Θριαμβολογούν οι «κύκλοι» του Μαξίμου και οι διάφοροι ομόκεντροί τους στα ΜΜΕ για τις μεγάλες επιτυχίες του πρωθυπουργικού ταξιδιού στο Πεκίνο. Είναι πραγματικά αξιοζήλευτη η ικανότητα του κυβερνητικού συστήματος προπαγάνδας να προβάλλει επιτυχίες εκεί που υπάρχει είτε απόλυτη καταστροφή –διαπραγμάτευση του 2015–, είτε, στην καλύτερη περίπτωση, αποφυγή της καταστροφής με την οποία φλέρταρε η ίδια η κυβέρνηση.
Το θετικό αποτέλεσμα της επίσκεψης Τσίπρα στην Κίνα είναι ότι αποφύγαμε την ανατροπή της επένδυσης της COSCO, παρά τις συνεχιζόμενες προσπάθειες των διάφορων ιδεοληπτικών.
Τι πετύχαμε που να δικαιολογεί τη θριαμβολογία; Οι γνωστοί κυβερνητικοί κύκλοι άρχισαν, πριν ακόμα επιστρέψει ο κ. Τσίπρας, την παραπληροφόρηση, προσπαθώντας αφενός να απαξιώσουν όσα έχουν πετύχει οι προηγούμενες κυβερνήσεις στην προώθηση και αναβάθμιση των ελληνο-κινεζικών σχέσεων, αφετέρου να δώσουν την εντύπωση σημαντικών συμφωνιών που δήθεν υπέγραψε ο πρωθυπουργός.
Οι γενικόλογες δηλώσεις και των δύο πλευρών περί στρατηγικής σχέσης, ιστορικής φιλίας και αρχαίων πολιτισμών είναι πάντα χρήσιμες και αποτελούν τη σταθερή βάση των σχέσεων. Αυτό είναι το κεκτημένο, και μάλιστα σημαντικό. Όπως κεκτημένο είναι η επένδυση COSCO στον Πειραιά, που ξεκίνησε πολύ πριν αναλάβει την εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Κεκτημένο είναι η παρουσία στη χώρα μας των δύο κινεζικών τεχνολογικών κολοσσών που είχε εξασφαλισθεί πριν από χρόνια: της Huawei από τον Μάιο του 2013 και της ΖΤΕ από τον Μάρτιο του 2014, που ολοκλήρωσε την επένδυση της χρησιμοποιώντας το λιμάνι του Πειραιά σαν διαμετακομιστικό κέντρο για τα προϊόντα στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Κεκτημένο είναι το πλαίσιο συνεργασίας στον τουρισμό. Το επιτελικό πρόγραμμα για τη συνεργασία στον τομέα του τουρισμού για την περίοδο 2016-2018, που υπεγράφη τώρα, εντάσσεται στο πλαίσιο της Συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας που προϋπήρχε.
Στις συνομιλίες του κ. Τσίπρα με την κινεζική ηγεσία απουσιάζει παντελώς κάθε ουσιαστική αναφορά στην προώθηση των ευρω-κινεζικών σχέσεων από την Ελλάδα, μέλος της Ε.Ε., κάτι που αποτελούσε ουσιαστικό στοιχείο των ελληνο-κινεζικών συνομιλιών την περίοδο 2013-2014. Προφανώς έχουν αντιληφθεί και οι Κινέζοι φίλοι μας ότι δεν μπορούν να περιμένουν υποστήριξη από μια χώρα που βρίσκεται περιθωριοποιημένη.
Υπάρχουν και θετικά, όπως η υπογραφή Συμφωνία συνεργασίας για την επιστημονική και τεχνολογική καινοτομία, το Υπόμνημα συνεργασίας μεταξύ της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Κίνας και της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδας, το Υπόμνημα συνεργασίας μεταξύ της Κρατικής Διοίκησης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Συμφωνία Συνεργασίας μεταξύ της Αναπτυξιακής Τράπεζας της Κίνας και της Τράπεζας της Ελλάδος.
Δεν υπάρχει όμως ούτε ένα συγκεκριμένο βήμα για υλοποίηση επενδύσεων. Υπενθυμίζω ότι όταν ο Κινέζος πρωθυπουργός είχε επισκεφθεί τη χώρα μας τον Ιούνιο του 2014, είχαν υπογραφεί επιχειρηματικές συμφωνίες ύψους 6,5 δισ. δολ.
Τίποτα δεν δικαιολογεί την υπερβολική οίηση του κυβερνητικού στρατοπέδου για το πρωθυπουργικό ταξίδι στην Κίνα. Αντιθέτως, για όσους παρακολουθούν τα θέματα οικονομικής διπλωματίας από κοντά, υπάρχουν πολλοί λόγοι ανησυχίας όχι μόνο για τη συνεχιζόμενη καθίζηση της ελληνικής οικονομίας, όπως έδειξαν και τα τελευταία στατιστικά στοιχεία μείωσης των εξαγωγών, αλλά και για την παράλυση των υπηρεσιών εκείνων του Δημοσίου που θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό μοχλό προώθησης της οικονομικής διπλωματίας, προσέλκυσης επενδύσεων και τελικά εξόδου από την κρίση. Το Υπουργείο Εξωτερικών, που θα μπορούσε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε μια τέτοια προσπάθεια, έχει δυστυχώς περιέλθει στη χειρότερη κατάσταση των τελευταίων δεκαετιών.