Το χέρι του Ποσειδώνα και το πόδι της Αθηνάς, οι πρώτες επιστροφές παρθενώνειων γλυπτών

Το χέρι του Ποσειδώνα και το πόδι της Αθηνάς, οι πρώτες επιστροφές παρθενώνειων γλυπτών

Η αρχή έγινε όπως έπρεπε. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο έστειλε στο Μουσείο Ακρόπολης δέκα θραύσματα από τα γλυπτά του Παρθενώνα, τα οποία είχε στις αποθήκες του, ανοίγοντας πλέον επίσημα τον δρόμο επιστροφής και άλλων θραυσμάτων από μουσεία του εξωτερικού. Σειρά έχει το μουσείο του Παλέρμο, που μας δανείζει για τέσσερα συν τέσσερα χρόνια ακόμη ένα θραύσμα από λίθο της ζωφόρου, και η προσπάθεια θα συνεχιστεί.

Η Ελλάδα έχει γυρίσει σελίδα ως προς τη διεκδίκηση των γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο. Εχει επιστρατεύσει σοβαρότητα, ώστε να εκμεταλλευθεί την σκληρή δουλειά που έχει γίνει με τον καλύτερο τρόπο. Και ο ίδιος ο πρωθυπουργός της, Κυριάκος Μητσοτάκης, βγαίνει «μπροστά» σε αυτή την εκστρατεία. Η συμβολική χειρονομία με την οποία ξεκινά το 2022, αναφορικά με τα παρθενώνεια γλυπτά, έχει ιδιαίτερη σημασία.

Τα θραύσματα αποδόθηκαν ξανά «στο μνημείο που τα δέχεται ‘’όπως ο καιρός χωρίς κανένα χάσμα’’ κατά πως γράφει ο Σεφέρης.» σύμφωνα με όσα είπε στην ομιλία του ο γενικός διευθυντής Νίκος Σταμπολίδης. «Έρχονται σήμερα στο Μουσείο Ακρόπολης πρώτα αυτά από την ίδια τη χώρα μας για να αποτελέσουν παράδειγμα συνάρθρωσης και άλλων θραυσμάτων και λίθων, που έχουν κατά καιρούς διασπαρεί και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Αν όπως λέγεται η αρχή είναι το ήμισυ του παντός η πράξη που συντελείται σήμερα εδώ είθε να αποτελέσει τον πρόδρομο για την επανένωση και των μεγάλων παρθενώνειων τμημάτων που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο. Μια επανένωση που περιμένει το σώμα του μνημείου, έτσι όπως αποτυπώνεται τόσο στην πλειονότητα της βούλησης του βρετανικού λαού αλλά και η Παγκόσμια βούληση, όπως αυτή εκφράστηκε με την Απόφαση της Unesco στις 29 Σεπτεμβρίου του περασμένου έτους» είπε ο κ. Σταμπολίδης.

Τα δέκα θραύσματα ήταν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, χωρίς κανείς να γνωρίζει πού ανήκαν. Όπως είναι γνωστό, από την ανατίναξη Μοροζίνι, το 1687 πολλά κομματάκια μαρμάρου είχαν φτάσει ως την πόλη. Χρειάστηκε ένας σπουδαίος μελετητής, ο αείμνηστος Γιώργος Δεσπίνης, για να αποδοθούν τα θραύσματα αυτά σε μετόπες, αετώματα και λίθους της ζωφόρου.

Η ανακάλυψή του είναι σημαντικότερη από ό,τι νομίζουμε. Ο αείμνηστος Γιώργος Δεσπίνης, «εγνωσμένος γνώστης της αρχαιοελληνικής πλαστικής» όπως λέει ο Ν. Σταμπολίδης που τον είχε δάσκαλο, κατάφερε να έχουμε δύο θραύσματα από τα αετώματα, αλλά και ένα από λίθο που βρίσκεται στο Λούβρο. Ταυτοχρόνως, θα διορθωθεί μια παρατοποθέτηση που έχει γίνει.

Τα θραύσματα έχουν μέγιστο ύψος 32 εκατοστά, τα οποία φυλάσσονταν στις αποθήκες του ΕΑΜ. Δύο θραύσματα κεφαλών βρήκαν ήδη τη θέση τους στη ζωφόρο. Το ένα από αυτά, το επάνω μέρος μιας νεανικής κεφαλής, συνδέεται με τη μορφή του δεύτερου από τα αριστερά επόπτη της πομπής των Παναθηναίων, ο οποίος εικονίζεται στον λίθο VII της ανατολικής ζωφόρου. Αποτελεί το μοναδικό αυθεντικό θραύσμα του λίθου στο Μουσείο Ακρόπολης καθώς ο υπόλοιπος βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου. Η δεύτερη κεφαλή αποδίδεται στον πρώτο από αριστερά θαλλοφόρο της πομπής των Παναθηναίων, που εικονίζεται στον λίθο IX της βόρειας ζωφόρου.

Τα υπόλοιπα οκτώ θραύσματα τοποθετήθηκαν προσωρινά σε ειδική προθήκη στην Αίθουσα του Παρθενώνα, από την οποία θα αποσυρθούν κάποια στιγμή για να μελετηθούν σε συνάρτηση με άλλα τμήματα του γλυπτού διακόσμου του μεγάλου ναού, είτε αυτά βρίσκονται στον εκθεσιακό τους χώρο, είτε φυλάσσονται στις αποθήκες του Μουσείου Ακρόπολης. Από τα τελευταία, ο Νίκος Σταμπολίδης είπε ότι ξεχωρίζουν ένας βραχίονας μάλλον του Ποσειδώνα στο δυτικό και το άκρο πόδι Αθηνάς (;) από το ανατολικό αέτωμα.

«Αποδίδονται ξανά στο μνημείο που τα δέχεται ‘’όπως ο καιρός χωρίς κανένα χάσμα’’ κατά πως γράφει ο Σεφέρης. Έρχονται σήμερα στο Μουσείο Ακρόπολης πρώτα αυτά από την ίδια τη χώρα μας για να αποτελέσουν παράδειγμα συνάρθρωσης και άλλων θραυσμάτων και λίθων, που έχουν κατά καιρούς διασπαρεί και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες» είπε ο γενικός διευθυντής.

«Όμως καθώς ‘’σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει’’, κατά πως γράφει ο ποιητής επέστη καιρός να συγκεντρωθούν τα σπαράγματα του μνημείου μικρά ή μεγάλα για να αποδοθεί αυτό και πάλι, ολάκερο στα μάτια του κόσμου στο φυσικό του χώρο, να αποδοθούν τα μέλη του κάτω από το φως που τα γέννησε, τα μάρμαρα να λάμπουν στον ήλιο στην αλλοτινή μορφή τους.»