Ο προϋπολογισμός για το 2026, που κατατέθηκε την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή είναι η πιο πειστική απόδειξη ότι η ελληνική οικονομία έχει περάσει οριστικά σε μια νέα φάση ανάπτυξης. Και είναι δυστυχές το γεγονός ότι η επικαιρότητα επισκίασε την παρουσίαση του. Μια επικαιρότητα στην οποία κυριαρχούσε η δυσωδία της οικονομικής καταστροφής 2015-2019, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου που υπογράφει ο Αλέξης Τσίπρας. Ωστόσο λόγω της ανάδυσης των μνημών από εκείνη την ανορθολογική περίοδο, η o νέος προϋπολογισμός αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία.
Ειδικά αν σκεφτούμε ότι η ελληνική οικονομία παρουσιάζει ισχυρή ανθεκτικότητα σε ένα περιβάλλον αυξημένης διεθνούς αβεβαιότητας και γεωπολιτικών εντάσεων. Με τη ροπή προς την δημοσιονομικά αστάθεια, να κυριαρχεί ακόμα και στις πιο μεγάλες οικονομίες του κόσμου, καθιστώντας και σε αυτό τον τομέα, τη χώρα μας ως υπόδειγμα συνέπειας, πειθαρχίας και σταθερότητας.
Ας επιχειρούσαμε να αναφερθούμε επιγραμματικά στα σημεία κλειδιά του προϋπολογισμού του 2026. Η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται και μέσα στο 2026 με ρυθμούς μεγαλύτερους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το ίδιο και οι ρυθμοί αύξησης των επενδύσεων, αλλά η ζήτηση για υπηρεσίες από το εξωτερικό. Η αποκλιμάκωση του ελληνικού δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ, αποτελεί παράδειγμα όχι μόνο για την Ευρώπη, αλλά και για όλες της χώρες του ΟΟΣΑ. Τέλος η αύξηση των μισθών και ευρύτερα των εισοδημάτων μέσω της μείωσης της φορολογίας, πέραν του οικονομικού, αφήνει και ένα ισχυρό κοινωνικό αποτύπωμα και μια αίσθηση έμπρακτης δικαιοσύνης.
Εκτός όμως από τα σημεία κλειδιά, υπάρχουν και τα σημεία «θηλιές», από τα οποία η ελληνική οικονομία οφείλει να συνεχίσει τις προσπάθειες της να τα ξεπεράσει. Για παράδειγμα, παρ’ όλο που στον προϋπολογισμό φαίνεται ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σταθερές τιμές αυξήθηκε 15,7% από το 2019 - τριπλάσια επίδοση από την ευρωζώνη- και οι καθαρές αμοιβές κατά 32% μέσα στην ίδια περίοδο, η χώρα μας εξακολουθεί να βρίσκεται στο 73% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε όρους αγοραστικής δύναμης.
Ωστόσο η βελτίωση των καθαρών εισοδημάτων προέρχεται κυρίως από νομοθετικές παρεμβάσεις, από μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Και όχι από την αύξηση παραγωγικότητας, η οποία παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Αποτελώντας την «Αχίλλειο Πτέρνα» της ελληνικής οικονομίας.
Εάν λοιπόν σταθούμε στα οικονομικά μεγέθη του προϋπολογισμού του 2026, δεν μπορούμε παρά να είμαστε αισιόδοξοι. Δεν είμαστε όμως το ίδιο αισιόδοξοι, όσον αφορά την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που θα απελευθερώσουν απόλυτα τις μόνες δυνάμεις που παράγουν πλούτο στη χώρα και εισοδήματα στους εργαζόμενους. Και ποιες είναι αυτές οι δυνάμεις; Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Καθήκον της κυβέρνησης δεν είναι η σύνταξη και η εφαρμογή ενός προϋπολογισμού και μόνο. Σίγουρα ένα υγιής κρατικός προϋπολογισμός μοιάζει με την απαραίτητη καλοκτισμένη γέφυρα, πάνω στην οποία θα κινηθεί ένα τρένο. Ωστόσο ο ρόλος του κράτους είναι και το χάραγμα των σιδηροτροχιών πάνω στη γέφυρα. Δηλαδή η δημιουργία ενός υγιούς και ανοικτού -στον ανταγωνισμό- επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με την παράλληλη εξασφάλιση της τήρησης του αντίστοιχου κανονιστικού και ελεγκτικού πλαισίου. Η εξασφάλιση δηλαδή του ανοίγματος της αγοράς σε νέες επιχειρήσεις, ο μη αποκλεισμός και η ενίσχυση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στον δρόμο της ανάπτυξης.
Διότι μόνο έτσι θα συνεχίσουν να αυξάνονται οι θέσεις απασχόλησης και οι αμοιβές των εργαζομένων. Μα τώρα δεν αυξάνονται; Αυξάνονται, κυρίως λόγω της μείωσης των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών. Ως αποτέλεσμα της μεγαλύτερης φορολογικής συμμόρφωσης και των δημοσιονομικών πλεονασμάτων. Αυξάνονται λοιπόν λόγω των κυβερνητικών παρεμβάσεων στο τρόπο διαχείρισης του δημοσίου χρήματος, δηλαδή των χρημάτων των φορολογουμένων, όπως τόνιζε η Μάργκαρετ Θάτσερ. Παρεμβάσεις με δυνατότητες εφαρμογής εντός συγκεκριμένων ορίων.
Η βασική παρέμβαση της κυβέρνησης πρέπει να είναι το άνοιγμα της αγοράς και η αφαίρεση των εμποδίων που υπάρχουν απέναντι στην περαιτέρω ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, την αύξηση ανταγωνιστικότητας και της βελτίωση της καθηλωμένης παραγωγικότητας.
Το παράδειγμα του νέου θερμοκηπίου της Wonderplant, του προέδρου του ΣΕΒ στη Δυτική Μακεδονία που έχει «κολλήσει» λόγω δικαστικής διαμάχης ανάμεσα στο Ελληνικό Δημόσιο και στο Δήμο της περιοχής, είναι ενδεικτικό. Σε μια περιοχή με υψηλή ανεργία καθυστερεί επένδυση ύψους 150 εκατ. ευρώ, λόγω επιμονής, ή καλύτερα εμμονής του Δημοσίου σε δικαστικές διεκδικήσεις, ακόμη και μετά από «αποφάσεις – ήττες» σε πρώτο και δεύτερο βαθμό.
Σήμερα στο γραφείο του πρωθυπουργού υπάρχει ένα μεγάλο project μείωσης της γραφειοκρατίας από τον ΣΕΒ που περιλαμβάνει 72 σημεία για βελτίωση διαδικασιών και επιτάχυνση αδειοδοτήσεων. Υπάρχουν προτάσεις για επιτάχυνση των αποσβέσεων. Υπάρχουν προτάσεις για την ανάγκη εξάλειψης του προβλήματος των χρεών του Δημοσίου προς τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, που οδηγεί συνολικά την αγορά σε ασφυξία.
Μήπως μετά από 6 έτη οφείλει η κυβέρνηση να κτίσει το νέο επιχειρηματικό περιβάλλον που θα απελευθερώσει τις επιχειρηματικές δυνάμεις και τις δυνατότητες των εργαζομένων, πριν χαθεί η «επαφή» με τις χώρες της ΕΕ.
Οι προϋποθέσεις υπάρχουν: πολιτική σταθερότητα, δυτικός προσανατολισμός, επενδυτική βαθμίδα, έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον. Στο «δια ταύτα», όμως πρέπει να γίνει δουλειά. Πολλή δουλειά ακόμα
