«Η σκοτεινή νύχτα της ψυχής, που είναι πάντα τρεις το πρωί»: Η ομολογία μιας πτώσης

«Η σκοτεινή νύχτα της ψυχής, που είναι πάντα τρεις το πρωί»: Η ομολογία μιας πτώσης

Η «κατάρρευση» (1936), προφητικό βιβλίο εφόσον τέσσερα χρόνια μετά ο F.Scott Fitgerald πέθανε μόλις στα 44 του χρόνια, προσωπικός επικήδειος, αποτελεί την εξομολόγηση ενός ανθρώπου που έχει τελειώσει με τη ζωή, αφού ανέβηκε αστόχαστα σαν τον Δαίδαλο πρώτα ψηλά στον ήλιο. Αποτελώντας τον αποχαιρετισμό ενός ανθρώπου, ενός κόσμου, μιας εποχής, αυτής της εποχής της τζαζ και του αμερικάνικου ονείρου.

F. Scott Fitzgerald «Η κατάρρευση», Μετάφραση: Άρης Μπερλής, σελ. 64

Ένας από τους λαμπρότερους και τραγικότερους εκπροσώπους της «χαμένης γενιάς», όπως την αποκάλεσαν, και του χαμένου αμερικάνικου ονείρου που έληξε καταστροφικά κι απότομα με το περίφημο κραχ του 1929 στην Αμερική (γι’ αυτό έγραψε τον «Θάνατο του εμποράκου» ο Άρθουρ Μίλερ), ο Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ υπέγραψε κυριολεκτικά με την ψυχή και το αίμα του εκείνη την εποχή, και το πλήρωσε με οικογενειακή και προσωπική κατάρρευση αφήνοντας πίσω του ένα από τα διασημότερα δοκίμια της λογοτεχνίας.

«Το ράγισμα» σε μετάφραση Γιάννη Λάμψα που κυκλοφόρησε το 2010 από τις Ροές, «Το σπάσιμο» σε μετάφραση Μανόλη Σαββίδη το 1996 και πρόσφατα «Η κατάρρευση» σε μετάφραση Άρη Μπερλή από την Άγρα, αποτελούν μαζί με το «Ένα δικό της δωμάτιο» της Βιρτζίνια Γουλφ τα διασημότερα δοκίμια της παγκόσμιας γραμματολογίας.

«Η Κατάρρευση (The Crack-up), που δημοσιεύτηκε το 1936 στο περιοδικό Esquire, είναι αυτοβιογραφικό δοκίμιο ωμής ειλικρίνειας, όπου συνυπάρχουν αυτοοικτιρμός και υπερηφάνεια» όπως σημειώνει ο μεταφραστής στον πρόλογό του.

«Κείμενο πικρό, που δεν του λείπει το χιούμορ, καταγράφει “τη σκοτεινή νύχτα της ψυχής, που είναι πάντα τρεις το πρωί, κάθε μέρα”. Στην Κατάρρευση κυριαρχεί η αίσθηση της χρεοκοπίας, της αποτυχίας, της απογοήτευσης, της απομάγευσης του κόσμου, της πρόωρης ψυχολογικής γήρανσης (που είναι το άλλο όνομα της ωριμότητας), της πικρίας, της απελπισίας, αλλά και της νοσταλγίας, της απώλειας όχι του παραδείσου αλλά της πεποίθησης ότι ο παράδεισος είναι εφικτός.»  

«Και βέβαια η ζωή όλη είναι μια διαδικασία κατάρρευσης, αλλά τα πλήγματα που την κάνουν δραματική –τα μεγάλα, ξαφνικά πλήγματα που έρχονται, ή φαίνεται να έρχονται απ’ έξω, αυτά που θυμάσαι και τα θεωρείς αιτία όλων των δεινών και, σε στιγμές αδυναμίας, τα λες στους φίλους σου– δεν δείχνουν τις συνέπειές τους αμέσως. Υπάρχει κι ένα άλλο είδος πλήγματος που έρχεται από μέσα –που δεν το νιώθεις παρά μόνο όταν είναι αργά πια για να κάνεις κάτι, ωσότου συνειδητοποιήσεις κάτι ανέκκλητο– ότι από μια άποψη ποτέ δεν θα είσαι ξανά ο άνθρωπος που ήσουν.

Τα πλήγματα του πρώτου είδους φαίνεται να συντελούνται γρήγορα, αλλά του δευτέρου είδους συντελούνται χωρίς να το καταλάβεις, μολονότι συνειδητοποιούνται ξαφνικά. Η δική μου ευτυχία στο παρελθόν έφτασε συχνά σε τέτοια έκσταση που δεν μπορούσα να τη μοιραστώ ακόμη και με το πιο αγαπημένο μου πρόσωπο [...] και νομίζω ότι η ευτυχία μου, η το ταλέντο μου για αυταπάτη ή ό,τι άλλο θέλετε, ήταν μια εξαίρεση. Δεν ήταν το φυσικό πράμα αλλά το αφύσικο – τόσο αφύσικο όσο και το Μπουμ της ευημερίας. Και η πρόσφατη εμπειρία μου είναι παράλληλη με το κύμα της απελπισίας που σάρωσε το έθνος όταν το Μπουμ κατέρρευσε.»

Από τα διασημότερα αποσπάσματα συνοψίζει την άνοδο και την πτώση, την ακμή και την παρακμή μιας ζωής εκφράζοντας ωστόσο μιαν εποχή και ένα ολόκληρο κόσμο που καταρρέει κι αλλάζει.

Εξάλλου «Το να γλεντά κανείς δεν είναι παρά μια μορφή αυτοκτονίας», έγραφε στον «Μεγάλο Γκάσμπι» του ο αυτοκαταστροφικός Φ.Σ.Φιτζέραλντ.

Το ζεύγος Φιτζέρλαντ

«Μαμά, μήπως γερνά κανείς στον ύπνο του;»
Από παιδάκι, στην Αλαμπάμα του Νότου, η Ζέλντα Σέιερ, κόρη του δικαστή Σέιερ, ρωτούσε με αγωνία τη μαμά Μίνι και μόνο αυτό φοβόταν: μήπως γεράσει. Γι’ αυτό, εξάλλου, και δεν γέρασε ποτέ. Σχεδόν δεν… κοιμήθηκε ποτέ!

Αξιώθηκε όμως τη Μεγάλη Συνάντηση. Με τον νεαρό αξιωματικό τότε από τη Μιννεζότα και μετέπειτα διάσημο συγγραφέα Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ. Μαζί θα ζήσουν μια παθιασμένη σχέση και μια πολυτάραχη ζωή, δυο οδοστρωτήρες, λαμπεροί και αυτοκαταστροφικοί μέχρι υπερβολής. «Καμένοι» κυριολεκτικά απ’ τα πολλά τους ταλέντα.

Ο γάμος τους και η παραμονή τους στη Νέα Υόρκη, τα αλλεπάλληλα ταξίδια στην Ευρώπη, η διαμονή τους στην Κυανή Ακτή, στο ακρωτήριο της Αντίμπ, στη Βενετία, στη Ρώμη, στο Λονδίνο, στο Παρίσι, το χρηματιστηριακό κραχ και η επιστροφή στην Αμερική. Οι χοροί και τα πάρτυ, οι μεγάλες παρέες, η φιλία του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ με τον Χέμινγουαίη, το Χόλυγουντ, τα σενάρια, η σχιζοφρένεια της Ζέλντα, ο εγκλεισμός, τα ιδρύματα, η θυελλώδης τους σχέση αλλά και η συγγραφή: Το πρώτο βιβλίο «Η άλλη πλευρά του Παραδείσου» που εκδόθηκε όταν ήταν μόλις 24άρων και εν μια νυκτί τον έκανε διάσημο, τα διηγήματα που έγραφε πολλές φορές για να επιζήσουν.

«Ο μεγάλος Γκάτσμπυ» που τον καθιέρωσε, το μυθιστόρημα «Τρυφερή είναι η νύχτα» που της προκάλεσε τον μεγάλο νευρικό κλονισμό, οι προσπάθειες της να αφοσιωθεί στον χορό, στη ζωγραφική, στη γραφή ύστερα, η δική του εντιμότητα να πληρώνει τα ακριβότερα ιδρύματα μέχρι την τελευταία στιγμή, τα ταξίδια, η Αμερική, το αμερικάνικο όνειρο και η «χαμένη γενιά της τζαζ» που αυτός επινόησε, η αναλαμπή ό,τι όλα είναι εφικτά, και η ευτυχία, εν τω μέσω δυο μεγάλων πολέμων, το εφήμερο της νιότης, της νίκης, της λάμψης, αυτής καθ’ εαυτής της ανθρώπινης ζωής. Ο αλκοολισμός του, η δική της κατάρρευση μέχρι εσχάτων. Ο θάνατός του με τον «Τελευταίο μεγιστάνα» ημιτελή. Ο τελευταίος εγκλεισμός της σε ίδρυμα και το μυθιστορηματικό της τέλος, ξαφνικά από μια αψυχολόγητη, αδικαιολόγητη πυρκαγιά. Η νοσοκόμα, για αδιευκρίνιστους λόγους της είχε κλειδώσει το δωμάτιο.

Όλα αυτά στη «Κατάρρευση» είναι σαν να έχουν συμπυκνωθεί, έτσι ώστε να αποτελεί το κουκούτσι μιας απονενοημένης, ωστόσο ένδοξης και μοιραίας διαδρομής, που υπήρξε κοινή για τους ανθρώπους αυτής της ξεχωριστής εποχής.

Η ζωή του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ

Γεννημένος το 1896 στο Σαιντ Πωλ της Μινεσότα σε καθολική και ευκατάστατη οικογένεια, άρχισε να γράφει από πολύ νωρίς. Όταν οι ΗΠΑ μπαίνουν στον πόλεμο το 1917 κατατάσσεται στον στρατό, υπηρετώντας τη διετή θητεία του στην Αμερική, και γνωρίζει τη Ζέλντα Σέαρ, η οποία αρνείται να τον παντρευτεί λόγω δικής του έλλειψης χρημάτων. Το 1920 όμως κυκλοφορεί το πρώτο του μυθιστόρημα (This Side of Paradise) που θα σημειώσει μεγάλη επιτυχία· ο γάμος με τη Ζέλντα γίνεται αμέσως.

Ο Φιτζέραλντ, επαγγελματίας πλέον συγγραφέας, συνεργάζεται και με διάφορα περιοδικά, συνεργασία που θα ήταν επικερδής αν οι δαπάνες του ζεύγους δεν ήταν αυξημένες εξαιτίας της πολυτελούς ζωής τους. Το δεύτερο μυθιστόρημα του Φιτζέραλντ, The Beautiful and the Damned, περιγράφει ακριβώς ένα ζευγάρι που ζει μες στην τρυφηλότητα και στον ηδονισμό. Λίγο μετά τη γέννηση του μοναδικού τους παιδιού θα κυκλοφορήσει το σπουδαιότερο μυθιστόρημά του, Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ.

Η σπάταλη ζωή, οι συνεχείς μετακινήσεις (ταξίδευαν από πόλη σε πόλη της Ευρώπης και διέμειναν σε οκτώ πολιτείες των ΗΠΑ), καθώς και η θυελλώδης σχέση των Φιτζέραλντ επιβάρυναν την υγεία και των δύο: Ο Φιτζέραλντ αντιμετώπιζε ολοένα σοβαρότερο πρόβλημα αλκοολισμού και η Ζέλντα, μετά από αρκετούς νευρικούς κλονισμούς, διεγνώσθη εντέλει ότι πάσχει από σχιζοφρένεια.

Ωστόσο, ο Φιτζέραλντ κατόρθωσε να τελειώσει και να εκδώσει το 1934 το τέταρτο μυθιστόρημά του, Tender is the Night, με πληθώρα αυτοβιογραφικών στοιχείων· αποτελεί και αυτό χρονικό μιας αποτυχίας η πολλαπλών αποτυχιών. Ο Φιτζέραλντ πέθανε το 1940 στα σαραντατέσσερά του, από καρδιακή προσβολή.

Η ομολογία της πτώσης

«Το καπέλο του θαυματοποιού ήταν άδειο. Το ότι έβγαζα πράγματα από το καπέλο για πολύ καιρό ήταν ένα ταχυδακτυλουργικό κόλπο και τώρα, για να αλλάξουμε τη μεταφορά, είχα διαγραφεί για πάντα από τα μητρώα των επιδοματούχων της κοινωνικής μέριμνας»

«…είχα μια ξαφνική αίσθηση ότι έπρεπε να είμαι μόνος. Δεν ήθελα να βλέπω άλλους. Είχα δει τόσο πολλούς στη ζωή μου – ήμουν άνθρωπος μέσης κοινωνικότητας, αλλά είχα ιδιαίτερα ανεπτυγμένη την τάση να ταυτίζω τον εαυτό μου, τις ιδέες μου, τη μοίρα μου, με όσους ερχόμουν σε επαφή, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξεως»

«Ένας άλλος εκπροσωπούσε αυτό που για μένα συνιστούσε την “καλή ζωή”, αν και τον είδα μόνο μια φορά σε δέκα χρόνια και από τότε μπορεί και να τον καταπιεί η γη {…} Δεν υπήρχε λοιπόν πια ένα “Εγώ” –δεν υπήρχε μια βάση πάνω στην οποία μπορούσα να οργανώσω τον αυτοσεβασμό μου–, εκτός από την απεριόριστη ικανότητα για μόχθο την οποία φαινόταν να κατέχω πια».

Στην «Κατάρρευση» ο αναγνώστης έρχεται σε επαφή με έναν άνθρωπο σε αποδόμηση και αποδρομή, παραδομένο ήδη στην τρικυμία της ψυχής, αποτελεί ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο-κραυγή εκείνου που πνέει τα λοίσθια, η κατάρρευση είναι ολοκληρωτική κι όλα αυτά δεν είναι πια παρά η ηχώ της έκτακτης ανάγκης.

Ωστόσο, τα αντιπροσωπευτικά έργα, τα αριστουργήματα, όλα κάπως έτσι δεν έχουν γραφτεί; (Κάφκα) Κατά συνέπεια, τελειώνοντας το πικρό βιβλίο δεν γίνεται παρά να τους ξαναλατρέψει κανείς: Ζέλντα και Φράνσις Σκοτ, το ζεύγος Φιτζέραλντ. Μέχρι τελικής πτώσεως.

Διότι ακόμα και στον απόηχο της πτώσης θα αντηχεί πάντα η ιστορία ενός παράφορου έρωτα, το χρονικό μιας σημαντικής εποχής, το «αμερικάνικο όνειρο» και η «χαμένη γενιά» που έγινε από κείνον, λογοτεχνικό ρεύμα, είδος. Μαύρο παραμύθι. Του συγγραφέα ο οποίος είδε ή ονειρεύτηκε κάποια στιγμή και την «Άλλη όψη του παραδείσου» (1920).