Του Βασίλη Γεώργα
Σε θηλιά στο λαιμό της κυβερνητικής πλειοψηφίας εξελίσσονται οι ανέφικτοι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 6,3 δισ. ευρώ ετησίως μέσω των οποίων οι πιστωτές της χώρας επιχειρούν να δέσουν την Ελλάδα σε δημοσιονομική λιτότητα διαρκείας πέντε ή δέκα ετών προκειμένου να αποφύγουν μια μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους μετά τη λήξη του μνημονίου.
Από τη συνεχιζόμενη διελκυστίνδα μεταξύ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωζώνης, η κυβέρνηση βγαίνει όλο και πιο αποδυναμωμένη ενώ χαμένη είναι και η ελληνική οικονομία καθώς όλα δείχνουν ότι ο συμβιβασμός που επιχειρείται μεταξύ των δανειστών έχει ως άξονα μια συμφωνία με σκληρά μέτρα περικοπής συντάξεων κατά 20-30% και μείωσης του αφορολόγητου ορίου στο μισό.
Παρά την πάγια άποψη του ΔΝΤ ότι το δέον γενέσθαι θα ήταν η μείωση της λιτότητας στην Ελλάδα μέσα από μικρότερους στόχους πρωτογενών πλεονασμάτων (1,5%) και μείωση χρέους, χθες στέλεχος του Ταμείου άφησε να εννοηθεί ότι το ΔΝΤ είναι έτοιμο να συμφωνήσει στο 3,5% υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να δρομολογήσει σκληρά μέτρα για να καλύψει τυχόν δημοσιονομικά κενά μετά το 2018.
Πίσω από τις αιχμές που άφησε αξιωματούχος του ΔΝΤ για τις υπερβολικές απαιτήσεις του Βερολίνου από την Ελλάδα και τις επισημάνσεις του ότι απέχουμε πολύ ακόμη από μια συμφωνία, αυτό που έμεινε ήταν η δήλωση του ίδιου αξιωματούχου ότι τελικά «το Ταμείο μπορεί να δεχτεί το 3,5%». Αν το ΔΝΤ τα βρει τελικά με το Βερολίνο, η Αθήνα θα χάσει τον «άσπονδο φίλο» της ο οποίος κινείται μονίμως στα άκρα ζητώντας είτε λιγότερη λιτότητα και μείωση χρέους, είτε πιο άγρια μέτρα μόνιμης απόδοσης.
Όλη η συζήτηση πλέον, τόσο στο εσωτερικό της ελληνικής κυβέρνησης όσο και μεταξύ των δανειστών, έχει εστιαστεί στον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα θα δεσμευτεί εκ των προτέρων σε νέα μέτρα. Μέτρα τα οποία αποτελούν μεν εισιτήριο επιστροφής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, αλλά ισοδυναμούν με πολιτική αυτοκτονία για την κυβέρνηση που θα τα αποφασίσει, αι με οικονομική αυτοκτονία για τη χώρα στην προσπάθειά της να ξεφύγει από την πολυετή ύφεση.
Μια πρώτη προσπάθεια να δεσμευτεί η Ελλάδα σε ένα γραπτό κείμενο που θα περιγράφει από τώρα παρεμβάσεις σε συντάξεις και φόρους επιχειρήθηκε χθες μέσα από το προσχέδιο του ανακοινωθέντος που εξέδωσε το Eurogroup, αλλά αποσοβήθηκε μετά από αντιδράσεις της ελληνικής κυβέρνησης και άλλων ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών. Όπως αποκαλύπτουν οι FT από το προσχέδιο διαγράφηκε φράση η οποία ανέφερε ότι η Ελλάδα και οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης θα εξετάσουν το είδος των φορολογικών και ασφαλιστικών μεταρρυθμίσεων που ζητά το ΔΝΤ. Υπουργοί διαμαρτυρήθηκαν ότι δεν θα ήταν ρεαλιστικό να ζητηθεί από την Αθήνα να λάβει τέτοια μέτρα ενώ ο Ευκλείδης Τσακαλώτος κάλεσε όλες τις πλευρές να αποφύγουν την πρόκληση «αυξημένης αβεβαιότητας» αναφορικά με το πρόγραμμα.
Αυτή η αβεβαιότητα, όμως, έχει ήδη ριζώσει για τα καλά στο εσωτερικό της ελληνικής κυβέρνησης και στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που έχει βάσιμους λόγους να ανησυχεί ότι στο τέλος της ημέρας, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα υποχρεωθεί να υπογράψει μια συμφωνία με μειώσεις στις συντάξεις ή τους μισθούς, τα οποία δεν θα μπορεί να «σηκώσει» πολιτικά.
Η κυβέρνηση έχει ήδη προειδοποιήσει σε όλους τους τόνους ότι η ίδια δεν προτίθεται να νομοθετήσει πρόσθετα μέτρα για το 2019 και έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο των «πολιτικών εξελίξεων» αν τα πράγματα φτάσουν σε αδιέξοδο. Χθες στον απόηχο του ανακοινωθέντος του Eurogroup, το Μέγαρο Μαξίμου ζήτησε ουσιαστικά τη συναίνεση της Αντιπολίτευσης υπέρ της θέσης ότι δεν πρέπει να ληφθούν νέα μέτρα. Η πρωτοβουλία αυτή ερμηνεύτηκε και αντίθετα, ως αίτημα για υποστήριξη των μέτρων αυτών εφόσον χρειαστεί να νομοθετηθούν.
Το «αδιέξοδο» και η μεταφορά της καυτής πατάτας σε μια επόμενη κυβέρνηση δείχνει αυτή τη στιγμή ένα αρκετά πιθανό σενάριο από τη στιγμή που στην επίσημη ανακοίνωση του χθεσινού Eurogroup οι δανειστές συνασπίστηκαν γύρω από τη θέση ότι η Ελλάδα θα πρέπει να συμφωνήσει με τους θεσμούς σε διαρθρωτικά μέτρα που θα εξασφαλίζουν τους στόχους επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% από το 2019 και μετά.
Το τι θα αποφασίσει να πράξει η κυβέρνηση Τσίπρα τις επόμενες εβδομάδες θα είναι συνάρτηση των τελικών αποφάσεων που θα λάβουν οι δύο ισχυροί παίκτες του προγράμματος για την Ελλάδα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Δεκέμβριος και ο Ιανουάριος θα είναι κατά τα λεγόμενα κορυφαίου υπουργού ένα πολύ κρίσιμο δίμηνο, ανάλογης σημασίας για την κυβέρνηση με την περίοδο του 2015 όταν σύρθηκε να υπογράψει το τρίτο μνημόνιο.
Διαβάστε ακόμα:
- Θ. Σκυλακάκης: Στο τέταρτο μνημόνιο ολοταχώς…
- Γ. Σταθάκης: Το ΔΝΤ πρέπει να δεχτεί τα δεδομένα της συμφωνίας Ελλάδας και Ευρωπαίων