Στη ραψωδία Α’ της Ιλιάδας του Ομήρου, ο Αχιλλέας επιλέγει την ακρογιαλιά για να προσευχηθεί· μέρος ενδεδειγμένο για προσευχή προς τη μητέρα του, τη Θέτιδα, θεότητα της θάλασσας. Το κύμα που αγγίζει και απομακρύνεται από την ακρογιαλιά, σε μία αέναα επαναλαμβανόμενη κίνηση, θα μπορούσε να είναι κάτι αντίστοιχο του συναισθάνεσθαι, ακόμη και σαν κατευναστικό νανούρισμα για το παράπονο του ήρωα του ομηρικού έπους. Απομονωμένος από τους υπόλοιπους, ανοίγει την καρδιά του υπό τον παφλασμό των κυμάτων – στιγμή γνώριμη σε όσους αναζητούν τη θάλασσα κάθε που η αλμύρα της συνυπάρχει με την αλμύρα των δακρύων.
Απέραντη ακόμη και εάν έχει ορίζοντα, με μια καρδιά που πάλλεται όπως τα κύματα –άλλοτε φουρτουνιασμένη παρασέρνοντας με τα κύματά της όσα βρίσκονται στην ακρογιαλιά, ενίοτε υπερπηδώντας βράχια και λιμάνια για να ξεθυμάνει, άλλοτε ήρεμη και γλυκιά ώστε να κατευθύνει μια ρομαντική βαρκάδα– η θάλασσα είναι εκεί να αφουγκράζεται τα θέλω και τις αγωνίες μας. Καθότι η θάλασσα, το θαλασσινό νερό, δεν είναι απλώς τοπίο· είναι μια ζωντανή, παλλόμενη παρουσία, που αναπνέει μαζί με το ανθρώπινο σώμα.
Αυτή την αναπνοή αποτυπώνει η Κατερίνα Χατζή στα ζωγραφικά της έργα τα οποία παρουσιάζονται στην έκθεσή της «Θαυμάσια νερά» που φιλοξενείται (έως τις 30 Ιουλίου) στο Ιστορικό Αρχείο - Μουσείο Ύδρας. Υπό την επιμέλεια του ιστορικού τέχνης, Γιώργου Μυλωνά, η έκθεση μας καλεί να ανακαλύψουμε την εσωτερική ομορφιά και ευαισθησία των ανθρώπινων μορφών μέσα σε έναν κόσμο όπου το νερό γίνεται ζωντανός, παλλόμενος πρωταγωνιστής.
Αν μη τι άλλο, η θάλασσα έχει τη δική της ζωή και θαρρείς πως οι παλμοί της καταγράφονται στη σχηματικά κινούμενη επιφάνειά της. Με αυτούς τους –τρόπον τινά– θαλάσσιους παλμούς συνυπάρχει το ανθρώπινο σώμα το οποίο πάλλεται εξίσου, κολυμπώντας στη θάλασσα. Αυτή η συνύπαρξη είναι συνώνυμη της ζωής και η Κατερίνα Χατζή την αποδίδει άρτια, εστιάζοντας σε ανθρώπινες φιγούρες –κυρίως νεαρές γυναίκες– οι οποίες αποδίδονται με έναν, σχεδόν, φωτογραφικό ρεαλισμό.
Κατερίνα Χατζή, «Τα θαυμάσια νερά I» (λάδι σε καμβά, 100x120 εκ.)
Δανεισμένος ο τίτλος της έκθεσης από τον Ανδρέα Κάλβο, δεν περιγράφει απλώς μια εμπειρία κατάδυσης, αλλά προτείνει μια μεταφορά της εσωτερικής βύθισης στον εαυτό. Γι' αυτό και η έκθεση υπερασπίζεται την πράξη της επιστροφής στο μέσα μας – μία εσωτερική βουτιά και αναδυόμενοι ξανά στην επιφάνεια να αναπνεύσουμε ξανά.
«Οι λουόμενοι που απεικονίζονται μέσα σε γαλάζιες και τυρκουάζ επιφάνειες δεν αποτελούν απλώς φιγούρες μέσα σε τοπία, αλλά μεταβατικές παρουσίες: σώματα που επιπλέουν ανάμεσα στο φως και στη σιωπή, ανάμεσα στη βαρύτητα και στη ρευστότητα. Μοιάζουν με φευγαλέες μορφές που αναδύονται από ένα συλλογικό υποσυνείδητο», όπως σημειώνει, μεταξύ άλλων, για την έκθεση, η Πρόεδρος του ΙΑΜY, Ντίνα Αδαμοπούλου· την οπτική της για την έκθεση διαβάζουμε παρακάτω.
Με τα λόγια της Ντίνας Αδαμοπούλου
Στο ΓΑΚ / Ιστορικό Αρχείο – Μουσείο Ύδρας έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε τον φετινό Ιούλιο την έκθεση της εξαίρετης εικαστικού Κατερίνας Χατζή με τον θεματικό τίτλο «Τα Θαυμάσια Νερά».
Η επιλογή του Μουσείου ως τόπου παρουσίασης της έκθεσης αυτής δεν είναι τυχαία: τα Θαυμάσια Νερά συνομιλούν με τη θαλασσινή ταυτότητα της Ύδρας, με τις ναυτικές μνήμες, με τα αρχεία των ταξιδιών και των ταξιδιωτών του παρελθόντος και με όλες τις διαδρομές που σημάδεψαν την Ιστορία. Σε ένα νησί όπου το υγρό στοιχείο, η θάλασσα, διαμόρφωσε τον χαρακτήρα και την τύχη των ανθρώπων του, η ζωγραφική της Χατζή λειτουργεί ως σύγχρονο εικαστικό ανάγνωσμα αυτής της σχέσης.
Τα έργα της εντάσσονται οργανικά στον χώρο μας, αναδεικνύοντας έναν βαθύ διάλογο ανάμεσα στο παρόν της εικαστικής δημιουργίας και το παρελθόν που φυλάσσεται στις προθήκες και στα τεκμήρια του ΙΑΜΥ.
Το νερό, πρωταγωνιστής στα έργα της Κατερίνας Χατζή, λειτουργεί ως πολλαπλό σύμβολο: είναι φορέας μνήμης, υλικός και άυλος ταυτόχρονα, όπως ακριβώς και η Ιστορία που προβάλλουμε στον χώρο μας. Οι λουόμενοι που απεικονίζονται μέσα σε γαλάζιες και τυρκουάζ επιφάνειες δεν αποτελούν απλώς φιγούρες μέσα σε τοπία, αλλά μεταβατικές παρουσίες: σώματα που επιπλέουν ανάμεσα στο φως και στη σιωπή, ανάμεσα στη βαρύτητα και στη ρευστότητα. Μοιάζουν με φευγαλέες μορφές που αναδύονται από ένα συλλογικό υποσυνείδητο. Η θάλασσα της Χατζή είναι μια συνεχής απόδοση του γαλάζιου σε όλο του το φάσμα, και, άλλοτε ήρεμη κι άλλοτε υποβλητική, γίνεται ο καθρέφτης ενός καλοκαιρινού εσωτερικού τοπίου, μιας συλλογικής μνήμης.
Η ζωγράφος Κατερίνα Χατζή δίπλα σε στο έργο της «Το σχήμα του νερού» (λάδι σε λινό, 140x140 εκ.)
Η Κατερίνα Χατζή δεν αναζητά την περιγραφή, αλλά την αίσθηση. Οι εικόνες της μεταφέρουν το αποτύπωμα της αφής, τη διαφάνεια του βλέμματος, την ανάμνηση του ήλιου πάνω στο δέρμα. Τα Θαυμάσια Νερά είναι, τελικά, ένας ύμνος στο φως και στο σώμα.
Αυτή η ρευστότητα της ανθρώπινης εμπειρίας συναντά τον σταθερό χρόνο του Μουσείου, προσκαλώντας τον θεατή σε μια «βύθιση» τόσο στην εικόνα όσο και στην ιστορική επίγνωση.
Ανασύροντας, εντέλει, την αθωότητα του καλοκαιριού, τη γαλήνη της αφής, τη λάμψη του φωτός πάνω στο δέρμα, η συγκεκριμένη έκθεση μας θυμίζει ότι η τέχνη, όπως και η Ιστορία, δεν είναι ποτέ αποκομμένες από τον χώρο που τις φιλοξενεί. Αντιθέτως, βρίσκουν εκεί το πεδίο για να ξαναποκτήσουν σημασία – σαν μια ήσυχη θάλασσα που, κάτω από την επιφάνειά της, κρύβει πάντα το απροσδόκητο.
Κεντρική φωτ.: Κατερίνα Χατζή, «Τα θαυμάσια νερά IΙ» (100x150 εκ.)