«Από τη στιγμή που υπερβαίνουμε τους στόχους σε σχέση με το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος έχουμε τη δυνατότητα αυτό που είναι παραπάνω να το διαθέσουμε και προς την ανάπτυξη και για κοινωνικούς σκοπούς», δηλώνει σε συνέντευξη του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πάνος Σκουρλέτης.
«Νομίζω ότι αν θέλουμε να είμαστε ασφαλείς στις εκτιμήσεις μας δεν πρέπει να σταθούμε μόνο στο νούμερο και στο μέγεθος των πρωτογενών πλεονασμάτων. Αυτά δεν θα πρέπει να τα δούμε ξεχωριστά από τη συνολική πορεία των τελευταίων μηνών με κύριο ζήτημα το θέμα της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης που δημιουργεί ένα σταθερό έδαφος στην οικονομία το οποίο είναι απαραίτητο για να μπούμε πια σε έναν νέο κύκλο ανάκαμψης. Άρα πρέπει να το δούμε έτσι. H αισιοδοξία είναι συγκρατημένη αλλά είναι όμως πραγματική», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο υπουργός εκφράζει ταυτόχρονα τη βεβαιότητα ότι «δεν θα χρειαστεί σε καμία περίπτωση η ενεργοποίηση του δημοσιονομικού κόφτη». Όπως λέει, «η υπόθεση του δημοσιονομικού κόφτη περισσότερο είχε μια πολιτική διάσταση όταν τη συζητούσαμε. Όσον αφορά στην κυβέρνηση, ήμασταν βέβαιοι και είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα χρειαστεί σε καμιά περίπτωση ενεργοποίησή του. Άρα ήταν μια συζήτηση, η οποία περισσότερο βάραινε πολιτικά στην υπόθεση της αξιολόγησης».
Για το θέμα των εργασιακών σχέσεων, επισημαίνει ότι στόχος της κυβέρνησης είναι η δημιουργία σταθερών θέσεων εργασίας με ποιοτικά χαρακτηριστικά, παράλληλα με την κατοχύρωση των εργασιακών δικαιωμάτων και καλεί την αντιπολίτευση να αποσαφηνίσει την θέση της.
Ο ίδιος χαρακτηρίζει ρεαλιστικό το στόχο που έχει θέσει ο κ. Δραγασάκης για δημιουργία 300.000 θέσεων εργασίας με βάση τον αναπτυξιακό νόμο, ενώ σχολιάζει πως «η απορρύθμιση στο χώρο της εργασίας στην Ελλάδα έχει ως ένα μεγάλο βαθμό συμβεί. Άρα, η δικιά μας προσπάθεια είναι πώς θα μπορέσουμε να ανατάξουμε αυτήν τη δυσμενή για τους εργαζόμενους πραγματικότητα. Το θέμα των εργασιακών είναι ένα κατεξοχήν ζήτημα που προσφέρεται για συμμαχίες εντός της Ευρώπης. Διότι ανάλογου τύπου ζητήματα αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι σε όλες τις χώρες της Ευρώπης σήμερα. Άρα, δεν θα είναι μια μάχη που θα τη δώσουμε μόνοι μας ως κυβέρνηση. Θα τη δώσουμε μαζί με τα συνδικάτα στην Ελλάδα μαζί με τα ευρωπαϊκά συνδικάτα. Νομίζω ότι, τελικά, είναι μια μάχη η οποία τέμνει οριζοντίως και καθέτως πια το σύνολο της ΕΕ».
Τηλεοπτικές άδειες
Αναφορικά με το τηλεοπτικό τοπίο, υπογραμμίζει ότι για πρώτη φορά μπαίνουν σαφείς κανόνες και κριτήρια που θα οδηγήσουν στη διαμόρφωση ενός νέου τοπίου, στο οποίο θα λειτουργούν υγιείς εταιρίες.
Μάλιστα, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο-σε μια δεύτερη φάση-να παραχωρηθεί άλλη μία τηλεοπτική άδεια. Ερωτηθείς σχετικά, απαντά: «Ο αριθμός έχει προσδιοριστεί στο νούμερο 4, χωρίς να έχει αποκλειστεί σε μια δεύτερη φάση, εάν προκύψει μια πραγματική ανάγκη η οποία να σχετίζεται με την ενημέρωση. Μιλάμε για την ενημέρωση δεν μιλάμε ούτε για σούπερ μάρκετ, ούτε για παπουτσάδικο, ούτε για κατάστημα που πουλάει φορέματα, άρα σχετίζεται πια με την ίδια τη δημοκρατία και τη λειτουργία της. Και προϋπόθεση για να λειτουργεί μια δημοκρατία είναι να υπάρχει ένα απελευθερωμένο πεδίο και τοπίο στο χώρο της ενημέρωσης. Αυτό νομίζω ότι το γνωρίζουμε όλοι. Εν πάση περιπτώσει σας λέω ότι -έχει ακουστεί δημόσια, δεν το λέω μόνο εγώ- το ενδεχόμενο να δοθούν παραπάνω άδειες θα εκτιμηθεί, θα αξιολογηθεί από τη στιγμή που θα υπάρχει μια πραγματική αναγκαιότητα, χωρίς να υπονομεύουμε πια τη βιωσιμότητα των σταθμών.
Μεταξύ άλλων υποστηρίζει πως ο πλουραλισμός δεν ταυτίζεται με τον (μεγάλο) αριθμό των καναλιών, διότι, όπως λέει, «από τη στιγμή που μιλάμε για ιδιωτικά κανάλια, τα οποία πρέπει να μην μπαίνουν μέσα. Άρα, υπάρχει και η επιχειρηματική διάσταση, το θέμα της οικονομικής βιωσιμότητας των καναλιών σε μια μικρή αγορά, όπως είναι η ελληνική, με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια λόγω της βαθιάς ύφεσης. Το να αφήνουμε έναν μεγάλο αριθμό λειτουργίας τηλεοπτικών σταθμών, ουσιαστικά γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι κάποια για να μπορούν να σταθούν στα πόδια τους για να είναι εν ζωή θα πρέπει να βρίσκουν τα έσοδά τους με διάφορους άλλους, πλάγιους τρόπους, που δεν συνάδουν με την εξυπηρέτηση και την υπηρέτηση της πληροφόρησης. Άρα νομίζω ότι σωστά μπαίνει ένας περιορισμός».
ΔΕΗ - ΔΕΣΦΑ
Ερωτηθείς για την πώληση του 17% της ΔΕΗ, ο κ. Σκουρλέτης κάνει λόγο για "προσπάθεια παραχάραξης της πραγματικότητας, πάλι, από πολιτικές δυνάμεις και από μερίδα των ΜΜΕ. Αναφερόμενοι σε έναν κατάλογο περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου προς ιδιωτικοποίηση που είχε συνταχθεί από τις κυβερνήσεις του κ. Σαμαρά, θεωρήθηκε ότι πρόκειται και για πολιτική επιλογή ιδιωτικοποίησης του 17% της ΔΕΗ. Γνωρίζετε ότι με πρόσφατο νόμο στη Βουλή ακυρώσαμε το σχέδιο νόμου, το ψηφισμένο σχέδιο νόμου για την ιδιωτικοποίηση κατά 66% του ΑΔΜΗΕ και τη δημιουργία της μικρής ΔΕΗ και την πώλησή της αμέσως μετά. Δεν είναι, λοιπόν, μέσα στο σχέδιο της κυβέρνησης η ιδιωτικοποίηση του 17%".
"Ο κ. Πιτσιόρλας δεν είναι αρμόδιος -και το έχω πει πάρα πολλές φορές- να ασκεί πολιτική. Πρέπει να εφαρμόζει εντολές. Θεωρώ ότι αυτό το θέμα έχει εξαντληθεί" συμπληρώνει.
Σε ερώτηση για την πορεία της αποκρατικοποίησης του ΔΕΣΦΑ, σχολιάζει: "Μέσα από τις δρομολογημένες από τις προηγούμενες κυβερνήσεις ιδιωτικοποιήσεις και αυτές που είχαμε δεσμευτεί και εμείς, όπως αυτή του ΔΕΣΦΑ, δηλαδή του διαχειριστή του εθνικού αγωγού του φυσικού αερίου εμείς χωρίς να παρεμβαίνουμε στους χώρους του διαγωνισμού αυτού, με βάση τις δυνατότητες που μας δίνει το ισχύον νομικό πλαίσιο αποτρέψαμε με νομοθετική ρύθμιση τις υπέρογκες αυξήσεις στα τέλη δικτύου φυσικού αερίου που θα δημιουργούσαν προβλήματα στα νοικοκυριά και κυρίως στην εγχώρια παραγωγή. Θα υπονομεύανε δηλαδή την εναπομείνασα βιομηχανική παραγωγή στην Ελλάδα. Αν αυτό δεν αρέσει στους υποψήφιους επενδυτές νομίζω ότι αρέσει στους Έλληνες καταναλωτές, στα νοικοκυριά και στις ελληνικές επιχειρήσεις".
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ