Αιώνες πριν, οι αρχαίοι συγγραφείς επιδίδονταν στη δημιουργία μιας αθάνατης παρακαταθήκης, χωρίς να γνωρίζουν τότε ότι τα γραπτά τους θα αποτελούσαν πολύτιμο θησαυρό για τους ανθρώπους του μακρινού μέλλοντος. Ονόματα, γεγονότα, μέρη, κατασκευάσματα, έργα τέχνης, ιδέες και ιστορίες, εμπλέκονται μέσα στο χάος του Χρόνου. Με τη βοήθεια ειδικών πλέον στο ξεμπέρδεμα αυτού του αέναου κουβαριού, των ιστορικών και των αρχαιολόγων, ερωτήματα, υποθέσεις και μυστήρια έρχονται στην επιφάνεια και ερευνώνται.
Διαβάζοντας σήμερα αρχαία κείμενα, βλέπουμε πολλές φορές αναφορές σε τοποθεσίες, πόλεις, κτίρια και τεχνουργήματα, που με βάση τις περιγραφές τους, άμα τα βλέπαμε θα μας έκοβαν την ανάσα. Η ανάλυση των πηγών αυτών σε συνδυασμό με την ανακάλυψη απτών αποδείξεων, οδηγούν στο συμπέρασμα για το αν αυτές οι αναφορές ανήκουν στο φάσμα του μύθου ή στην υλική πραγματικότητα.
Ένα φλέγον θέμα που συζητάται ακόμα, αφορά τα Επτά Αρχαία Θαύματα του κόσμου. Μέχρι στιγμής, για τα έξι από αυτά υπάρχουν πειστικά τεκμήρια που αποδεικνύουν την ύπαρξη τους. Το πρόβλημα της αμφισβητούμενης ύπαρξης του εβδόμου θαύματος, όμως, παραμένει άλυτο.
Ας μεταφερθούμε στον καιρό ακμής της Νεοβαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας. Ο τότε βασιλιάς των Βαβυλωνίων, ήταν ο Ναβουχοδονόσορ Β’. Λέγεται, λοιπόν, ότι ο βασιλιάς είχε παντρευτεί την πριγκίπισσα μιας περιοχής του ορεινού περσικού Βορρά, της Μηδίας. Μετά τον γάμο τους, η βασίλισσα πια, μετακόμισε στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Το βασιλικό παλάτι, σύμφωνα με πηγές, ήταν μεγαλοπρεπές και πανέμορφο. Βρισκόταν, όμως, στη μέση ενός άνυδρου τόπου. Μέσα σε μια απέραντη έρημο.
Η βασίλισσα Άμυτις, άρχισε να θλίβεται. Νοσταλγούσε τον καταπράσινο τόπο της. Ο Ναβουχοδονόσορ, για να την κάνει να ξεχάσει τον καημό της, διέταξε να αρχίσει ένα μεγάλο κατασκευαστικό έργο, το οποίο μέχρι σήμερα συνεχίζει να μαγεύει. Τότε, περίπου το 600 π.Χ., ίσως χτίστηκαν οι μυθικοί Κρεμαστοί Κήποι της Βαβυλώνας.
Από τον Βηρωσσό (Βαβυλώνιο αστρολόγο, αστρονόμο, ιστοριογράφο και ιερέα του 3ου - 4ου αιώνα π.Χ.) και τον Στράβωνα (Έλληνα γεωγράφο, που έζησε από το 64 π.Χ. μέχρι το 24 μ.Χ.), μαθαίνουμε ότι οι κήποι αυτοί ήταν μια ασυνήθιστη κατασκευή. Είχε χτιστεί ένα κλιμακωτό «βουνό», πιθανόν από πλίνθους (μεγάλοι κύβοι από λάσπη ή πηλό, οι οποίοι είχαν ξεραθεί στον ήλιο) ή λίθους. Θεωρείται συμβατικά πιθανό, ότι το ύψος του έφτανε τα 40 μέτρα. Στις πεζούλες, τις βαθμίδες του τεχνητού αυτού λόφου, είχαν τοποθετήσει κάθε είδους φυτό.
Οποιοσδήποτε αρχαίος που θα περνούσε την κεντρική πύλη των τειχών της Βαβυλώνας, την Πύλη της Ιστάρ, θα αντίκριζε μετά το παλάτι του Ναβουχοδονόσορ, τους πανέμορφους πλούσιους κήπους. Πώς ήταν, όμως, δυνατόν να ευδοκιμήσει έστω και ένας μικρός κήπος στη μέση μιας ερήμου;
Η ίδια η ιδέα του «κήπου», ως χώρου καλλιέργειας φυτών μόνο για την τέρψη και όχι για την παραγωγή τροφίμων, ξεκίνησε από τη Μεσοποταμία (το σημερινό Ιράκ). Οι αρχαίοι κάτοικοι της, ήταν άσοι στα υδρευτικά συστήματα. Με τη μεγάλη δεξιοτεχνία που είχαν στην αρχαία μηχανική, δημιούργησαν κανάλια που μετέφεραν νερό από τον ποταμό Ευφράτη μέχρι τις πόλεις τους. Οι Πέρσες, ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που κατάφεραν να δημιουργήσουν μόνοι τους καταπράσινες οάσεις στην έρημο. Μάλιστα, έγιναν τόσο καλοί σε αυτό, που η φήμη για την ομορφιά και ποικιλομορφία των κήπων τους ταξίδεψε σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο. Μάλιστα, η λέξη “pairidaeza”, που στην αρχαία περσική γλώσσα σημαίνει «περίκλειστος κήπος», είναι η ρίζα της λέξης «παράδεισος».
Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, ο Ναβουχοδονόσορ δεν το τσιγκουνεύτηκε. Προίκισε τους κήπους με κάθε είδους φυτό και δέντρο, τα οποία είχε προμηθευτεί από όλες τις γωνιές της αυτοκρατορίας του. Έβριθαν από αμυγδαλιές, συκιές, καστανιές, ροδιές, τριανταφυλλιές, αμπέλια, αρωματικούς θάμνους και ψηλούς φοίνικες. Όλα τα φυτά, τροφοδοτούνταν συνεχώς με νερό που μεταφερόταν στην κορυφή του τεχνητού βουνού και έπειτα έρεε στις κατώτερες αναβαθμίδες από αυλάκια, σχηματίζοντας καταρράκτες. Έτσι, ήταν πάντα όλα ανθισμένα, γεμάτα λουλούδια και καρπούς. Με βάση αυτά τα δεδομένα, σίγουρα ξεχείλιζαν και κρέμονταν από όλες τις πλευρές του κτίσματος, γεγονός που τους απέδωσε και τον χαρακτηρισμό «κρεμαστοί».
Πρέπει, όμως, να αναφέρουμε σε αυτό το σημείο, τα πορίσματα των ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής. Χωρίς να θέλω να σας χαλάσω το όνειρο, γιατί έτσι χαλάω και το δικό μου, οι κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνας δεν έχει αποδειχθεί ακόμα ότι υπήρξαν πραγματικά. Άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Ηρόδοτος (ο οποίος πιθανότατα είχε επισκεφθεί ο ίδιος τη Βαβυλώνα), δεν τους αναφέρουν στα έργα τους.
Αρχαιολόγοι δηλώνουν μετά από ανασκαφές στην περιοχή, ότι δεν έχουν βρεθεί ακόμα κτίσματα που ταυτίζονται με τους κήπους. Μια υπόθεση που έχει διατυπωθεί, είναι ότι ίσως ψάχνουμε στο λάθος μέρος και ότι στην πραγματικότητα βρίσκονταν στη Νινευή, πρωτεύουσα της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας (περιοχή του σημερινού βορειοανατολικού Ιράκ). Επίσης, δεν υπάρχει καμία αναφορά για αυτούς στα βαβυλωνιακά αρχεία, μερικά από τα οποία περιγράφουν εξονυχιστικά την πόλη.
Ας συνεχίζουμε, όμως, να ελπίζουμε στις έρευνες. Πριν την ανακάλυψη αποδείξεων, ήταν δύσκολο να πιστέψουμε στην ύπαρξη και των άλλων Αρχαίων Θαυμάτων. Γιατί, όπως ίσχυε για αυτά, έτσι και για τους Κήπους της Βαβυλώνας και για οτιδήποτε από καιρό λησμονημένο, επειδή δεν βλέπουμε κάτι, δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχε…
Βιβλιογραφία:
