Το ιστορικής σημασίας άνοιγμα των πανεπιστημίων στον ανταγωνισμό
Shutterstock
Shutterstock

Το ιστορικής σημασίας άνοιγμα των πανεπιστημίων στον ανταγωνισμό

Σε ένα από κοινού άρθρο μου με το κ. Στέργιο Μπακάλη, το οποίο το Liberal.gr δημοσίευσε στις 10 Μαΐου 2023 με τίτλο «Εκλογές: Εντολή ανανέωσης η αλλαγής;», συστήναμε στους φίλους του φιλελεύθερου χώρου να ψηφίσουν υπέρ του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη με βάση το ακόλουθο καταληκτικό σκεπτικό:

«…συνήθως, τη δεύτερη τετραετία οι πρωθυπουργοί έχουν την ευχέρεια να αποφασίζουν περισσότερο σύμφωνα με τις πεποιθήσεις τους και λιγότερο δεσμευόμενοι από τους περιορισμούς των κομμάτων τους. Μια δεύτερη ευκαιρία πιστεύουμε ότι θα αναγκάσει τον κ. Μητσοτάκη να μετρηθεί με όρους ιστορίας και όχι εκλογικής σκοπιμότητας».

Χθες, με βάση όσα άκουσα να λέει ο κ. Πρωθυπουργός κατά την ενημέρωση που έκανε στην κ. Πρόεδρο της Δημοκρατίας αναφορικά με την απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, επιθυμώ να διατυπώσω τους λόγους για τους οποίους εκτιμώ ότι αυτή η μεταρρύθμιση είναι τόσο θεμελιακή ώστε, ακόμη και χωρίς καμιά άλλη μεταρρύθμιση, αφενός δικαιώνει πλήρως την πιο πάνω τοποθέτησή μας πριν από τις εκλογές, και αφετέρου διασφαλίζει τόσο στον ίδιο τον κ. Πρωθυπουργό όσο και στον Υπουργό Παιδείας κ. Κυριάκο Πιερρακάκη περίοπτες θέσεις στο ιστορικό των μεγάλων μεταρρυθμιστών στη χώρα μας. 

Πριν μπω στο κύριο θέμα, μια σύντομη αναφορά στο μακρύ ιστορικό των προσωπικών μου προσπαθειών σ’ αυτό το ζήτημα. Όταν επανήλθα στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ το 1976, έφερα μαζί μου μια πρόταση της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης με την οποία εκδήλωναν το ενδιαφέρον τους να δημιουργήσουν ένα παράρτημα στην Ελλάδα. Όπως είχα δεσμευτεί, την έθεσα υπόψη του τότε Υπουργού Παιδείας κ. Γεωργίου Ράλλη. Εύλογα, μου απήντησε ότι το ζήτημα ήταν άκαιρο, γιατί το Σύνταγμα του 1975, στο άρθρο 16 του οποίου προβλεπόταν το μονοπώλιο του κράτους στην ανώτατη εκπαίδευση, είχε μόλις ψηφιστεί.[1] 

Απ’ αυτό το περιστατικό, αλλά και πλείστα άλλα που συχνά διαπραγματευόμουν μέσα από τις σελίδες του Οικονομικού Ταχυδρόμου και άλλων εντύπων, είχα σχηματίσει την πεποίθηση ότι στο κρατικό μονοπώλιο στηριζόταν γενικά όλο το καθεστώς της καταστολής του ζωογόνου ανταγωνισμού που εμπόδιζε τη χώρα μας να καλύψει μέσα από ταχύρρυθμη οικονομική ανάπτυξη την απόσταση στην υλική ευημερία που μας χώριζε από τις χώρες της τότε Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ). Έτσι, ο περιορισμός ή/ και η κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου, όπου αυτό δεν ήταν θεωρητικά και εμπειρικά αναγκαίο, και αναμφίβολα στην ανώτατη εκπαίδευση δεν ήταν, μπήκε στο επίκεντρο της ακαδημαϊκής μου διδασκαλίας και έρευνας.[2] 

Θα κλείσω αυτήν την παρένθεση με το ακόλουθο περιστατικό. Το 1989, μαζί με άλλους έξι γνωστούς πανεπιστημιακούς καθηγητές, όλους πεπεισμένους για την ευεργετική επίδραση του ανταγωνισμού στην δημόσια πανεπιστημιακή εκπαίδευση, υποστηρίξαμε την ίδρυση και τη λειτουργία του εκπαιδευτικού ιδρύματος Κολλέγιο Ανεξάρτητων Επιστημών και Τεχνολογίας (Independent Science & Technology College).[3] Επί πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (1990-1993), πατρός του νυν πρωθυπουργού, ήταν τόσο μεγάλη η αντίθεση της Νέας Δημοκρατίας, και ιδιαίτερα του τότε Υπουργού Παιδείας Γεωργίου Σουφλιά, στη χρήση του όρου «Κολλέγιο» στον τίτλο του εν λόγω εκπαιδευτικού ιδρύματος, ώστε μαζί με πολλούς άλλους περιορισμούς, μετονομάστηκε και έγινε γνωστό μέχρι σήμερα  ως Ανεξάρτητες Σπουδές Επιστημών & Τεχνολογίας (Independent Studies of Science & Technology-IST studies).

Ποιοι είναι οι λόγοι που δικαιολογούν την ιστορικότητα της μεταρρύθμισης; Αυτοί βρίσκονται στις προσδοκώμενες ανεκτίμητες επιπτώσεις από την κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου στην ανώτατη εκπαίδευση για τη χώρα και τους συμπολίτες μας. Η, αλλιώς, βρίσκονται στο άνοιγμα της ανώτατης εκπαίδευσης στον ανταγωνισμό. Επιτρέψτε μου να εξηγήσω όσο απλούστερα μπορώ γιατί, αντί των ανεδαφικών και ανιστόρητων επιχειρημάτων των οπαδών της «αριστεράς και της προόδου», μ’ αυτή τη μεταρρύθμιση δημιουργείται μια επωφελής κατάσταση για όλους (win-win). Και εννοώ γενικά όλους: έχοντες και μη έχοντες, αγρότες και αστούς, νέους και νέες από πλούσιες και φτωχές οικογένειες, τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών τους.  

Ο ανταγωνισμός είναι «έμπρακτος» και «δυνητικός». Στα οικονομικά αποδεικνύουμε στους φοιτητές μας γιατί όταν υπάρχει εύρωστος δυνητικός ανταγωνισμός, αναγκαστικά υπάρχει και έμπρακτος. Αυτό συμβαίνει γιατί, όσοι επιχειρούν ήδη σε μια αγορά δεν μπορούν να εφησυχάσουν. Πρέπει συνεχώς να γίνονται καλύτεροι, να εξυπηρετούν τους πελάτες τους με καλύτερα προϊόντα και σε καλύτερες τιμές, αφού διαφορετικά κινδυνεύουν να τους χάσουν. Το αληθές και το βάσιμο αυτής της πρότασης μπορεί να τεκμηριωθεί με αναφορά σε πληθώρα παραδειγμάτων. Για οικονομία χώρου και χρόνου, θα περιοριστώ στο πιο κάτω. 

Οι πανεπιστημιακές σπουδές πχ. στη Γερμανία και στην Αγγλία είναι ανοικτές στο διεθνή ανταγωνισμό. Με όρους λειτουργίας που επιβάλλονται από τις κρατικές αρχές ώστε να συμπίπτουν με τους όρους λειτουργίας των εγχώριων πανεπιστημίων, μπορεί να εισέλθει και να λειτουργήσει οποιοδήποτε διεθνές πανεπιστήμιο, διάσημο ή ταπεινό. Εντούτοις, στις εν λόγω χώρες δεν υπάρχουν μη κρατικά πανεπιστήμια άξια λόγου. Γιατί συμβαίνει αυτό; Αυτό συμβαίνει για τους ίδιους λόγους που ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Αντώνης Τζανακόπουλος σε πρόσφατη συνέντευξή του αδυνατεί να κατανοήσει.[4]  

Το πανεπιστήμιο στο οποίο διδάσκει και γενικά τα πανεπιστήμια της Γερμανίας και της Αγγλίας των ΗΠΑ, της Αυστραλίας κλπ., βρίσκονται σε τέτοιο επίπεδο που δύσκολα ένα μη-κρατικό πανεπιστήμιο από το εξωτερικό, το οποίο πρέπει να λειτουργεί χωρίς κρατικές επιχορηγήσεις και χωρίς ελλείμματα, μπορεί να εισέλθει, να προσελκύσει φοιτητές που να πληρώνουν δίδακτρα, και να επιβιώσει οικονομικά.[5]

Στη χώρα μας, για να ανταποκριθούν στην πρόκληση του δυνητικού ανταγωνισμού, τα δημόσια πανεπιστήμια θα βελτιώσουν το επίπεδο των σπουδών που προσφέρουν. Θα ζητήσουν από την πολιτεία και η πολιτεία θα αναγκαστεί να ανεβάσει τους μισθούς των πανεπιστημιακών σε ανταγωνιστικό επίπεδο, να αφήσει τα πανεπιστήμια να ανταγωνιστούν μεταξύ τους με κριτήριο τη διεθνή αριστεία, να σταματήσει τις πελατειακές πολιτικές κάθε αστικό κέντρο και πανεπιστημιακή σχολή, να επιτρέψει στα πανεπιστήμια να αυτοδιοικηθούν ουσιαστικά, κλπ και κλπ, ων ουκ έστι αριθμός. Τα δημόσια πανεπιστήμια έχουν θαυμάσιο διδακτικό και σπουδαστικό δυναμικό. Γι’ αυτό είμαι βέβαιος ότι, κάτω από τις ανταγωνιστικές συνθήκες που θα δημιουργήσει η μεταρρύθμιση, θα διαπρέψουν διεθνώς και θα μετατραπούν σε μια νέα δυναμική εξαγωγική βιομηχανία της χώρας.[6]

Συμπερασματικά, η κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αποτελεί ότι καλύτερο μπορούσε να συμβεί στη χώρα μας ατενίζοντας το μέλλον. Πρόκειται για μια εξέλιξη που δεν ήλπιζα ότι θα προλάβω να ζήσω. Γι’ αυτό ακριβώς είμαι διατεθειμένος να αντιπαρέλθω όλες τις λαϊκίστικες πολιτικές που εισάγονται από την κυβέρνηση και να ανακηρύξω από τώρα τη δεύτερη θητεία του Πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη απόλυτα επιτυχημένη και το άνοιγμα της ανώτατης εκπαίδευσης στον ανταγωνισμό την απαρχή της μετάβασης σε ένα Δυτικόστροφο πρότυπο κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης.   

Ο Γεώργιος Κ. Μπήτρος είναι Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, [email protected]
 
[1] Τελικά, αντί της Ελλάδος, η εν λόγω Σχολή πήγε στην Ισπανία.
[2] Πολλά από τα άρθρα που έγραψα βρίσκονται είτε στα ηλεκτρονικά αρχεία έντυπων μέσων ενημέρωσης, είτε στην ιστοσελίδα https://www.aueb.gr/sites/default/files/Bitros-CV.2020-1.pdf. Αυτά που δεν βρίσκονται εκεί είναι τα σημειώματα που έστειλα κατά καιρούς σε Πρωθυπουργούς, Υπουργούς και άλλους αρμόδιους σε θέσεις ευθύνης για το άνοιγμα της ανώτατης εκπαίδευσης στον ανταγωνισμό.
[3] Βλέπε IST College | Independent Studies of Science & Technology
[4] Βλέπε https://www.youtube.com/watch?v=iI4x5FUZLNw&t=543s).
[5] Μα χρειάζεται να πω στον πιο πάνω καθηγητή και τους άλλους που συμφωνούν μαζί του ότι πρέπει να κοιτάξουν τι ακριβώς συνέβη πχ. στη General Motors και στην Ford όταν επιχείρησαν να μπουν στη Γερμανική αγορά και να παράγουν παραδοσιακά αυτοκίνητα; Η Mercedes, η ΒΜW και η Volkswagen δεν τους άφησαν περιθώρια. Κοντολογίς, είναι επαρκώς τεκμηριωμένο και ισχύει ότι ο διεθνής ανταγωνισμός κερδίζει αγορές στο εσωτερικό μιας χώρας ότι οι συνθήκες του το επιτρέπουν. Μήπως είναι αυτό που φοβούνται οι εν λόγω αντίπαλοι της μεταρρύθμισης;
[6] Όλες οι διεθνείς έρευνες δείχνουν ότι χώρες που άνοιξαν τις πόρτες τους σε μη κρατικά πανεπιστήμια σταδιακά ανέβασαν το επίπεδό τους και κέρδισαν στις προτιμήσεις των σπουδαστών από τρίτες χώρες.