Ο Τσίπρας και το προσωπείο της Σοσιαλδημοκρατίας

Ο Τσίπρας και το προσωπείο της Σοσιαλδημοκρατίας

Τι είναι η Σοσιαλδημοκρατία; Μια απονευρωμένη εκδοχή του μαρξισμού; Ιδεολογική στέγη των αριστερών που δείλιασαν μπροστά στην επανάσταση; Η μήπως ένα πλαδαρό ιδεολόγημα για εκείνους που αμήχανα ζητούν έναν «καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο»; διερωτάται η Σέρι Μπέρμαν στο βιβλίο της «Το πρωτείο της Πολιτικής».

Η ίδια απαντάει ότι «η σοσιαλδημοκρατία είναι μια αυτοτελής πολιτική ιδεολογία, δοκιμασμένη με επιτυχία στην πράξη. Η άνευ προηγουμένου οικονομική ευημερία και κοινωνική ομαλότητα που γνώρισε η μεταπολεμική Ευρώπη, υπήρξαν εν πολλοίς έργο του σοσιαλδημοκρατικού κινήματος.

Απόρροια αμφισβήτησης του ορθόδοξου μαρξισμού και θεμελιωμένη στην πεποίθηση ότι την ιστορία την κινούν πρωτίστως πολιτικές και όχι οικονομικές δυνάμεις, η σοσιαλδημοκρατία κατάφερε ιστορικά να συνδυάσει τον παραγωγικό δυναμισμό με την προστασία των κοινωνιών από τις επιπτώσεις του».

Ο Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξη στο πλαίσιο του Οικονομικού Forum Δελφών, ισχυρίστηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα καταλαμβάνει τον χώρο από το κέντρο προς τα αριστερά του πολιτικού φάσματος, και δεν είναι το κόμμα που έκανε αντιπολίτευση το 2010 -2012.

Γιατί ο διαχωρισμός; Θεωρεί δηλαδή ότι από το 12 και μετά, το 2014, με τα νταούλια που θα χόρευε τις αγορές, με το συνειδητά ψευδές Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης, και με την ένδοξη διαπραγμάτευση του 1ου εξαμήνου (που του προσπόρισε το βραβείο της χειρότερης διαπραγμάτευσης παγκοσμίως και η οποία κατέληξε στην υπογραφή του τρίτου μνημονίου), ήταν ένα κανονικό κόμμα; Αν το πιστεύει αναιρεί αυτό που ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ ενηλικιώθηκε».

Το πόσο ενηλικιώθηκε φάνηκε, τις τελευταίες ημέρες: Από την πεποίθησή του στην ίδια συνέντευξη ότι η ύφεση οφείλεται… στη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, από την παλαιολιθική ομιλία του χθες στη Βουλή για την εκπαίδευση (σε ένα όχι τέλειο νομοσχέδιο αλλά με προοδευτικές ρυθμίσεις, πάλι κατέφυγε στην καραμέλα του «νεοφιλελευθερισμού», του «πειθαναγκασμού», του «επιθεωρητισμού» και άλλα λαϊκίστικα των δεκαετιών 70 και 80, τα οποία είδαμε που κατέληξαν). Από την πρόσφατη αντίδραση του κόμματός του στην τουριστική καμπάνια, με υιοθέτηση και αναπαραγωγή fake news,; Με τη διαρκή πολιτική του «όχι σε όλα» και την επαγγελία του νεοφιλελευθερισμό δια πάσαν χρήσιν, εν τη αμηχανία τους να αρθρώσουν μια σύγχρονη πρόταση.

Η μετατόπιση ενός προσώπου και ενός κόμματος στην πολιτική γεωγραφία, σημαίνει ότι έχει αλλάξει νοοτροπία, έχει προσαρμόσει την ιδεολογία του και έχει προβεί σε μια ποιοτική αναβάθμιση, ενσωματώνοντας δημιουργικά την πείρα που απέκτησε (από την πρόσκρουση των ιδεοληψιών του με την πραγματικότητα) με νέες ιδεολογικές αναζητήσεις. Αλλά αυτό γίνεται με εξαντλητική εσωτερική συζήτηση η οποία αποτυπώνεται σε αποφάσεις συνεδρίων του. Οι αποφάσεις συνεδρίων είναι η σφραγίδα της ιδεολογικής πιστοποίησης και της ταυτότητας ενός κόμματος.

Πότε έγινε συνέδριο και πότε αποφάσισε ο ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν είναι κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς αλλά του χώρου «από το κέντρο και αριστερά του πολιτικού φάσματος;». Εκείνο που εν τοις πράγμασι ισχύει, είναι η αυθαίρετη απόφαση του ιδίου για μετατόπιση του κομματικού του χώρου, με την ελπίδα κάποτε να ξαναγευτεί τις απολαύσεις της εξουσίας. Ως στόχος φυσικά δεν είναι αθέμιτος. Αθέμιτη είναι η μεθόδευση της πλασματικής εικόνας, του προσωπείου που φοράει.

Ο Τσίπρας κυριαρχεί αριθμητικά στον χώρο της κεντροαριστεράς χάρις στο «εκφυλισμένο» τμήμα των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Εκφυλισμένου πολιτικά, γιατί η πρώτη γενιά των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ το επέλεξε ως πολιτική επιλογή. Οι μετέπειτα εξαγοράστηκαν με το «πάρε κόσμε», « ο λαός έχει πάντα δίκιο» και τα «Τσοβόλα δώστα όλα». Θέλησαν να εκδικηθούν αυτούς που του τα πρόσφεραν όλα και του τα στέρησαν ξαφνικά, και βρέθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ που τους τα υποσχέθηκε. Και όταν δεν τους τα πρόσφερε, βρήκαν δικαιολογητική παρηγορία, τουλάχιστον «προσπάθησε».

Αναφερόμενος στις σχέσεις με το ΚΙΝΑΛ είπε ότι υπάρχει έδαφος για προσέγγιση: «Εμείς καταθέτουμε ειλικρινή πρόταση συζήτησης με το ΚΙΝΑΛ, καθώς πιστεύουμε στις συμμαχικές κυβερνήσεις».

Στις συμμαχικές κυβερνήσεις πιστεύουν αναγκαστικά, όταν δεν συμπληρώνουν αυτοδυναμία. Το απέδειξε η συμμαχία και η συγκυβέρνηση με τον Καμμένο. Αλλά ακριβώς η συμμαχία με Καμμένο, απέδειξε και ότι για τον Τσίπρα και το σύνολο του κομματικού μηχανισμού του ΣΥΡΙΖΑ, οι συμμαχικές κυβερνήσεις δεν σημαίνει και πολιτικώς συγγενικές κυβερνήσεις. Εκείνες τις ημέρες εκτός του ΠΑΣΟΚ (που «βρώμαγε» κατά τον Φίλη) υπήρχε και το Ποτάμι, με τον Σταύρο Θεοδωράκη προσηνή στην ιδέα της συγκυβέρνησης. Απλώς στην επιλογή τους λειτούργησε ο προαιώνιος νόμος «όμοιος ομοίω αεί πελάζει».

Ομοιότητα ΣΥΡΙΖΑ με την σοσιαλδημοκρατία δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο φραστική επίκλησή της.