίος καταγγέλλει ατοπήματα ανθρώπων που πρωθυπούργευσαν και αναδεικνύει παθογένειες καταστάσεων που –πιθανόν και εξαιτίας τους– κακοφόρμισαν, με στόχο να έχει κάποια συμβολή στη βελτίωση της τρέχουσας πολιτικής πραγματικότητας;
Κωνσταντίνος Καραμανλής
[…] και στην εσωτερική πολιτική εν πολλοίς αρίστευσε ο, κατά τον πάγιο προδικτατορικό χαρακτηρισμό της εφημερίδας Εστία, «χωρικός από το Κιουπκιόι»: Αριστοτεχνική υπήρξε η εκ μέρους του διαχείριση και επίλυση του πολιτειακού ζητήματος, το οποίο είχε ταλαιπωρήσει και ταλανίσει την πολιτική ζωή της χώρας, τουλάχιστον από το 1915˙ αφότου δηλαδή οι συνθήκες του Εθνικού Διχασμού -ανεξαρτήτως δε του δικαίου ή του άδικου, σε επίπεδο θεσμικό, διεθνοπολιτικό και εσωτερικής πολιτικής, καθενός εκ των πρωταγωνιστών του- είχαν στερήσει στον μοναρχικό θεσμό, ειδικότερα δε στη βασιλεύσασα δυναστεία, τον υπερκομματικό χαρακτήρα που είναι απαραίτητος για να μπορεί ένας κληρονομικός ανώτατος άρχων να επιτελεί τον ρόλο του κατά τον προσήκοντα στο κοινοβουλευτικό σύστημα τρόπο.
[…]
Ωστόσο κάποιοι -μάλιστα όχι αντικαραμανλικοί, για παράδειγμα και ο μετέπειτα υπουργός Οικονομικών σε κυβέρνηση του δεύτερου Καραμανλή Γιώργος Αλογοσκούφης- αναφέρουν, επίσης προς μομφή του μεγάλου Μακεδόνα πολιτικού, το ρεύμα κρατικοποιήσεων, το οποίο από κάποιους απεκλήθη «σοσιαλμανία», σφράγισε δε τις μεταδικτατορικές κυβερνήσεις του. Κρατικοποιήσεις πρωτίστως μεγάλων χρηματοπιστωτικών αλλά και συγκοινωνιακών/μεταφορικών οργανισμών, με πλέον εμβληματικές εκ των αναφερόμενων περιπτώσεων την Εμπορική Τράπεζα του Στρατή Ανδρεάδη -στην οποία καταλογίστηκε πολύ επιλεκτική, μη προάγουσα την ανάπτυξη της χώρας, χρηματοδότηση επιχειρήσεων- και την Ολυμπιακή του Αριστοτέλη Ωνάση˙ επιλογές, οπωσδήποτε, αμφότερες με αμφιλεγόμενα τόσο κίνητρα όσο και αποτελέσματα, ειδικά δε για την Εμπορική Τράπεζα και με σαθρή πιθανόν νομική βάση.
Ανδρέας Παπανδρέου
Όλα αυτά αναμφιβόλως υπονόμευσαν βάναυσα τη δημοσιονομική υγεία της χώρας. Είχαν, δε, σημαντική, κατά την κρίση μου, συμβολή στην ουσιαστική πτώχευση των αρχών της δεκαετίας του 2010, επί των πρωθυπουργικών ημερών του γιου του, αφού, ως γνωστόν, «αμαρτίαι γονέων…». [Ίσως δεν είναι τυχαίο πως στις δύσκολες ημέρες του 2011 ο Γιώργος Παπανδρέου επέλεξε την 30ή επέτειο της πρώτης εκλογικής νίκης του ΠΑΣΟΚ, εκείνης της 18ης Οκτωβρίου 1981, για να ασκήσει, με άρθρο του στην Καθημερινή, μια συνολική (αυτο)κριτική για τη διαχρονική πολιτική του «Κινήματος». Εκεί με ιδιαίτερη σφοδρότητα κατήγγελλε την ενδοτικότητα προς τις συντεχνίες, την πρόταξη του ειδικού συμφέροντος έναντι του γενικού καλού, τις πελατειακές δομές, την ανοχή στην ανομία, την παραοικονομία και τον κρατισμό!]
Κώστας Καραμανλής
Πάντα ξεχώριζε ως εξαιρετικά χαριτωμένο άτομο, με πολλά στοιχεία ανθρώπινης ποιότητας: προσηνής, ανεπιτήδευτα απλός, βαθιά δημοκρατικός, ευφυής, ελκυστικός, γοητευτικός ως χαρακτήρας, μοναδικός ως παρέα. Επίσης, δε, χωρίς την οποιαδήποτε έπαρση για το βαρύ του όνομα. Το τελευταίο δεν είναι ούτε εύκολα διαχειρίσιμο ούτε αυτονόητο, οπωσδήποτε δε δεν ήταν τότε ο κανόνας, για όλους εκείνους που ο Γεώργιος Παπανδρέου πιθανότατα θα είχε τάση να αποκαλέσει «αχθοφόρους μεγάλου ονόματος».
[Αυτό μπορεί να αναδειχθεί από κάποια a contrario παραδείγματα. Χαρακτηριστικά:
[…]
Θυμάμαι λοιπόν ακόμη τη σκηνή με τον Μιχάλη Λιάπη να χαιρετά τους συγκεντρωμένους υψώνοντας τα χέρια προς τον ουρανό, και τα μεγάφωνα συνεχώς να κραυγάζουν: «Και τώρα θα σας μιλήσει ο ανιψιός του Εθνάρχη»! Το επανέλαβαν τόσο πολλές φορές που, προφανώς εκνευρισμένος, ο επίσης τότε υποψήφιος βουλευτής της Β΄ Αθηνών Μάκης Γιακουμάτος, όταν διαδέχτηκε στο βήμα τον «ανιψιό του Εθνάρχη», ξεκίνησε τη δική του ομιλία με τις λέξεις: «Τώρα θα σας μιλήσει ο γιος της Κυρα-Παναγιώταινας, της παγοπώλισσας»… […] ]
Παράλληλα, αν και μόλις 40χρονος όταν ανέλαβε την ηγεσία της ΝΔ, υπήρξε αναμφίβολα επιτυχής ως αρχηγός κόμματος: ικανός να διεγείρει πλήθη και να κολακεύει τον κομματικό πατριωτισμό, χωρίς να παράγει ακραίο παραταξιακό φανατισμό ή να ενδίδει στον εκχυδαϊσμό των πολιτικών αντιπαραθέσεων. Μάλλον τον πολιτικό πολιτισμό υπηρέτησε με συνέπεια και ευσυνειδησία. Θυμάμαι, π.χ., πόσο έντονα «έβαλε πάγο» σε στενούς συνεργάτες του, που προσπάθησαν να αναδείξουν, να αξιοποιήσουν πολιτικά και να διακωμωδήσουν τα κραυγαλέα γλωσσικά ατοπήματα του αντιπάλου του, Γιώργου Παπανδρέου, στη μεταξύ τους προεκλογική τηλεμαχία, όπως π.χ. το «μηδέν εις το πηλήκιον», «πάση Θεού» κ.λπ.
[…] ο τότε πρωθυπουργός, καθώς και ο υπουργός του επί των Εσωτερικών Προκόπης Παυλόπουλος, είχαν διαβεβαιώσει τους Έλληνες ότι είχαν ληφθεί όλα τα αναγκαία μέτρα για την αντιπυρική θωράκιση της χώρας κατά την περίοδο του θέρους. (Φαίνεται πως με τις θωρακίσεις και τις θωρακισμένες καταστάσεις ο Καραμανλής δεν ήταν ιδιαίτερα τυχερός…) […]
Ωστόσο…
[…]
Υπήρξε, πιστεύω, ο πρωθυπουργός της απραξίας. Και σε διαχειριστικά ζητήματα και σε θέματα -μη- προώθησης απαραίτητων θεσμικών μεταρρυθμίσεων. […]
Το μη αμφισβητήσιμο είναι πάντως πως στην εσωτερική πολιτική, ως κυβερνήτης και πηδαλιούχος του εθνικού σκάφους, υπηρέτησε πιθανόν όσο κανένας άλλος τη λογική της «χαζοχαρούμενης δημοσιονομίας» […] θα έπρεπε να δουν το «φως του ήλιου» και τα «γαλάζια παιδιά» […].
Κυριάκος Μητσοτάκης
Επί των ημερών Μητσοτάκη, ιδίως κατά την πρώτη τετραετία, επανειλημμένα η Ελλάς λειτούργησε ως παίκτης και όχι ως παίγνιο του διεθνούς συστήματος… Ως σθεναρός διαμορφωτής των εξελίξεων και όχι ως ασθενής προς εισαγωγή στο χειρουργείο… Ως παρεμβαίνων ή προτείνων λύσεις στην κοινότητα και όχι ως πρόβλημα προς επείγουσα διαχείριση… Ως ικανός να επηρεάσει εξελίξεις παράγων και όχι ως ικέτης παραγωγός δυσλειτουργιών…
[…]
Η ταύτιση προεδρικής και κυβερνητικής πλειοψηφίας συνιστά επιλογή η οποία -πέραν του ότι συνιστά έκπτωση και οπισθοδρόμηση στο μεταπολιτευτικό κεκτημένο συναίνεσης επί θεσμικών ζητημάτων- μικραίνει πολιτικά τον αρχηγό του κράτους.
[…]
Αυτό πλέον του ότι η νεοεισαχθείσα θεσμική αρχιτεκτονική, σε συνδυασμό με την διαμορφωμένη εκλογική αριθμητική και τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς που αυτή παρήγαγε, αλλά και την πρακτική που εφαρμόζεται, οδηγούν στο πιο συγκεντρωτικό μοντέλο εξουσίας που γνώρισε ποτέ η χώρα μας στις δημοκρατικές περιόδους της διακυβέρνησής της. Αφού από μόνη ουσιαστικά τη βούληση του πρωθυπουργού -λειτουργούντος ως «αιρετού απόλυτου μονάρχη»- εξαρτώνται πλέον […]
[Η] χαρακτηρολογική έπαρση, το στοιχείο αυτό της προσωπικότητάς του φαίνεται πως κατέστη πιο έντονο στην πορεία του χρόνου. […] Χαρακτηριστικό είναι επίσης πως κάποια στιγμή, αγορεύοντας στη Βουλή, «κατηγόρησε» τον Αλέξη Τσίπρα για μη τη φοίτησή του σε καλά πανεπιστήμια του εξωτερικού, «αν και είχε την οικονομική δυνατότητα»˙ λες και οι δύο ήταν ανταγωνιστές για έδρα στην Ακαδημία Αθηνών! Κάτι που επέτρεψε στον τότε πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, σε άλλη συγκυρία, να τον διορθώσει -εικάζω: μετά από παρέμβαση κάποιου συμβούλου του- πως δεν ήταν ο Ρουσσώ, αλλά ο Μοντεσκιέ που θεμελίωσε τη θεωρία της διάκρισης των εξουσιών. Ενώ όταν ο ηγέτης της βασικής κομματικής έκφρασης της ελληνικής συντηρητικής παράταξης διέπραξε πρόσφατα δύο γλωσσικά ατοπήματα -γράφοντας στο βιβλίο επισκεπτών του Αγίου Όρους […]- στο διαδίκτυο έγινε κυριολεκτικά «πάρτι».
[…]
Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα ή το «άθλημα» της ταπεινότητας, τουλάχιστον της ταπεινοφροσύνης.
* Επί πολλές δεκαετίες πανεπιστημιακός δάσκαλος στην Ελλάδα και για ένα διάστημα στη Γαλλία, ο Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας μεγάλου αριθμού έργων πολιτειολογίας, συγκριτικής μελέτης πολιτευμάτων και συστημάτων διακυβέρνησης, κομματικών και εκλογικών συστημάτων, καθώς και νεότερης ή σύγχρονης πολιτικής ιστορίας. Έχει επίσης συγγράψει ιστορικά μυθιστορήματα.
