Ένας Ελληνο-ιρλανδός στην Ιαπωνία
Γέφυρες στο χρόνο

Ένας Ελληνο-ιρλανδός στην Ιαπωνία

Το έτος 1849, στο νησί της Λευκάδας, έγινε ο γάμος μιας Ελληνίδας από τα Κύθηρα, της Ρόζας Κασιμάτη και ενός Ιρλανδού στρατιωτικού γιατρού, του Τσαρλς Μπους Χερν, ο οποίος υπηρετούσε τότε στα βρετανικής κατοχής Επτάνησα. Λίγο πριν τον γάμο τους, είχε ήδη γεννηθεί ο πρώτος τους γιος, ο οποίος απεβίωσε λίγο αργότερα. Ο άνθρωπος που θα μας απασχολήσει εδώ, είναι ο δεύτερος γιος του ζευγαριού, που πήρε το όνομα του νησιού στο οποίο γεννήθηκε. 

Στις 27 Ιουνίου 1850, γεννήθηκε ο Πατρίκιος Λευκάδιος Χερν. Ο Λευκάδιος είχε γενικά πολύ δύσκολα και σκληρά παιδικά χρόνια. Ο πατέρας του έφυγε κάποια στιγμή, λόγω της δουλειάς του, για τις μακρινές Βρετανικές Δυτικές Ινδίες, δηλαδή τα βρετανικά κατεχόμενα νησιά της Καραϊβικής. Όταν ήταν μόλις 2 ετών, αυτός και η μητέρα του μετακόμισαν στην οικογένεια του πατέρα του στην Ιρλανδία, στο Δουβλίνο. Εκεί οι σχέσεις των δύο πλευρών ήταν τεταμένες. Η μητέρα του δεν φαίνεται να τα πήγαινε καλά με τα πεθερικά της και ταυτόχρονα της έλειπε ο τόπος της.

Μετά από κάποια χρόνια, την κηδεμονία του Λευκάδιου ανέλαβε μια θεία του πατέρα του. Η μητέρα του τον άφησε στην Ιρλανδία και γύρισε στην Ελλάδα, όπου γέννησε τον τρίτο γιο της οικογένειας. Υπό την εποπτεία της θείας, ο Λευκάδιος αφιερώθηκε στην μόρφωση. Στάλθηκε σε διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα και του άρεσε να διαβάζει πολλά βιβλία. Κατά την διάρκεια των σχολικών του χρόνων, οι γονείς του χώρισαν οριστικά και έπειτα παντρεύτηκαν ξανά, κάνοντας άλλες οικογένειες. Ο Λευκάδιος δεν ξαναείδε κανέναν από τους δύο, καθώς ο πατέρας του δεν επικοινώνησε ξανά μαζί του και η μητέρα του πέθανε σε ένα ψυχιατρείο στην Κέρκυρα το 1882. 

Τα βάσανά του έγιναν περισσότερα τον επόμενο καιρό. Όταν ήταν 16 ετών, ενώ βρισκόταν στο σχολείο, τραυμάτισε το αριστερό του μάτι. Παρά τις προσπάθειες των γιατρών στο Δουβλίνο, μετά την μόλυνσή του ακολούθησε η τύφλωση, με αποτέλεσμα να έχει μόνιμα μειωμένη όραση. Η ξεθωριασμένη αριστερή του ίριδα, πληροφορούμαστε ότι τον έκανε να αισθάνεται άβολα για το υπόλοιπο της ζωής του, γι’ αυτό κάλυπτε το μάτι του και έβγαινε στις φωτογραφίες προβάλλοντας πάντα το δεξί του προφίλ. Αυτό, όμως, δεν του στάθηκε εμπόδιο για το λαμπρό μέλλον που τον περίμενε.

Τα δύσκολα χρόνια συνεχίστηκαν. Η θεία του, κάποια στιγμή χρεοκόπησε. Δεν υπήρχαν πια χρήματα για την εκπαίδευση και τη μόρφωση του Λευκάδιου, αλλά ούτε και για την συντήρησή του. Στάλθηκε στο Λονδίνο άφραγκος. Για κάποια χρόνια κυκλοφορούσε άσημος στους δρόμους και έβρισκε καταφύγιο μόνο σε πτωχοκομεία.

Στην ηλικία των 19 ετών, πήγε να δοκιμάσει την τύχη του στην Αμερική. Έτσι, πήρε ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για τη Νέα Υόρκη και ανέβηκε ολομόναχος στο καράβι που θα διέσχιζε τον Ατλαντικό Ωκεανό. Εκεί, έκανε κάθε είδους δουλειά. Κυρίως χειρωνακτικά επαγγέλματα, με τα οποία βιοποριζόταν δύσκολα. Παράλληλα, όμως, συνέχισε να προσπαθεί να συνεχίζει με όποιο τρόπο μπορούσε την μόρφωσή του, επισκεπτόμενος συχνά την Δημόσια Βιβλιοθήκη της περιοχής. 

Από τη Νέα Υόρκη, μεταφέρθηκε στην πολιτεία του Οχάιο. Στο Σινσινάτι, βίωσε για πρώτη φορά μια μικρή ανάκαμψη. Γνωρίστηκε και έγινε φίλος με έναν Αμερικανό τυπογράφο, τον Χένρυ Γουώτκιν, ο οποίος του πρόσφερε δουλειά στο τυπογραφείο του. Στη συνέχεια, όταν έπιασε δουλειά σε διάφορες τοπικές εφημερίδες, ξεκίνησε η δημοσιογραφική του καριέρα. Μέσω των καλογραμμένων κειμένων του, έγινε γνωστός στην τοπική κοινωνία και άρχισε να ζει καλύτερα. Όταν έγινε 24 ετών, βίωσε για λίγο τον έγγαμο βίο, με μια (λίγο μικρότερή του) Αφροαμερικανίδα, την Μάτι Φόλεϊ. Ο γάμος τους, όμως, όντας τελικά δύσκολος και όπως έμαθε λίγο αργότερα, παράνομος (τότε απαγορεύονταν οι εθνικά μεικτοί γάμοι), δεν διήρκεσε για πολύ. 

Μετά από την απόλυσή του, λόγω αυτής της παρανομίας, από την εφημερίδα που δούλευε, την εργασία του σε αντίπαλη εφημερίδα και το τέλος αυτού του γάμου, μετακόμισε και πάλι. Αυτή τη φορά, στην Νέα Ορλεάνη. Εκεί συνέχισε να εργάζεται σε άλλες τοπικές εφημερίδες και να αναπτύσσει τις δημοσιογραφικές του ικανότητες. Σιγά σιγά έγινε διάσημος και απέκτησε φήμη. Μάλιστα, κατέληξε να κερδίσει μια θέση στην μεγαλύτερη εφημερίδα της περιοχής. Είχε αποστολές σε διάφορα μέρη ως ανταποκριτής και έκανε και κάποια μακρινά ταξίδια. Για δύο χρόνια, παρέμεινε και έγραφε στην Μαρτινίκα, νησί της Καραϊβικής. Αφού γύρισε, δέχτηκε μια πρόταση που θα του άλλαζε τη ζωή μια για πάντα. Του ζητήθηκε να πάει ως δημοσιογραφικός ανταποκριτής, στην μακρινή χώρα της Ιαπωνίας. 

Στην Ιαπωνία, ο Λευκάδιος βρήκε την ηρεμία, την πνευματική εξέλιξη και αναζωογόνηση που αποζητούσε τόσο καιρό. Το 1890, βρέθηκε στις ακτές της ιαπωνικής θάλασσας, στα δυτικά της χώρας, στην πόλη Ματσούε. Όλα τα χρόνια που έμεινε εκεί, απασχολούνταν με την διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας. Σε αυτόν τον τόπο βρήκε τρόπο να ριζώσει και να νιώσει ότι ανήκε κάπου. Η Ιαπωνία, έγινε το σπίτι του. 

Μετά από κάποιο καιρό, παντρεύτηκε την κόρη μιας οικογένειας σαμουράι (των πασίγνωστων Ιαπώνων πολεμιστών), την Σέτσου Κοϊζούμι, της οποίας το επίθετο υιοθέτησε. Χάρη σε αυτήν την ένωση, ο Λευκάδιος Χερν, απέκτησε ιαπωνική υπηκοότητα και μια νέα ταυτότητα. Έγινε ο Γιάκουμο Κοϊζούμι. Αυτός και η Σέτσου, έκαναν τέσσερα παιδιά, τρεις γιους και μία κόρη. 

Ο Λευκάδιος τότε άρχισε να συγγράφει και να εκδίδει βιβλία. Αποδείχθηκε πολυγραφότατος. Έγραψε πολλά βιβλία που αφορούσαν κυρίως την Ιαπωνία, τον λαό της, το περιβάλλον της, την μυθολογία και τους θρύλους της και για το πώς κυλούσε εκεί η ζωή. Έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και πλέον και στα ελληνικά, ενώ κάποια από αυτά υπάρχουν ακόμα μόνο στα ιαπωνικά.

Διέμεινε και σε άλλες πόλεις, όπως το Κουμαμότο και το Κόμπε και συνέχισε την καριέρα του ως δάσκαλος. Τελευταίος τόπος διαμονής του, η πρωτεύουσα, το Τόκυο, όπου με τη βοήθεια των εκεί φίλων του, εργάστηκε ως καθηγητής αγγλικής λογοτεχνίας στο τότε Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο, δηλαδή το σημερινό Πανεπιστήμιο του Τόκυο. 

Οι δύο πλευρές του, ο Λευκάδιος Χερν από τη μία και ο Γιάκουμο Κοϊζούμι από την άλλη, αντηχούν σε πολλές γωνιές του κόσμου. Τα σπίτια στα οποία είχε διαμείνει σε κάθε φάση της ζωής του, πλέον έχουν μετατραπεί σχεδόν όλα σε μουσεία. Στη Λευκάδα, στην Ιρλανδία, στην Νέα Ορλεάνη και σε διάφορες πόλεις της Ιαπωνίας, η μνήμη του τιμάται μέχρι σήμερα. Το όνομά του εμφανίζεται σε συμπόσια, βιβλιοθήκες, αφιερώματα, εκθέσεις και μνημεία διασκορπισμένα στα μέρη απ’ όπου πέρασε. Τα βιβλία του παραμένουν μοναδικά και το θάρρος, η υπομονή και επιμονή του για την απόκτηση σοφίας και τελικά μιας καλύτερης ζωής, συνεχίζει να εμπνέει. 

 

 

Βιβλιογραφία:

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CE%B5%CF%85%CE%BA%CE%AC%CE%B4%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%A7%CE%B5%CF%81%CE%BD

https://www.politeianet.gr/el/contributor/xern-leukadios-giakoumo-koizoumi