Προεδρικό και εκλογικός νόμος, πρόβλημα για ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ

Προεδρικό και εκλογικός νόμος, πρόβλημα για ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ

Του Γιάννη Σιδέρη

Ως «τυχοδιωκτισμό» χαρακτήρισε η Φώφη Γεννηματά την «ζαριά των διπλών εκλογών». Φυσικά ως αντιπολίτευση είναι υποχρεωμένη να απορρίπτει ως ύστερη σκοπιμότητα το ενδεχόμενο των διπλών εκλογών εκ μέρους του Πρωθυπουργού, όμως αυτές καθίστανται αναντίρρητη αναγκαιότητα εφόσον δεν συμπληρωθούν οι 200 ψήφοι για την αλλαγή του εκλογικού νόμου.

Η απλή αναλογική που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον δεν ανατραπεί, αποτελεί σπινθήρα διαρκούς αστάθειας. Διατηρεί μεν θεωρητικά τη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να μετέχει εσαεί σε μελλοντικές κυβερνήσεις, ωστόσο το τρωτό γι’ αυτόν είναι ότι καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να σχηματισθεί χωρίς την συμμετοχή του πρώτου κόμματος, που στον παρόντα αλλά και μέλλοντα ορατό χρόνο, θα είναι η ΝΔ. Άρα απέλιπεν η ελπίδα να βρεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ συν-νομεύς εξουσίας.

Ο νέος εκλογικός νόμος θα έρθει στη Bουλή εντός του Ιανουαρίου, και θα επαναφέρει το μπόνους, κλιμακωτά και ανάλογα με τα ποσοστά του πρώτου κόμματος. Όπως είπε ο Πρωθυπουργός στην συνέντευξη στο Bήμα, θα επιτρέπει σε ένα κόμμα με ποσοστά αντίστοιχα αυτών της ΝΔ στις εκλογές του 2019 να κυβερνήσει. Φυσικά είναι αισιόδοξη η σκέψη ότι θα διατηρήσει τα ίδια ποσοστά ή θα τα αυξήσει εάν οι εκλογές γίνουν σε βάθος τετραετίας. Και η πλέον επιτυχημένη κυβέρνηση δεν μένει αλώβητη από την φθορά της εξουσίας.

Ωστόσο ο νόμος που θα φέρει έχει δυνατότητες να περάσει, αφού ως βασική αρχή συμφωνεί και το ΚΙΝΑΛ. Το ίδιο άλλωστε είχε καταθέσει πρόταση νόμου το 2017 στην ίδια λογική, απλώς ολίγον αναλογικότερο. Στην περίπτωση που ΝΔ και ΚΙΝΑΛ ψηφίσουν από κοινού τον εκλογικό νόμο, το δεύτερο θα υποστεί έντονη επίθεση εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος θα προσπαθεί να το εκθέσει στους οπαδούς του παρουσιάζοντάς το ως ουρά της Δεξιάς.

Bέβαια μια τέτοια επίθεση δίνει τη δυνατότητα στο ΚΙΝΑΛ να του καταλογίσει έλλειψη σοβαρότητας, και υποδαυλίζοντας την ακυβερνησία, σε μια εποχή που οι εθνικοί κίνδυνοι συσσωρεύονται. Πάντως αν αποστασιοποιηθούμε από τη διελκυστίνδα ΣΥΡΙΖΑ - ΚΙΝΑΛ και μετατοπιστούμε σε αυτή ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση βγαίνει ωφελημένη γιατί θα φανεί ότι υπόσχεται στο πολιτικό οικοδόμημα σταθερότητα κυβερνησιμότητας, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ αποβλέπει στον θρυμματισμό του, γεγονός που αίρει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων.

Παράλληλα τα δύο κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης θα διαγωνιστούν (και θα διαγκωνιστούν) στο θέμα της προεδρικής εκλογής. Η Φώφη Γεννηματά έχει μια θέση πιο συμβατή με το πολιτικό στίγμα του κόμματός της. Επαναλαμβάνει με κάθε ευκαιρία την πάγια θέση της, ότι δεν θα συναινέσει σε πρόταση που δεν θα προέρχεται από την Κεντροαριστερά.

Σαφώς με αυτή τη επιλογή, μπορεί να περιχαρακώνεται σε έναν φαινομενικό δογματισμό, ωστόσο υπερτερεί του ΣΥΡΙΖΑ σε επίπεδο πολιτικής συνέπειας, αφού η βελόνα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει κολλήσει στο όνομα Παυλόπουλος. Η εμμονή στον νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας αποσκοπεί τυχοδιωκτικά στη δημιουργία πολιτικών προβλημάτων στο εσωτερικό τη ΝΔ, επειδή - ως είναι φυσικό - υπάρχουν βουλευτές που θέλουν την επανεκλογή του κ. Παυλόπουλου στο προεδρικό αξίωμα. Η εμμονή όμως δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μαθαίνει.

Το προσπάθησε με την μεθόδευση του Σκοπιανού, όταν ήλπιζε πως ο φιλελεύθερος Μητσοτάκης θα του έκανε τη χάρη να διασπάσει το κόμμα του ερχόμενος σε σύγκρουση με την παραδοσιακή εθναμύντορα πτέρυγα του κόμματός του. Δεν πέτυχε, αλλά δεν συνετίστηκε. Τώρα ευελπιστεί με την εμμονή στον Παυλόπουλο να υπάρξει ρήξη στο εσωτερικό της ΝΔ. Και δεν κατανοεί ότι αν υπάρξουν βουλευτές που θα αποστασιοποιηθούν από την πρωθυπουργική απόφαση, θα δώσει ευχέρεια στον Μητσοτάκη να προσφύγει στη λαϊκή ετυμηγορία και να επανέλθει κυρίαρχος ( οι δημοσκοπήσεις το λένε, όχι εμείς).

Με την εμμονή του ο ΣΥΡΙΖΑ δημιούργησε δυσκολία να αιτιολογήσει στο ακροατήριό του αυτή την επιλογή. Μπορεί να την παρουσίασε ως λύση ανάγκης το 2015, υπό καθεστώς εκτάκτων - και πολιτικά ανήθικων - συνθηκών, αλλά στην παρούσα συγκυρία είναι μη κατανοητή.

Εν τέλει η προεδρική εκλογή δημιούργησε μεγαλύτερη δυσαρμονία στην σχέση του Αλέξη με το κόμμα του και το ακροατήριό του, από ό,τι στη Φώφη με το δικό της. Η τελευταία δείχνει να εμφορείται από πολιτική συνέπεια, και ελπίζει ότι αυτό θα της προσμετρηθεί. Αντιθέτως ασυνεπής θα φανεί ο Αλέξης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην αξιολόγηση του κεντροαριστερού ακροατηρίου.

Πάντως και τα δύο θέματα, εκλογικός νόμος και προεδρική εκλογή, έλκουν την προσοχή της κοινής γνώμης στο τρίτο κόμμα του κοινοβουλίου, του προσδίδουν ρόλο. Αν θα το βγάλουν και από την περιθωριοποιημένη θέση που βρίσκεται, απομένει να φανεί.