Δεν φίμωσαν τον Τραμπ. Φίμωσαν την ελευθερία έκφρασης

Δεν φίμωσαν τον Τραμπ. Φίμωσαν την ελευθερία έκφρασης

Στην Ελλάδα ήγειρε ελάχιστο προβληματισμό η απόφαση των κοινωνικών δικτύων twitter, και στην συνέχεια των facebook, Snapchat και Twitch, να αναστείλουν τον λογαριασμό του Ντόναλντ Τραμπ. Κυριάρχησαν τα επιφωνήματα ικανοποίησης. 

Αναμενόμενο, αφού στον δημόσιο λόγο έχουν κυριαρχήσει δύο τάσεις. Ο καθωσπρεπισμός της πολιτικής ορθότητας που έχει κάνει την comme il faut έκφραση ευαγγέλιο, και ο αριστερός απαξιωτισμός, με την μονίμως αλληθωρίζουσα άποψη, ότι η φίμωση όταν αφορά τον αντίπαλο… δεν είναι φίμωση.

Κατά την πολιτική ορθότητα, μπορούν να λέγονται σχεδόν όλα αρκεί ο πολιτικός λόγος να μην έχει «γωνίες» και εξτρεμισμό. Να είναι στρογγυλεμένος, δηλαδή να είναι λογοκριμένος εκ των προτέρων. Για την Αριστερά η ελευθερία λόγου δεν είναι αυταξία. Πρέπει να υπηρετεί φιλολαϊκές και δικαιωματικές σκοπιμότητες. Κάθε τι που τις αντιστρατεύεται μπορεί να φιμωθεί. 

Αυτά βέβαια εν Ελλάδι και Αμέρικα. Αντιθέτως προβληματισμός επικράτησε στη Δύση, και δη σε υψηλά κλιμάκια.

Η Καγκελάριος Αγγελα Μέρκελ για παράδειγμα, θεώρησε «προβληματικό» τον μόνιμο αποκλεισμό Τραμπ από το twitter. Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπός της Στέφεν Ζάιμπερτ «το θεμελιώδες δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης είναι στοιχειώδους σημασίας». Πρόσθεσε ότι «παρεμβάσεις μπορούν να γίνουν μόνο σύμφωνα με τους νόμους, όχι όμως έπειτα από απόφαση των διαχειριστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης». 

Στο ίδιο πνεύμα, ο επικεφαλής της Κ.Ο. του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Μάνφρεντ Βέμπερ (CSU) με δηλώσεις του στο Politico τόνισε την ανάγκη για περισσότερη εποπτεία στα συγκεκριμένα δίκτυα. Όπως είπε «Δεν μπορούμε να αφήσουμε στις αμερικανικές εταιρίες το πώς θα συζητούμε και πώς όχι». Τάχθηκε δε υπέρ αυστηρότερων κανονισμών ρύθμισης.

Την ίδια ώρα, Γάλλοι πολιτικοί, από όλα σχεδόν τα πολιτικά κόμματα, καταδίκασαν τον αποκλεισμό του Ντόναλντ Τραμπ. Ο εκπρόσωπος της γαλλικής κυβέρνησης Γκαμπριέλ Ατάλ εκτίμησε ότι το να φιμώσεις κάποιο πρόσωπο στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίοι έχουν μετατραπεί σε «ένα είδος δημόσιου χώρου», εγείρει ερωτηματικά «λόγω της απουσίας συγκεκριμένων κριτηρίων, καθορισμένων από τον νόμο».

Ο υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ δήλωσε ότι «ο έλεγχος των ψηφιακών κολοσσών δεν μπορεί να διεξάγεται από την ίδια την ψηφιακή ολιγαρχία». Δηλώνοντας «σοκαρισμένος» από την απόφαση, ο υπουργός επισήμανε την «απειλή» που συνιστά αυτή η «ψηφιακή ολιγαρχία» για «τα κράτη και τη δημοκρατία», και τόνισε ότι μόνο «ο κυρίαρχος λαός», «τα κράτη» και «η δικαιοσύνη» νομιμοποιούνται να καθορίσουν το ρυθμιστικό πλαίσιο των γιγάντων του διαδικτύου.

Ακόμη και στην αντιπολίτευση, από τον ηγέτη της ριζοσπαστικής Αριστεράς Ζαν-Λικ Μελανσόν (!) μέχρι την ηγέτιδα της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν, καταδίκασαν την απόφαση του Twitter. 

Επίσης ο Ευρωπαίος επίτροπος Τιερί Μπρετόν δήλωσε «σαστισμένος» από τις εξελίξεις.

Οι επικροτητές της φίμωσης υποστηρίζουν ότι οι πλατφόρμες αυτές είναι ιδιωτικές εταιρίες και έχουν κανονισμούς λειτουργίας. Όποιος συμμετέχει σημαίνει ότι αποδέχεται τους κανονισμούς, και ότι οι ίδιες δικαιούνται να τον αποβάλουν εάν κρίνουν ότι τους παραβιάζει. 

Δεν είναι ακριβώς έτσι. Είναι μεν ιδιωτικές εταιρίες, τα κέρδη είναι δικά τους, αλλά με την στρατηγική θέση που έχουν κατακτήσει πλέον ως κανάλια επικοινωνίας παγκοσμίου επιπέδου, το προϊόν τους έχει μεταπλασθεί σε δημόσιο αγαθό. Twitter και Facebook έχουν εξοβελίσει τα mainstream media από την στρατηγική τους θέση, και έχουν απομειώσει τον κυρίαρχο λόγο τους. 

Η φίμωση του όποιου Προέδρου ενός κράτους, και πολύ περισσότερο του Προέδρου μιας υπερδύναμης τον οποίο ψήφισαν 70 εκατομμύρια πολίτες, δεν εναπόκειται στην απόφαση ενός CEO μιας ψηφιακής επιχείρησης. Δεν μπορεί να γίνεται ισχυρότερος από έναν εκλεγμένο Πρόεδρο, όποιος κι αν είναι αυτός. 

Και για όσους αριστερούς που χαίρονται, σημειώνουμε ότι αν σήμερα φίμωσαν τον γελοίο Τραμπ, αύριο θα μπορούσαν να φιμώσουν ένα ριζοσπάστη ηγέτη, επειδή ο λόγος του αποκλίνει από τον κατ΄ αυτούς παραδεκτό. 

Γι’ αυτό χρειάζεται επειγόντως διεθνής ρύθμιση που θα καθορίζει τις αρμοδιότητές τους. Δεν μπορεί οι ιδιοκτήτες παγκοσμίων ψηφιακών πλατφορμών να είναι ισχυρότεροι από ψηφισμένους ηγέτες. Τότε να τους παραδώσουμε και την παγκόσμια διακυβέρνηση.