Του Σταύρου Πετρολέκα
Από την «Περπατησία» στη «Ρότα»
Είναι βέβαιο ότι θα βρεθεί πετρέλαιο και φυσικό αέριο (ΦΑ) στα οικόπεδα που έχουν ήδη παραχωρηθεί σήμερα προς εξερεύνηση, χερσαία και θαλασσινά. Η ποσότητα μόνο των ευρημάτων είναι άγνωστη, όπως είναι και ο επιμερισμός της όποιας ανεύρεσης μεταξύ ΦΑ και πετρελαίου.
Αυτή τη στιγμή, δώδεκα οικόπεδα (blocks) βρίσκονται σε διάφορα στάδια ολοκλήρωσης της διαδικασίας παραχώρησης. Αυτή ξεκίνησε με την προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού τύπου “Ανοικτής Πρόσκλησης Ενδιαφέροντος” (Οpen Door) τον Ιανουάριο 2012. Στη συνέχεια ακολούθησε ένας Γύρος Παραχωρήσεων για τρία χερσαία οικόπεδα, ένας (λεγόμενος) Δεύτερος Διεθνής Γύρος για είκοσι θαλάσσια οικόπεδα υπεράκτια της δυτικής Ελλάδος και νοτίως της Κρήτης, που προκηρύχθησαν αμφότεροι τον Ιουλίου 2014. Τέλος, μετά από ιετό τριών ετών, τον Αύγουστο 2017 ανακοινώθηκε νέα Πρόσκληση Ενδιαφέροντος, για διάθεση τριών νέων υπεράκτιων οικοπέδων, ενός στο Ιόνιο και δύο νοτιο/δυτικά της Κρήτης, πάλι μέσω της πρακτικής του Open Door... και για την οποία περιμένουμε ακόμη την επίσημη δημοσίευση στη Εφημερίδα ΕΕ, προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι σχετικές διαδικασίες.
Οκτώ εξ αυτών των οικοπέδων είναι θαλάσσια, ήτοι το παράκτιο «Κατάκολο», «Πατραϊκός Κόλπος Δυτικά» (2012), «Οικόπεδο 1», «Οικόπεδο 2», «Οικόπεδο 10» (2014) και τέλος τα «Δυτικής Κρήτης», «Νοτιο-δυτικής Κρήτης» (που ενσωματώνουν/τροποποιούν τμήματα αντιστοίχως των παλιών οικοπέδων 11 και 12, 17 & 16) και το οικόπεδο «Ιόνιο» (που ενσωματώνει τα παλιά οικόπεδα 3&7). Τα υπόλοιπα τέσσερα είναι τα χερσαία «Ιωάννινα» (2012), «Άρτα - Πρέβεζα», «Αιτωλοακαρνανία», «Βορειοδυτική Πελοπόννησος» (2014).
Μόνο στα οικόπεδα που παραχωρήθησαν κατά τον πρώτο διαγωνισμό το 2012 έχουν υπογραφεί και επικυρωθεί απ' την Βουλή - με μεγάλες καθυστερήσεις - οι τελικές Συμβάσεις Μίσθωσης με τις ανάδοχες εταιρείες (Energean στο Κατάκολο, ELPE/Edison στο Πατραϊκό και Energean/Repsol στο Ιόνιο), όπου και προβλέπεται έναρξη γεωτρήσεων αρχές του 2019 (Κατάκολο και Πατραϊκό) και πιθανώς το 2020 σε στόχους στο Ιωάννινα. Η Σύμβαση στο - πολύ ελπιδοφόρο - Οικόπεδο 2 (ΕΛΠΕ, Total, Edison) μετά από τρία χρόνια έχει πλέον περάσει και τον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, και υπεγράφη από το Υπουργικό Συμβούλιο τον Οκτώβριο, και περιμένει μόνο την κύρωση απ΄ την Βουλή. Είναι η εξαίρεση. Σε όλα τα υπόλοιπα ενώ έχουν ορισθεί εδώ και καιρό οι προτιμηταίοι ανάδοχοι, υπάρχουν ακόμα απαράδεκτες καθυστερήσεις και εκκρεμότητες.
Στις πιο σοβαρές εκτιμήσεις, εικάζεται - και τονίζεται πως εικάζεται μόνο γιατί μέχρι να πραγματοποιηθεί γεώτρηση όλα είναι θεωρητικά - πως ο όγκος των πιθανών αποθεμάτων σε συγκεντρώσεις στα χερσαία και θαλάσσια οικόπεδα της δυτικής Ελλάδος ανέρχεται κάπου στα 4 δισ. ισοδύναμα απολήψιμα βαρέλια πετρελαίου (Ντίνος Νικολάου - 06/2014), ενώ νότια της Κρήτης ιδίως στα θαλάσσια οικόπεδα 13 & 14 μεταξύ Ιεράπετρας και νήσου Γαύδου, εικάζεται ότι σε δομές μεγάλης κλίμακος οι πιθανοί πόροι είναι της τάξεως των 2-4 Τρις μ3 φυσικού αερίου ή/και περίπου 1,5 - 4 δισ. βαρέλια πετρελαίου (Ηλίας Κονοφάγος - 04/2016) Ο δε Κονοφάγος μάλιστα (11/2017), βάσει των τελευταίων εκτιμήσεων της ειδικευμένης στην ερμηνεία σεισμικών δεδομένων εταιρείας PGS, ότι στα προς παραχώρηση δύο νέα οικόπεδα δυτικά/νότια της Κρήτης, μπορεί υπό προϋποθέσεις να περιμένουμε άλλα 2 τρισ. μ3!
Με τέτοιο υποτιθέμενο θησαυρό να κείται στο υπέδαφος και το βυθό της Ελλάδος, έστω σε μέρη όπου δεν εγείρονται προβλήματα προσδιορισμού ΑΟΖ, (αν και ακόμη και σ' αυτά έχει υπάρξει μέριμνα στο Νόμο 4001/11 με τον ορισμό ορίων της υφαλοκρηπίδας στα νότια και δυτικά, πράγμα που συνοδεύτηκε και από σχετική ρηματική διακοίνωση προς τα αρμόδια διεθνή – και δη Κοινοτικά – όργανα), είναι απορίας άξιον γιατί δεν δραστηριοποιήθηκε η χώρα πολύ νωρίτερα στην αναζήτηση αυτού του θησαυρού, σε εποχές μάλιστα που η συγκυρία στον κύκλο τιμών των ενεργειακών ορυκτών ήταν πολύ ευνοϊκότερη.
Πολύ απλά. Γιατί τόσα χρόνια τώρα, πέραν τις αφοσίωσης στον άφθονο λιγνίτη, με λιγοστές εξαιρέσεις ξεχάστηκαν από τους ιθύνοντες την ενεργειακή πολιτική του τόπου τα «πετρέλαια», - εκτός τα λιγοστά στον Πρίνο που συνεχώς μειώνονταν. Από τα τέλη της δεκαετίας του ''90 η προσοχή στράφηκε με πείσμωσα εμμονή, αρχικά προς υλοποίηση μικρότερων περιφερειακών αγωγών, όπως ο Burgas-Alexandroupolis, αργότερα στους μεγάλους τύπου, «South Stream», ύστερα στους « Greek Stream» και «East Med». Εμμονή που συνοδεύθηκε παράλληλα με μια ξέφρενη ψύχωση από το 2009 με τα (επιδοτούμενα) ΑΠΕ, που μόνο τελευταία έχει καταλαγιάσει με την επιβολή ορθολογικότερων λύσεων.
Δοθέντως των αβέβαιων προοπτικών των αγωγών αυτών, έχει έλθει πια ο καιρός να αφοσιωθούμε ως χώρα πιο ενεργά και στέρεα με τις όποιες δυνατότητες παρουσιάζουν σήμερα οι γηγενείς μας υδρογονάνθρακες. Δυνατότητες που ενέχουν χειροπιαστή αναπτυξιακή φυγή από την σημερινή μας μιζέρια με την αφθονία πλούτου που ενδεχομένως παρέχουν.
Όχι πως μπορούμε - ή πρέπει - τώρα ή στο μέλλον, να «φορέσουμε κελεμπίες». Η υπόθεση αξιοποίησης υδρογονανθράκων περνά από διάφορες, χρονίζουσες μάλιστα, φάσεις, η πρώτη εκ των οποίων είναι φυσικά η ανεύρεσή των...
Και εκεί βρισκόμαστε σήμερα, στα αρχικά ακόμη στάδια της εξερεύνησης, μετά από την εκκίνηση που δόθηκε στην υπόθεση απ΄ τον Γιάννη Μανιάτη το 2011. Ακολούθησαν μερικά πρώτα βήματα (οριοθέτηση οικοπέδων, ανάθεση σεισμικών ερευνών, διεξαγωγή διαδικασιών Προσκλήσεων Ενδιαφέροντος, κτλ), αλλά μετά η υπόθεση λοξοδρόμησε. Φαίνεται πως ξαναβρήκε την «περπατησιά» της μόλις στα τέλη του 2016/αρχές 2017, με την ουσιαστική στελέχωση και ενεργοποίηση της ΕΔΕΥ, τού κεντρικού φορέα διαχείρισης και προώθησης του Upstream στην Ελλάδα.
Το ζητούμενο τώρα είναι πως η ακόμη αβέβαιη αυτή αλλαγή «περπατησιάς» θα μετατραπεί σε διαρκές βηματισμό προόδου... πώς δηλαδή θα μετουσιωθεί σε σταθερή, συνεκτική και πολιτικά δεσμευτική, «ρότα» προς τα μπρος.
Ο εντοπισμός και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων δεν είναι μόνο μια μακρόσυρτη, κεφαλαιοβόρα και χρονοβόρα υπόθεση. Είναι ταυτόχρονα μια σειρά εργασιών με πολύ απαιτητική τεχνική εξειδίκευση και γνώση. Και η Ελλάδα ούτε μπορεί να σηκώσει μόνη της μια τέτοια υψηλή οικονομική επιβάρυνση, αλλά ούτε διαθέτει την εξειδικευμένη τεχνολογίας και γνώση, ιδίως σε θαλάσσιες εξορύξεις μεγάλου βάθους. Αυτά πραγματώνονται μόνο μέσω προσέλκυσης ξένων ενδιαφερόμενων επενδύσεων και την μεταφορά της τεχνογνωσίας που προσκομίζουν.
Ως εκ τούτων, το όλο σύστημα για να είναι ικανό να αποδώσει, αλλά και να προκαλέσει διαρκή στη συνέχεια οφέλη για τον τόπο απαιτεί, επεμβάσεις και χειρισμούς σε τρείς συγκεκριμένους επιμέρους τομείς, σε σχέση με ότι παρουσιάζει η λειτουργία του σήμερα:
(α) στη διακυβέρνηση (governance) του κλάδου,
(β) στην παροχή ειδικών φορολογικών κινήτρων στις ανάδοχες εταιρείες και
(γ) στην αέναη διαφάνεια των συναλλαγών του κλάδου.
(α) Διακυβέρνηση κλάδου......αφορά κυρίως την απρόσκοπτη λειτουργία της ΕΔΕΥ:
(ι) - Πρέπει να τονισθεί ιδιαίτερα, πως από την αρχή του έτους και υπό την καθοδήγηση του καινούργιου προέδρου της, Γιάννη Μπασιά, ο οποίος ανέλαβε καθήκοντα μόλις τον Οκτώβριο του 2016, η ΕΔΕΥ δια σειράς ενεργειών και στάσεων που κράτησε σε διάφορα ζητήματα, εμπέδωσε την αυτονομία της έναντι του ΥΠΕΝ. Μέχρι τότε λειτουργούσε μόνο ως κέλυφος αρμοδιοτήτων, παρακλάδι ουσιαστικά του υπουργείου, καθεστώς εξ άλλου οικείο στη γενικότερη παράδοση διακυβέρνησης της Ελλάδος, όπου κάθε κυβέρνηση διατηρεί το προνόμιο να διαλέγει ποιος θα ελέγχει έναν κλάδο, πως θα ελέγχει και ποιοι θα ελέγχονται, μη επιδεχούμενη υποδείξεις, ακόμη και αυτών των όποιων Ανεξάρτητων Αρχών. Η ΕΔΕΥ δεν είναι βέβαια ανεξάρτητη αρχή. Είναι διαχειριστική οντότητα (με την μορφή ΑΕ), υπεύθυνη για την εποπτεία, σωστή λειτουργία και ανάπτυξη του κλάδου των υδρογονανθράκων στην χώρα, εισηγούμενη όμως πάντα τις όποιες γνωμοδοτήσεις της ως υποκείμενη στις στρατηγικές κατευθύνσεις που ορίζει ο αρμόδιος υπουργός ΥΠΕΝ.
Αυτοί οι διακριτικοί ρόλοι, όπου, στα πλαίσια πάντα του ευρύτερη εθνικού και Ενωσιακού κανονιστικού πλαισίου, ο μεν Υ/ΥΠΕΝ, απ΄ την μια, έχει την ευθύνη χάραξης της γενικότερης πολιτικής, η δε ΕΔΕΥ από την άλλη, υλοποιεί, εποπτεύει και γνωμοδοτεί τα περί την τήρηση και εφαρμογή των συμφωνηθέντων, είναι κάτι που μόνο τώρα, ύστερα από πέντε και πλέον έτη, μετουσιώνεται σε πράξη. Και αυτή η σχετική πάντα αυτονομία και ανεξαρτησία στο «μάνατζμεντ» των υποθέσεων του κλάδου, είναι κάτι που πρέπει εφ' εξής να προστατευθεί ως κόρην οφθαλμού. Είναι ο καλύτερος τρόπος να θωρακισθεί ο κλάδος του Upstream από τις ευρύτερες γραφειοκρατικές, πελατειακές και ενίοτε αυθαίρετες εξωθεσμικές παρεμβάσεις που τόσο καθυστερούν και αγκυλώνουν ακόμη τις επενδύσεις, ελληνικές και ξένες, στην Ελλάδα.
(ιι) – Παραμένουν ωστόσο ακόμη ορισμένα «κουσούρια»:
Πρώτο και κύριο, η εισέτι μη μόνιμη στελέχωση της ΕΔΕΥ. Από τις αρχές του έτους έχει ξεκινήσει η πρόσληψη ενός ολιγάριθμου (~10/15) αριθμού υπαλλήλων, οι περισσότεροι με την απαιτούμενη επιστημονική κατάρτιση. Υπάρχει ανάγκη για λίγους ακόμη, ώστε με ένα δυναμικό αποτελούμενο το πολύ από 20/25 άτομα, να μπορεί η ΕΔΕΥ να ανταπεξέρχεται στις συνεχώς αυξανόμενες υποχρεώσεις της. Το πρόβλημα είναι ότι μέχρι σήμερα, η πλειοψηφία των στελεχών αυτών έχουν προσληφθεί με ολιγόμηνες συμβάσεις και εκτός ΑΣΕΠ. Ετσι δεν μπορεί ασφαλώς να διασφαλισθεί απρόσκοπτη συνέχιση χειρισμού υποθέσεων και απαιτείται, επειγόντος μάλιστα, η ρύθμιση του ζητήματος.
Ενα δεύτερο «κουσούρι», απορρέει από τις επιταγές του Νόμου 4409/16 που ενσωμάτωσε στο εθνικό δίκαιο την Οδηγία 2013/30/ΕΕ για την ασφάλεια στις υπεράκτιες εργασίες εξερεύνησης αλλά και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων.
Η Οδηγία αυτή προέκυψε από τις ολέθριες συνέπειες στο περιβάλλον που προκάλεσε η έκρηξη σε μεγάλη εξέδρα της ΒΡ το 2010 στο Κόλπο του Μεξικού, με στόχο την όσο το δυνατόν μείωση σοβαρών ατυχημάτων που σχετίζονται με τις σχετικές υπεράκτιες εργασίες και τον περιορισμός των συνεπειών ρύπανσης που προκαλείται. Αναμφισβήτητα, πρόκειται για μία πολύ σημαντική ρύθμιση, η οποία ωστόσο προβλέπει ρητώς πως – εφ' όσον υπάρξουν πάνω από έξι πλατφόρμες στη χώρα - την ευθύνη πρέπει να την έχει ανεξάρτητη αρχή, ξέχωρη από τον φορέα αδειοδότησης δικαιωμάτων εξερεύνησης και παραγωγής. Πρέπει δηλαδή να είναι ανεξάρτητη από την ΕΔΕΥ. Ωστόσο, από τα μέσα του 2016, ενώ ήδη υπήρχε ή ετοιμάζετο παραχώρηση σε πέντε θαλάσσια οικόπεδα, συν αυτό του Πρίνου, ρόλος αυτός ανατέθει - υποτίθεται προσωρινά - στην ΕΔΕΥ.
Προκειμένου δε να μη σπαταληθεί άλλος χρόνος στο όποιο μεταβατικό αυτό στάδιο, η ΕΔΕΥ προσέλαβε πρόσφατα (Σεπτέμβριος/17) με την αρωγή της EBRD (Eυρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης), την Νορβηγική εταιρεία DNV GL που ειδικεύεται στην διεξαγωγή ελέγχου σε υφιστάμενες υπεράκτιες εγκαταστάσεις και παρέχει ανάλογη εκπαίδευση προσωπικού, το οποίο αναγκαστικά θα προσληφθεί για το σκοπό αυτό.
Το προσωρινό αυτό στάδιο πρέπει να τελειώνει – πράγμα που έχει άλλωστε επισημάνει και η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής από το 2016 - ώστε να ικανοποιηθεί, μεταξύ άλλων, και η απαίτηση θεσμικής (και ουσιαστικής) ανεξαρτησίας που θέτει ο Νόμος. Και προκειμένου να αποφευχθεί η δαπανηρή και χρονοβόρα εξ΄ υπαρχής σύσταση και στελέχωση μιας ακόμη Ανεξάρτητης Αρχής, άλλα και να αξιοποιηθούν όσο πιο άμεσα γίνεται τα πορίσματα και η εκπαίδευση προσωπικού που θα παράσχει η DNV GL, πιθανώς ο πιο σύντομος και σύννομος τρόπος είναι με την μεταφορά των (μαζί με τους πόρους που προβλέπει ο N 4409) από την ΕΔΕΥ στην ΡΑΕ.
Εκτός του ότι η ΡΑΕ είναι η ίδια Ανεξάρτητη Αρχή, έχει πλήρη εποπτική αρμοδιότητα, αλλά και την πείρα και γνώση, επί του συνόλου των «Midstream» και «Downstream» κλάδων του ΦΑ, δηλαδή στη μεταφορά και στη διανομή του στο εσωτερικό της χώρας, περιλαμβανομένης και της ασφάλειας των σχετικών εγκαταστάσεων. Ταιριάζει έτσι η ΡΑΕ να επιφορτισθεί, έστω συμπληρωματικά, ευθύνες και στο σκέλος ΦΑ του Upstream.
Τέλος, υπάρχει το πολύ μεγάλο «κουσούρι» των καθυστερήσεων. Αυτές κυρίως που προκύπτουν από τα πολλά στάδια θεσμοθετημένης διαδικασίας ολοκλήρωσης εγκρίσεων και κυρώσεων συμβάσεων εξερεύνησης/εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. Το πρόβλημα δεν αφορά άμεσα την ΕΔΕΥ, όσο, και κυρίως, την προβλεπόμενη διάταξη (δια Υπουργικής Απόφασης),υποχρεωτικής τελικής κύρωσης από την Βουλή.
Η καθυστερήσεις αυτές είναι σχεδόν εξ υπαρχής σύμφυτες με την λειτουργία τήρησης ίσων όρων ανταγωνισμού και χρηστής διαγωνιστικής διαδικασίας.
Απαιτείται, π.χ. αφού πρώτα το ΥΠΕΝ προκηρύξει επίσημα διαγωνισμό προς μίσθωση παραχώρηση οικοπέδου, αποστέλλεται αμέσως για δημοσίευση στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Στην δε μόλις πρόσφατη περίπτωση για τα θαλάσσια οικόπεδα νοτιοδυτικά και δυτικά της Κρήτης, ενώ το ΥΠΕΝ προκήρυξε τον διαγωνισμό και το δημοσίευσε και στο Ελληνικό ΦΕΚ αρχές Αυγούστου, σήμερα, σχεδόν αρχές Δεκεμβρίου ακόμη περιμένουμε τη δημοσίευση.....
Άλλη εστία θεσμικής καθυστέρησης είναι το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπου εκδίδει την απόφαση του, συνήθως μετά από τρείς και τέσσερεις μήνες αφού κατατεθούν τα σχετικά έγγραφα.. Εδώ όμως φτάνει μια υποψήφια Σύμβαση μίσθωσης, μόνο αφού πρώτα, καταλήξει ως επιλογή του αρμόδιου υπουργείου ΥΠΕΝ, μετά βέβαια όλων των εσωτερικών αξιολογήσεων από επιτροπές αξιολόγησης κτλ στην ΕΔΕΥ και των αναγκαίων μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Αφού έχουν προηγηθεί όλα αυτά τα προηγούμενα, η υποψήφια προς μίσθωση παραχώρησης επιλογή, πρέπει αφ' ενός να γίνει αποδεκτή και να υπογραφεί από το Υπουργικό Συμβούλιο, αφ' ετέρου να υποστεί στη συνέχεια τη βάσανο μιας επιπρόσθετης διαδικασίας εξέτασης και κύρωσης της Συμβάσης από την Βουλή. Και προκύπτει ειδικά εδώ, μεγίστη νέα καθυστέρηση, πολλών μηνών, που φτάνουν ενίοτε και το εξάμηνο. Εξ άλλου η εμπειρία έχει δείξει ότι η εξέταση των Συμβάσεων αυτών εκ μέρους της Βουλή, είναι ως επί το πλείστων επιδερμική, έμπλεη κομματισμού και ανούσια. Διεθνώς δε, μόνο σε δύο περιπτώσεις εφαρμόζεται αυτή η υποχρεωτική εμπλοκή της Βουλής. Στη Δανία, όπου γίνεται μόνο με συνοπτικές, τυπικές διαδικασίες και εντός μηνός από προηγούμενες εγκρίσεις φορέων, και στους Νήσους Comoro (βρίσκονται στο Ειρηνικό βόρεια της Μαδαγασκάρης) προκειμένου να κατοχυρώνεται, όπως υποστηρίζεται εκεί, η διαφάνεια επιλογών...
Αλλαγές αυτού του θεσμικού καθεστώτος δεν μπορεί να επιβληθούν ούτε στη περίπτωση της υποχρεωτικής δημοσίευσης στην επίσημη Εφημερίδα ΕΕ, ούτε στους ρυθμούς έκδοσης αποφάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Μπορεί όμως να καταργηθεί η προηγούμενη ΥΑ περί υποχρεωτικής κύρωσης Συμβάσεων από την Βουλή – που δεν προβλέπεται έξ άλλου στην πρωτογενή νομοθεσία των Νόμων 2289/95 και 4001/11-, αντικαθιστώντας την με διάταξη μόνο για υποχρεωτική ενημέρωση. Σίγουρα η βούλα ενός Υπουργικού Συμβουλίου αρκεί ως νομική και πολιτική δέσμευση, χωρίς να χρειάζονται επιπρόσθετες διασφαλίσεις.
(β) Παροχή ειδικών φορολογικών κινήτρων (Tax Holiday)
Βρισκόμαστε, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, στη απαρχή αναστροφής του κύκλου εργασιών/τιμών της πετρελαϊκής βιομηχανίας, και δη του Upstream, που ξεκίνησε στα τέλη 2014 με την ραγδαία πτώση των τιμών ανά βαρέλι και την επακόλουθη πετρελαϊκή υπερπληρότητα (oil glut) στις αγορές. Ακολούθησε μια ζοφερή διετία με απολύσεις εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων, δραστικότατη μείωση (σχεδόν 80%) εξόδων, κερδών, και εξερευνητικών εργασιών ανά γης.
Σήμερα τα πράγματα αλλάζουν. Σημαντικός αριθμός εταιρειών, μικρές και μεγάλες, έχουν αρχίσει ξανά να αναζητούν βάσιμης υδρογονανθρακικής προσδοκίας λεκάνες, ιδίως σε υπεράκτια – και μάλιστα frontier (εξερευνητικά παρθένα και πολύ υψηλού ρίσκου) – οικόπεδα, κυρίως στα ανοικτά της δυτικής Αφρικής, της Βραζιλίας, στις Αρκτικές θάλασσες βόρεια της Νορβηγίας, σε μέρη του Ινδικού Ωκεανού. Η γενική εικόνα είναι αυτή μιας αναζήτησης όπου κλιμακώνεται, ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών, στοχεύοντας όταν ο κύκλος της πετρελαϊκής βιομηχανίας πάρει την πλήρη ανιούσα, κατ'' εκτίμηση από το 2019, οι εταιρείες θα μπορέσουν, χωρίς καθυστέρηση να εκμεταλλευτούν τα όποια νέα αποθέματα θα είναι σε θέση να ανταποκριθούν στην τότε ζήτηση....ιδίως του ΦΑ.
Ο ανταγωνισμός είναι πράγματι λυσσαλέος. Και βεβαίως δεν λείπουν οι κινήσεις προσέλκυσης εταιρειών εξερεύνησης/παραγωγής από ενδιαφερόμενα κράτη, που επιζητούν τις συνοδεύουσες επενδύσεις, κυρίως με την μορφή φορολογικών κινήτρων και παροχών.
Η Ελλάδα κινδυνεύει να απουσιάζει από αυτή την αναδυόμενη χρονικά ευκαιρία... χωρίς αυτό να αποτελεί έκπληξη. Κρατήθησαν μόνο στη ζωή τα λίγα οικόπεδα που είχαν παραχωρηθεί προς εξερεύνηση από τους πρώτους γύρους, και αυτά με το ζόρι, υποκείμενα σε σωρεία γραφειοκρατικών καθυστερήσεων. Μόλις φέτος το καλοκαίρι όπως ήδη αναφέραμε, κατόρθωσε πάλι διά της διαδικασίας του «Open Door», να ανοίξει ξανά την αγορά, αναταποκρινόμενη σε ενδιαφέρον για ένα ενιαίο οικόπεδο σε στόχους γύρω απ' τους Παξούς (όπου τα παλιά οικόπεδα 3 και 7), γνωστά σε πετρέλαιο-γεωλόγους από παλιά, όπως και για τα δύο νεο-χαραχθέτα οικόπεδα νοτιο/δυτικά της Κρήτης, ενδιαφέρον που προέκυψε επειδή το υπέδαφος τον καθεφτρίζει γεωλογικά αυτό του γιγάντιου κοιτάσματος Zohr, το οποίο τόσο μεγάλο ενδιαφέρον προκάλεσε διεθνώς.
Η πρόκληση σήμερα για τα εξερευνητικά δρώμενα της Ελλάδος είναι να κατορθώσει να στρέψει η χώρα την προσοχή των αναδόχων, κυρίως των μεγάλων παικτών, που συμμετέχουν – ή θα συμμετάσχουν οσονούπω – στην εξερεύνηση να επιταχύνουν τις σχετικές εργασίες. Ακόμη και πιο γρήγορα από τα οκτώ χρόνια που προβλέπεται ως διάρκεια χρόνου εξερεύνησης στα χρονοδιαγράμματα των Συμβάσεων. Και αυτό γιατί οι πετρελαϊκές εταιρείες επιλέγουν, σε μεγάλο βαθμό, που θα επιμερίσουν τα απαιτούμενα κεφάλαια εργασιών (capex) μεταξύ των πολλών πεδίων που εξερευνούν διεθνώς, ανάλογα και με το προσδοκώμενο φορολογικό όφελος/βάρος. Ετσι αν τους προσφέρεται δημοσιονομικό έναυσμα για επιτάχυνση εργασιών, προφανώς τα προς εξερεύνηση οικόπεδα καταγράφονται με προτεραιότητα, αν βέβαια οι τεχνικές ενδείξεις είναι θετικές.
Η δε βασική φορολόγηση του Upstream στην Ελλάδα, όπως έχει διαμορφωθεί βάσει του Ν 2289/95 και Ν.4001/11, ανέρχεται στο 25% επί των εσόδων της παραγωγής, εκ των οποίων το 5% αποδίδεται τοπικά στην σχετική Περιφέρεια. Ωστόσο η συνολική επιβάρυνση, αν συν-υπολογίσουν σωρεία άλλων ειδικών δημόσιων τελών που καλείται να συνεισφέρει ο ανάδοχος (π.χ. μερίσματα Υπογραφής και Ανταλλάγματος Παραγωγής, στρεμματικής αποζημίωσης, εκπαίδευσης προσωπικού, κτλ.), το ποσοστό αυτό υπερβαίνει κατά πολύ το 25% και εγγίζει το 55% με 60%, χώρια από άλλες υποχρεώσεις (εταιρικοί φόροι, ασφαλιστικές εισφορές, κτλ.) που εγγράφονται όμως, ως έξοδα λειτουργίας (opex). Κατάσταση ελάχιστα ανταγωνιστική από φορολογικής απόψεως και σαφώς αποτρεπτική στην προσπάθεια προσέλκυσης ενδιαφέροντος για ταχύρρυθμη ενασχόληση.
Μιμούμενη επομένως το παράδειγμα μείωσης φορολογικών βαρών άλλων κρατών (π.χ. Μαρόκο, Ιρλανδία, Τουρκία, Νορβηγία, κ.α.) η Ελλάδα θα πρέπει να προβεί και αυτή σε ανάλογες ρυθμίσεις. Και ίσως ο πιο δόκιμος τρόπος είναι να ισχύσει ένα καθεστώς «tax holiday» με κατάργηση – για μία δεκαετία – του σκέλους 20% της βασικής φορολογίας άμα την τελική επικύρωση της Σύμβασης Μίσθωσης/Παραχώρησης (προς το παρόν) από τη Βουλή. Διατηρείται μόνο ο περιφερειακός φόρος του 5%.
Ο λόγος που αυτή η χρονικά παρατεταμένη φορολογική ελάφρυνση ορίζεται να μετρά από την ημερομηνία τελικής επικύρωσης των συμβάσεων, και όχι με την έναρξη της παραγωγής – που συνήθως έχει κύκλο ζωής 20-25 χρόνια – είναι απλός. Κινεί τον ανάδοχο συμβασιούχο, προκειμένου να ευεργετηθεί της ελάφρυνσης, να επιταχύνει τις εργασίες εξερεύνησης για να φτάσει γρήγορα στο στάδιο της παραγωγής, καρπώνοντας τον χρόνο ελάφρυνσης που απομένει από την δεκαετία.
Αυτό είναι απολύτως επιτεύξιμο σήμερα. Παραδοσιακά, η χρονική απόσταση μεταξύ έναρξης αρχικής εξερεύνησης σε ένα οικόπεδο και έναρξη της εκμετάλλευσης είναι περίπου μια δεκαετία, ανάλογα με τον βαθμό δυσκολίας και τεχνικό ρίσκο που αντιμετωπίζεται. Ωστόσο στη τελευταία πενταετία, η ορμητική διείσδυση της ψηφιακής τεχνολογίας σε όλα τα στάδια του Upstream, [με τρομερά ισχυρά λογισμικά (big data και Πληροφόρηση Υψηλών Επιδόσεων (high performance computing/HPC ) στην επεξεργασία και ερμηνεία σεισμικών, χρήση ρομποτικής στις γεωτρήσεις, κτλ], έχει σμικρύνει τους συμβατικά απαιτούμενους χρόνους διεκπεραίωσης. Δεν είναι τυχαίο πχ, πως η ΕΝΙ ( πρωτοπόρος μαζί με την Exxon και την Total, στην χρήση ίδιων HPC εφαρμογών στην ανάλυση πετρελαϊκών δεξαμενών) αποπερατώνει τις εργασίες στο Zohr σε χρόνους ρεκόρ (εφτά χρόνια), ακριβώς επειδή χρησιμοποίησε εκτεταμένα αυτά τα νέα ψηφιακά εργαλεία.
Ετσι εξασφαλίζεται επαρκής φορολογική ελκυστικότητα προκειμένου να αντιμετωπισθεί ο πολύ σκληρός διεθνής φορολογικός ανταγωνισμός στην προσέλκυση των μεγάλων επενδύσεων που απαιτούν οι υδρογονανθρακικές εξερευνήσεις. Και το αντάλλαγμα θα είναι η επιτάχυνση των εργασιών προκειμένου να φτάσει η ανάδοχος εταιρεία γρήγορα στην παραγωγική εκμετάλλευση. Με ότι πολλαπλό όφελος αυτό συνεπάγεται για τον τόπο.
Και στον τομέα του Upstream όπως και αλλού, αυτή καθ' αυτή η φορολογία δεν είναι «κουσούρι». Κουσούρι είναι δυστοκία προσαρμογής της προς τα κάτω, όταν οι συνθήκες το απαιτούν, και όχι μόνο προς τα πάνω, όπως γίνεται πάντα στην Ελλάδα...
(γ) - Διαφάνεια των συναλλαγών του κλάδου (EITI)
Είναι εξαιρετικά δυσάρεστο, από την μια, να κατατάσσεται η Ελλάδα από έγκυρους διεθνείς
Οργανισμούς (Παγκόσμια Τράπεζα, World Economic Forum, Transparency International,
Συμβούλιο της Ευρώπης/Greco) στον πάτο σχεδόν μεταξύ όλων των χωρών της
Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα δημόσιας διαφάνειας και διαφθοράς. Φαινόμενο που
είναι ίσως το μεγαλύτερο «κουσούρι» που κουβαλά η χώρα, προκειμένου να πετύχει την
μεγίστη δυνατή αναπτυξιακή επίδραση των όποιων μεγάλων επενδύσεων επιδιώκει.
Από την άλλη, η ίδια η παγκόσμια πετρελαϊκή βιομηχανία είναι περίπου εμβληματική υιοθέτησης πρακτικών διαφθοράς και χρηματισμού, όπως κατ' επανάληψη μαρτυρεί η συνεχιζόμενη ουσιαστική αθεσμία τόσων και τόσων χωρών με πλούσια υδρογονανθρακική παραγωγή στην Αφρική, και στην Νότια Αμερική.
Επιρρεπή λοιπόν χώρα σε φαινόμενα αδιαφάνειας, επιρρεπή δε και η βιομηχανία πετρελαίου/ΦΑ στην χρήση τέτοιων πρακτικών και μεθόδων, ζητούμενο υψίστης σημασίας είναι να αναζητηθεί πως θα θωρακισθεί – κατά το δυνατόν – ο τόπος από τέτοιες επιπλοκές και δράσεις που μπορεί να προκληθούν με την ανάπτυξη του Upstream.
Αρωγός σε αυτή την προσπάθεια είναι κάποια ειδικά διεθνή εργαλεία, που έχουν παρασκευασθεί τα τελευταία χρόνια και συμβάλλουν αποτελεσματικά στην αποτροπή ποικιλόμορφων σκοτεινών συναλλαγών της εξορυκτικής βιομηχανίας συνολικά (εταιρείες εξερεύνησης/παραγωγής υδρογονανθράκων, εξόρυξης και υλοτομίας), με το Δημόσιο.
Η κύρια πρακτική είναι αυτή του EITI, (Extractive Industries Transparency Initiative). Πρόκειται για ενιαία πλατφόρμα συνεργασίας (μεταξύ εκπροσώπων του δημοσίου, των εταιρειών και κοινωνίας πολιτών) με ίδιο μηχανισμό ανεξάρτητης καταγραφής όλων των χρηματικών συναλλαγών μεταξύ κράτους και βιομηχανίας πετρελαίου, η καθ' οποιονδήποτε τρόπο παραβίαση της οποία επιφέρει σημαντικές εγχώριες και διεθνείς κυρώσεις. Αρκετά Ευρωπαϊκά κράτη προσχώρησαν ή προσχωρούν στην υιοθέτηση της διαδικασίας ΕΙΤΙ, όπως έκαναν και οι ΗΠΑ το 2015 επί Obama, αν και εκεί ανακληθεί μόλις πρόσφατα από την νέα κυβέρνηση Trump.
Τα ακόλουθα σχήματα δείχνουν παραστατικά το πως λειτουργεί η πλατφόρμα ΕΙΤΙ:
Η ΕΕ ήδη αντιμετωπίζει αυτές τις έκνομες συναλλαγές, με ειδική αναφορά στην όλη εξορυκτική βιομηχανία, μέσω των Οδηγιών ΕΕ 2013/34 και 2013/50, όπου μάλιστα σημειώνεται (στα Προοίμια των Οδηγιών) η συνεισφορά του EITI και συνιστάται η υιοθέτηση των πρακτικών του από τα κράτη μέλη. Οι Οδηγίες αυτές έχουν πρόσφατα μεταφερθεί στην Ελληνική έννομη τάξη με τους Ν 4374/2016 και Ν 4401/2016, χωρίς όμως προβλέψεις για το EITI.
Οι βασικές ρήτρες των Οδηγιών αυτών και των αντίστοιχων Ελληνικών Νόμων επιβάλλουν για λόγους διαφάνειας, οι εξορυκτικές εταιρείες να δημοσιοποιούν ετήσιες πληρωμές άνω των €100,000 που πραγματοποιούν προς όλα τα τοπικά, περιφερειακά και εθνικά όργανα της πολιτείας. Αλλά αν δεν υπάρχει ο ενδελεχής- έστω ex poste - έλεγχος των πληρωμών αυτών, κάτι που προσφέρει το EITI, οι ρυθμίσεις από μόνες τους είναι ατελέσφορες, επιβάλλοντας μόνο ένα επιπρόσθετο, και καθόλου ευπρόσδεκτο, διοικητικό κόστος συμμόρφωσης στις επιχειρήσεις.
Επομένως, κρίνεται απολύτως σκόπιμη η υιοθέτηση και εφαρμογή και στην Ελλάδα της πλατφόρμας EITI, σιμά στους Ν 4374/16 και 4401/6. Συμβάλλοντας έτσι και στη θωράκιση της χώρας από πιθανές αλλότριες καταστάσεις διαφθοράς και αδιαφάνειας, αλλά και στην αλλαγή της άσχημης επενδυτικής εικόνας της χώρας... κάτι εξαιρετικά ευεργετικό και για το Ελληνικό Upstream, το οποίον αλώστε το ΕΙΤΙ άμεσα αφορά.