Στεγανοποίηση της χαλαρής ψήφου και ταύτιση Ανδρουλάκη με Τσίπρα
Μητσοτάκης - ΔΕΘ

Στεγανοποίηση της χαλαρής ψήφου και ταύτιση Ανδρουλάκη με Τσίπρα

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης καθάρισε τον πολιτικό ορίζοντα έως τις εκλογές του 2023 και έθεσε το πλαίσιο της μακράς προεκλογικής περιόδου έως την ολοκλήρωσή της. Σε αυτόν τον οδικό χάρτη ξεχωρίζει όμως η ειδική αποστολή με την κωδική ονομασία «αποτροπή της χαλαρής ψήφου» την οποία, ήδη από το συνέδριο έχει αναθέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης τα στελέχη και τα μέλη του κόμματος και της κυβέρνησης.

Ο πρωθυπουργός μπόλιασε αυτή την προεκλογική μάχη με την προειδοποίηση που απηύθυνε προς τους πολίτες, για την πολιτική τερατογένεση, όπως χαρακτήρισε την προοδευτική…συνεργασία, που μετεκλογικά μπορεί να επισυμβεί, έστω και αριθμητικά,  από μια συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, ΜέΡΑ25.

 «…γι’ αυτό και η πρώτη κάλπη έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία. Διότι μπορεί μεν να μην οδηγηθούμε σε κυβέρνηση, αλλά θα πρέπει να είναι το σκαλοπάτι το οποίο θα μας επιτρέψει στη συνέχεια να διεκδικήσουμε την αυτοδυναμία την οποία επιθυμούμε», είπε ο πρωθυπουργός. Δίνοντας έμφαση σε αυτό το στίγμα συμπλήρωσε: «να εξηγήσουμε στον ελληνικό λαό γιατί μία αυτοδύναμη κυβέρνηση, η οποία -τονίζω και πάλι- δεν είναι κατ’ ανάγκη μια μονοκομματική κυβέρνηση, είναι απαραίτητη για να οδηγήσει τη χώρα στην επόμενη τετραετία με συνέχεια και σταθερότητα».

Η διακριτή αναφορά του πρωθυπουργού αποτελεί τη φυσική προέκταση του καθαρού μηνύματος,  «Όλες οι μάχες κερδίζονται στην κάλπη» αλλά και της ρητής οδηγίας του πρωθυπουργού για την υψίστης σημασίας, μάχη στις εκλογές με την απλή αναλογική, την έκβαση της οποίας οποία έχει παρομοιάσει ως τον βατήρα για τη νικηφόρα τελική ευθεία. «πρέπει να αντιμετωπίσουμε την … κάλπη της απλής αναλογικής στο τέλος της τετραετίας ως την τελική κάλπη. Γιατί εκείνη είναι τελικά που θα κρίνει τους συσχετισμούς οι οποίοι θα επικυρωθούν αργότερα και πιο δυναμικά στη δεύτερη κάλπη», όπως έχει τονίσει σε άλλα fora και διαφορετικές ευκαιρίες ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Έτσι το σύνθημα «Δίπλα σε κάθε πολίτη», πλαισιώνεται από το μήνυμα «κάθε ψήψος μετράει και μπορεί να κάνει τη διαφορά», το οποίο έχει εκπεμφθεί και σε άλλες εκλογικές μάχες, έστω υπό διαφορετικές συνθήκες και συσχετισμούς. Άλλα, όπως επισημαίνουν έμπειρα στελέχη, με ισχυρότερα ερείσματα από κάθε άλλη αναμέτρηση στην πολιτική ιστορία. Η στρατηγική στεγανοποίηση της χαλαρής ψήφου δείχνει να αποτελεί το αντίβαρο «στην περιχαράκωση των άλλων πολιτικών δυνάμεων», την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξέθεσε για ακόμη μια φορά, θέλοντας να στρέψει την προσοχή των ψηφοφόρων, και δη του κέντρου, στη στάση του Νίκου Ανδρουλάκη.

«Και το λέω γιατί όλη η στάση του ΠΑΣΟΚ και του κ. Ανδρουλάκη με κάνει να πιστεύω ότι είναι εξαιρετικά κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ και ότι όλη αυτή η προσπάθεια περί ίσων αποστάσεων μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας δεν ανταποκρίνεται μάλλον στα ειλικρινά αισθήματα και τις επιθυμίες του κ. Ανδρουλάκη», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης αιχμηρά.

Περαιτέρω ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έβαλε απλώς απέναντι τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ταυτίζοντας τον με τον Αλέξη Τσίπρα. Επέμεινε στο βασικό δίλημμα της εκλογικής αναμέτρησης του 2023, ότι οι πολίτες επιλέγουν και κυβερνήτη: Εμείς κυβερνήσαμε. Θα κυβερνήσουμε τέσσερα χρόνια. «Πριν από εμάς έχει προηγηθεί και μια άλλη κυβέρνηση, του κ. Τσίπρα. Άρα το δίλημμα Μητσοτάκης ή Τσίπρας -για να το πω πολύ απλά- είναι κάτι το οποίο ο πολίτης το καταλαβαίνει», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης.

Με το πρωθυπουργικό όχι στην αλλαγή του εκλογικού νόμου, εκτός από τη δημόσια απόρριψη των εισηγήσεων που έχουν επανακάμψει στη πολιτική σφαίρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης πέταξε το μπάλα στο γήπεδο του ΣΥΡΙΖΑ: «δεν τίθεται κανένα ζήτημα αλλαγής του εκλογικού νόμου, εκτός από μία περίπτωση.

Αν έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ και δεχθεί ότι η κάλπη της απλής αναλογικής είναι μία βόμβα στα θεμέλια της πολιτικής σταθερότητας και συμφωνήσουμε από κοινού να αλλάξουμε τον εκλογικό νόμο, έτσι ώστε να αποφύγουμε την αχρείαστη κάλπη της απλής αναλογικής». Άλλωστε όπως υπενθύμιζαν γαλάζια στελέχη, τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και στελέχη πρώτης γραμμής της Κουμουνδούρου, έχουν προβεί σε δημόσιες τοποθετήσεις με τις οποίες προκαλούν την κυβέρνηση να αλλάξει τον εκλογικό νόμο.