Η λογοτεχνική πτυχή του φυσικού Πίτερ Χιγκς

Η λογοτεχνική πτυχή του φυσικού Πίτερ Χιγκς

Βυθισμένος σε σημειώσεις, περνούσε ατελείωτες ώρες σε βιβλιοθήκες, περπατούσε στο φυσικό περιβάλλον, θεωρούσε ότι διακατεχόταν από μία τρόπον τινά υποβόσκουσα ανικανότητα και πως εάν δεν είχε προταθεί για Νόμπελ το 1980, θα είχε απολυθεί, καθότι είχε την εντύπωση ότι δεν ήταν αρκετά παραγωγικός. Μα εκείνος δεν ήταν παρά διαφορετικός από τους υπόλοιπους, ένας ντροπαλός άνθρωπος που αντιπαθούσε τη φασαρία και αναζητούσε την ηρεμία.

Οι επιστήμονες γνώριζαν και γνωρίζουν τον Πίτερ Χιγκς (Peter Higgs, 1959-2024). Οι υπόλοιποι –μη επιστήμονες– αν δεν είχαμε κάποια επαφή με το αντικείμενο, είχαμε πολλάκις διαβάσει και ακούσει το όνομά του να επαναλαμβάνεται στο δημόσιο λόγο από το 2008 και εντεύθεν, οπότε και είχε ξεκινήσει στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Πυρηνικών Ερευνών (CERN), στα γαλλοελβετικά σύνορα, το πείραμα για την εξακρίβωση της θεωρίας του, ότι το μποζόνιο Χιγκς συνέβαλε στη σύνδεση του σύμπαντος δίνοντας στα σωματίδια τη μάζα τους.

Ο ίδιος, είχε ανακαλύψει τη θεωρία του ενώ περπατούσε στο Κέιρνγκορμς, ένα Σαββατοκύριακο του 1964. Έκτοτε, απομονώθηκε σε ένα κτίριο, τόσο απορροφημένος στην έρευνα για τη σωματιδιακή φυσική που όταν γεννήθηκε ο πρώτος του γιος βρισκόταν χιλιόμετρα μακριά σε μια πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, και τόσο απομακρυσμένος από τη σύγχρονη πραγματικότητα που έως τα 84 του χρόνια δεν είχε τηλεόραση ούτε κινητό τηλέφωνο, ενώ είχε αποκτήσει τον πρώτο του υπολογιστή μόλις στα 80α γενέθλιά του.

Την ημέρα της ανακοίνωσης του Νόμπελ Φυσικής (2013) δεν ήταν στο σπίτι για να δεχτεί το τηλεφώνημα, και όταν ένας πρώην γείτονας σταμάτησε να τον συγχαρεί στο δρόμο, η πρώτη του απάντηση ήταν ένα απορημένο: «Ποιο βραβείο;». Νιώθοντας ντροπή που είχε ξεχωρίσει ανάμεσα σε τόσους άλλους άξιους υποψηφίους, ο πιο αγαπητός επιστήμονας της Βρετανίας είχε αναχωρήσει για τη Στοκχόλμη για να παραλάβει το βραβείο του και ανοιγόκλεινε τα μάτια του με ευγενική απορία σαν τον συναντούσαν θαυμαστές.

Τα παραπάνω σκιαγραφούν την εικόνα ενός ανθρώπου ταπεινού, βυθισμένου σαφώς στην επιστήμη του συνεπώς και στο χώρο της, στον δικό της κόσμο. Έναν κόσμο που διαφέρει από τη βιωμένη πραγματικότητα των υπολοίπων, την ίδια χρονική στιγμή. Μελετώντας την επιστήμη του και αφοσιωμένος σε αυτήν, έγινε ο λογοτέχνης της φυσικής των σωματιδίων, καταθέτοντας τη δική του συμβολή, το δικό του κεφάλαιο που σαφώς φέρει το όνομά του, μποζόνιο Χιγκς.

Οι παραπάνω προτάσεις γράφτηκαν καθώς, όπως γνωρίζουμε, ο 94χρονος Χιγκς, ο οποίος τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Φυσικής το 2013 για την εργασία του το 1964 που έδειξε πώς το μποζόνιο συνέβαλε στη σύνδεση του σύμπαντος δίνοντας στα σωματίδια τη μάζα τους, πέθανε στο σπίτι του στο Εδιμβούργο την περασμένη Δευτέρα (8/4/2-14). Η εργασία του εκείνη είναι η μεγάλη παρακαταθήκη που αφήνει εκτός από την οικογένειά του, σε όλο τον κόσμο, στην έρευνα ώστε να προχωρήσει κι αυτή μιας και δεν ηδύνατο να μείνει στάσιμη.

Υπενθυμίζουμε ότι έπειτα από μια σειρά πειραμάτων, τα οποία ξεκίνησαν το 2008, η θεωρία του αποδείχθηκε από τους φυσικούς που εργάζονταν στον Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων στο Cern της Ελβετίας το 2012, το δε βραβείο Νόμπελ το είχε μοιραστεί με τον Φρανσουά Ανγκλέρ, έναν Βέλγο θεωρητικό φυσικό του οποίου η εργασία το 1964 συνέβαλε επίσης άμεσα στην ανακάλυψη.

Ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας και των επιτευγμάτων του Cern συνδέεται με τον Πίτερ Χιγκς. «Εκτός από την εξαιρετική συμβολή του στη σωματιδιακή φυσική, ο Πίτερ ήταν ένας πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος, ένας άνθρωπος σπάνιας σεμνότητας, ένας σπουδαίος δάσκαλος και κάποιος που εξηγούσε τη φυσική με πολύ απλό και βαθύ τρόπο», είχε υπογραμμίσει πληροφορηθείς την εκδημία του Χιγκς, ο καθηγητής Πίτερ Μάθιεσον, διευθυντής του πανεπιστημίου Εδιμβούργου. Σε αυτό, προς τιμήν του Χιγκς είχε ιδρυθεί το Κέντρο Θεωρητικής Φυσικής, καθότι ο Χιγκς είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής του ζωής και ερευνητικής δραστηριότητας σε αυτό το πανεπιστήμιο.

Η λογοτεχνική του φιγούρα και το πείραμα στο CERN επηρέασαν τη λογοτεχνία του φανταστικού. Αναφέρω το μυθιστόρημα του Νταν Μπράουν (Dan Brown), «Δράκοι και δαίμονες», η υπόθεση του οποίου εκτυλίσσεται (σ.σ στο βιβλίο) στο ερευνητικό κέντρο στην Ελβετία, όπου βρίσκεται νεκρός με ένα μυστηριώδες σύμβολο χαραγμένο με πυρακτωμένο μέταλλο στον θώρακά του, ο διακεκριμένος φυσικός Δρ Βέτρα, και για τη διαλεύκανση της δολοφονίας του καλείται ο καθηγητής συμβολολογίας Ρόμπερτ Λάνγκντον.

Αναγωγές του συμβόλου στην Καθολική Εκκλησία περιπλέκουν περισσότερο την υπόθεση. Αντίστοιχα στην επιστήμη, νέα δεδομένα θέτουν εκ νέου σε σκέψη τους επιστήμονες, οι έρευνες συνεχίζονται δίχως να σταματούν, επιβεβαιώνουν ή αναιρούν προηγούμενες. Η δουλειά του επιστήμονα, όπως του Χιγκς, καλείται να είναι ακάματη παρότι επέρχεται σωματική κούραση, εκείνη που οφείλει να μην «γεράσει» είναι η σκέψη. Κι ο Χιγκς παρέμεινε, πλήρης ημερών, αφοσιωμένος στην επιστήμη που του τροφοδοτούσε τη σκέψη και του χάριζε την ταπεινή του μορφή, έμπλεη καλοσύνης.

* Με πληροφορίες από Guardian, Livescience, BBC

Πηγή κεντρικής φωτ.: Facebook/ PBS NewsHour