ΤτΕ: Με καθυστέρηση άνω των 720 ημερών 1 στα 2 «κόκκινα» δάνεια - αυξήθηκαν τα NPLs στο α' τρίμηνο

ΤτΕ: Με καθυστέρηση άνω των 720 ημερών 1 στα 2 «κόκκινα» δάνεια - αυξήθηκαν τα NPLs στο α' τρίμηνο

Το 52,3% των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που εμπίπτουν στην κατηγορία καθυστέρησης μεγαλύτερης των 90 ημερών (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι καταγγελμένες απαιτήσεις) έχουν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 720 ημερών. Αυτό αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος που δημοσιεύθηκε σήμερα, σημειώνοντας ότι το αντίστοιχο ποσοστό στο τέλος του 2015 ανερχόταν σε 28,7%. Η εν λόγω αυξητική τάση έχει σταθεροποιηθεί από το β΄εξάμηνο του 2016.

Η ΤτΕ χαρακτηρίζει τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) τη μεγαλύτερη πρόκληση για τον τραπεζικό τομέα, σημειώνοντας ότι παρά τις σταθεροποιητικές τάσεις, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) αυξήθηκαν λόγω της αβεβαιότητας στο α'' τρίμηνο του 2017.

«Όσον αφορά τους τραπεζικούς κινδύνους, ο πιστωτικός κίνδυνος εμφάνισε σταθεροποιητικές τάσεις, αλλά παραμένει αναμφισβήτητα η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ο τραπεζικός τομέας. Σε απόλυτο μέγεθος, το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων συρρικνώνεται με βραδύ ρυθμό για τέσσερα συνεχόμενα τρίμηνα, έχοντας φθάσει στη μέγιστη τιμή του το Μάρτιο του 2016. Ωστόσο, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων αυξήθηκε στο α΄ τρίμηνο του 2017 εξαιτίας της μείωσης του συνολικού υπολοίπου των δανείων, αλλά και της αυξημένης αβεβαιότητας από την παράταση των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση του τρίτου Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής. Εντονότερα, επηρεάστηκε το χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων.

Παράλληλα, η ΤτΕ επισημαίνει την ανάγκη επιτάχυνσης των δικαστικών διαδικασιών έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν με πιο ομαλό τρόπο τα δάνεια που έχουν καταγγελθεί. Πιο αναλυτικά, η ΤτΕ αναφέρει ότι για τα δάνεια που έχουν καταγγελθεί, τα οποία διαμορφώθηκαν στο τέλος του 2016 σε 48 δισ. ευρώ, τυχόν επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών κατά τρία χρόνια θα μπορούσε να αυξήσει την ανακτήσιμη αξία τους κατά 7 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μία πολύ σοβαρή πτυχή του ζητήματος των «κόκκινων» δανείων καθώς ο συνολικός στόχος μείωσης στην τριετία έχει καθοριστεί περίπου στα 40 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι η επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών θα μπορούσε να διευκολύνει τη διαχείριση δίνοντας λύση σχεδόν για το 1/5 του στόχου.

Όπως τονίζεται στην έκθεση, η σύντμηση του χρόνου της δικαστικής εκκαθάρισης της αφερεγγυότητας, και ειδικότερα της διαδικασίας ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα, δύναται να βελτιώσει σημαντικά την αξία των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Δεκέμβριος 2016: 106,3 δισεκ. ευρώ), διευκολύνοντας με τον τρόπο αυτό την πιο ενεργητική διαχείρισή τους στο πλαίσιο της λειτουργίας μιας αποτελεσματικής δευτερογενούς αγοράς.

Η σπουδαιότητα αναδεικνύεται ξεκάθαρα από το γεγονός ότι το ύψος των ανοιγμάτων που βρίσκονται σε καθεστώς νομικής προστασίας (legal protection) και πρακτικά εκκρεμεί η δικαστική τους επίλυση είναι 15,3 δισ. ευρώ στο τέλος 2016, δηλαδή 14,6% των συνολικών υφιστάμενων ΜΕΑ, ποσό το οποίο παραμένει σταθερό και στο α΄ τρίμηνο του 2017.

Επίσης, η λειτουργία του δικαστικού συστήματος επηρεάζει άμεσα και το κομμάτι της ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα, στην περίπτωση που έχουν πλέον κατοχυρώσει το σχετικό νομικό δικαίωμα (enforcement right granted). Με βάση έρευνα που πραγματοποίησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (European Commission) σχετικά με το χρόνο που απαιτείται για την εκκαθάριση δικαστικά ενός ΜΕΑ, τα στοιχεία είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά καθόσον η Ελλάδα κατατάσσεται προτελευταία, πριν από τη Σλοβακία, με χρονικό διάστημα εκκαθάρισης τα 3,5 έτη κατά μέσο όρο.

Φωτογραφία SOOC