Τα ανοιχτά θέματα που ζητούν απαντήσεις από την κυβέρνηση
Eurokinissi/ Γιώργος Κονταρίνης
Eurokinissi/ Γιώργος Κονταρίνης

Τα ανοιχτά θέματα που ζητούν απαντήσεις από την κυβέρνηση

Η νέα πολιτική «χρονιά», ίσως η πιο καθοριστική για τις πολιτικές εξελίξεις ως η τελική ευθεία, κατά μία έννοια, για τις επόμενες εθνικές κάλπες, βρίσκει την κυβέρνηση αντιμέτωπη με ένα πλέγμα «ανοιχτών» θεμάτων, που θα κληθεί να διαχειριστεί ταυτόχρονα, με χρονικό ορίζοντα τους επόμενους τρεις μήνες. Ακόμη πιο άμεσα, όμως, είναι τα δύο κρίσιμα –το κάθε ένα για διαφορετικούς λόγους– κεφάλαια, που αυτή την ώρα βρίσκονται στο προσκήνιο. 

Το πρώτο αφορά στις εξελίξεις στην Ουκρανία και παρά το γεγονός ότι η Αθήνα δεν μπορεί να αποτελεί παράγοντα συνδιαμόρφωσής τους, παρά μόνο ως μέλος της ΕΕ, το αποτέλεσμα αυτών των διεργασιών, μπορεί να αφήσει το στίγμα του στην διεθνή σκηνή με τρόπο τέτοιο, που θα βρει μπροστά της και η ελληνική εξωτερική πολιτική.

Οι όροι τερματισμού ενός πολέμου και μιας στρατιωτικής κατοχής, ο λόγος και ο ρόλος των εμπλεκομένων, το απαραβίαστο ή μη των συνόρων και η διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας, η δύναμη και η δυναμική της Ευρώπης, ο ρόλος χωρών, όπως η Τουρκία την επόμενη μέρα, δημιουργούν από μόνα τους στοιχεία, που αφορούν μια χώρα όπως η Ελλάδα, που δεκαετίες τώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με την αμφισβήτηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων στο Αιγαίο και την κατοχή της Κύπρου. Για τον λόγο αυτό, η ελληνική κυβέρνηση και διπλωματία παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, μένοντας σε «επαγρύπνηση» και λαμβάνοντας σαφή θέση για την ανάγκη άμεσης εκεχειρίας, την παροχή εγγυήσεων, αλλά και «δείχνοντας» την Ουκρανία ως τη μόνη, που πρέπει να έχει λόγο για το μέλλον των εδαφών της.

Το μεγάλο πολιτικό «στοίχημα» για την κυβέρνηση είναι η φετινή Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης. Οι υψηλές προσδοκίες, που έχουν καλλιεργηθεί για ένα πακέτο μέτρων που θα αφορά την «ραχοκοκαλιά» της ελληνικής οικονομίας, τη μεσαία τάξη, τους συνταξιούχους και θα επιχειρεί να συμβάλει στις πολιτικές για το δημογραφικό, ενισχύοντας τις οικογένειες και για τη στεγαστική κρίση, προωθώντας περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπισή της, δίνουν στις φετινές ανακοινώσεις τη μορφή σαφούς στίγματος για τις κατηγορίες των πολιτών, που η κυβέρνηση ιεραρχεί ως προτεραιότητα της οικονομικής της πολιτικής, τη στιγμή που η οικονομία έχει διασφαλίσει μια θετική πορεία.

Οι έως τώρα πληροφορίες μιλούν για ένα πακέτο ύψους 1,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, που μπορεί όμως να «μεγαλώσει», αναλόγως της πορείας εκτέλεσης του προϋπολογισμού και των δεδομένων, που θα διαμορφωθούν, δημιουργώντας ένα κλιμακωτό σχεδιασμό για την εφαρμογή των μέτρων. Κύριο χαρακτηριστικό τους, η μονιμότητα, καθώς θα αφορούν φοροελαφρύνσεις και ενδεχομένως αλλαγή φορολογικής κλίμακας για τα μεσαία εισοδήματα, με την κυβέρνηση να αναγνωρίζει το κόστος ζωής ως πρόβλημα, που μόνη λύση είναι η ενίσχυση των εισοδημάτων.

Παράλληλα με τη μεσαία τάξη, η στήριξη των οικογενειών με παιδιά, αλλά και των νέων, που ξεκινούν τώρα την οικογένειά τους, θα αποτελούν βασικό στοιχείο των ανακοινώσεων, ενώ αντίστοιχα, στο επίκεντρο θα βρεθούν και οι συνταξιούχοι με τη διεύρυνση της κλίμακας των δικαιούχων του μόνιμου επιδόματος των 250 ευρώ στα τέλη του χρόνου και την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, που τους ακολουθεί από τα χρόνια των μνημονίων, να βρίσκονται στο «τραπέζι». 

Σε πολιτικό επίπεδο, το Μέγαρο Μαξίμου φαίνεται να προσεγγίζει τη φετινή ΔΕΘ ως το μεγάλο «στοίχημα» για come back της κυβέρνησης στη γραμμή εκείνη, που της εξασφάλισε τις εκλογικές νίκες το 2019 και το 2023, σηματοδοτώντας το σημείο εκκίνησης για την ανάκαμψη των ποσοστών της και παρουσιάζοντας ένα συνολικό και συγκροτημένο οικονομικό σχέδιο, που θα φέρνει τα επιτεύγματα της ανάπτυξης στην ίδια την κοινωνία και, κυρίως, θα δίνει προοπτική για τα επόμενα χρόνια. Αυτό, άλλωστε, εκτιμούν στην κυβέρνηση –ο επανακαθορισμός στόχων και προοπτικής– θα είναι –μαζί με τα πεπραγμένα της κυβέρνησης– τα βασικά κριτήρια για την ψήφο των πολιτών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη αιτιολογήσει την ανάγκη μιας τρίτης θητείας, λέγοντας ότι η κυβέρνηση μπορεί να έχει ολοκληρώσει στο τέλος της δεύτερης τετραετίας της ένα μεγάλο μέρος των δεσμεύσεών της, ωστόσο, όπως έχει πει, υπάρχουν πολιτικές που θα πρέπει να συνεχιστούν για να μην επιστρέψει η χώρα στο παρελθόν. 

Παράλληλα, όμως, η κυβέρνηση θα κληθεί το αμέσως επόμενο διάστημα να διαχειριστεί τη μεγάλη υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, καθώς η Εξεταστική Επιτροπή αναμένεται να συσταθεί και να αρχίσει τις εργασίες της με την έναρξη της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου. Μια διαχείριση κρίσιμη, καθώς πολιτικό κόστος από την υπόθεση αυτή έχει ήδη υπάρξει, ακόμη κι αν κρίνεται από κυβερνητικά στελέχη, στο πλαίσιο του αναμενόμενου έως τώρα. Η Εξεταστική θα αποτελέσει εκ των πραγμάτων και πεδίο σφοδρής αντιπαράθεσης με την αντιπολίτευση, η οποία εξαρχής υιοθέτησε υψηλούς τόνους, επενδύοντας στην κατά μέτωπο επίθεση στην κυβερνητική πλειοψηφία.

Τους επόμενους μήνες στην πολιτική ατζέντα θα βρεθούν Υγεία και Παιδεία. Η λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας, όπου η κυβέρνηση θεωρεί ότι γίνονται σοβαρά βήματα βελτίωσης, έχει ήδη αποτελέσει πεδίο σύγκρουσης με την αντιπολίτευση και εξακολουθεί να αποτελεί βασικό κριτήριο για τους πολίτες, ενώ η λειτουργία για πρώτη φορά των παραρτημάτων ξένων ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα από αυτή την ακαδημαϊκή χρονιά, φέρνει και την εκπαίδευση σε πρώτο πλάνο.

Στο «βάθος» υπάρχει πάντα η έναρξη της συζήτησης για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, που ο πρωθυπουργός έχει τοποθετήσει στα τέλη του έτους ή τους πρώτους μήνες του 2026. Σε αυτή τη διαδικασία, το Μέγαρο Μαξίμου θα επιδιώξει να δώσει ένα σαφές στίγμα προθέσεων για βαθιές αλλαγές στη χώρα, προτείνοντας για παράδειγμα, την άρση της μονιμότητας στο δημόσιο και την κατάργηση του άρθρου 16 για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ανοίγοντας με αυτό τον τρόπο, έναν μεγάλο κύκλο συζητήσεων και ζυμώσεων, όπου η διασφάλιση της συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων αποτελεί συνταγματική προϋπόθεση.