Η αβεβαιότητα αναφορικά με τον εμπορικό πόλεμο περιπλέκει τα πράγματα για τις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες σε Αμερική, Ευρώπη και Ασία, με το επενδυτικό ενδιαφέρον να εστιάζεται κατά κύριο λόγο στη Federal Reserve. Όχι μόνο γιατί είναι η σημαντικότερη κεντρική αρχή για το δολάριο, αλλά και επειδή δέχεται τις ασφυκτικές πιέσεις του Ντόναλντ Τραμπ, προκειμένου να προχωρήσει σε μειώσεις επιτοκίων.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα ανακοινώσει σήμερα ότι διατηρεί, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, αμετάβλητα τα επιτόκια σε εύρος 4,25%-4,50%, παρά το γεγονός ότι ο Τραμπ έφτασε στο σημείο να απειλεί με… απόλυση τον Τζέι Πάουελ, ο οποίος αντιστέκεται σθεναρά και μέχρι στιγμής δείχνει να αντέχει. Οι προεδρικές απαιτήσεις για χαμηλότερα επιτόκια δεν βρίσκουν ευήκοα ώτα στη Fed διότι οι ανησυχίες για τον πληθωρισμό βραχυπρόθεσμα περιορίζουν τα περιθώρια κινήσεων.
Παρ’ όλα αυτά, η συρρίκνωση της αμερικανικής οικονομίας που ξεκίνησε ήδη από το α’ τρίμηνο του έτους μπορεί να ανοίξει το δρόμο για σημαντική νομισματική χαλάρωση μετά τον Ιούνιο. Όπως παραδέχθηκε και ο Κρις Γουόλερ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Fed, μπορεί το μορατόριουμ στου δασμούς να επιτρέπει στην κεντρική τράπεζα να περιμένει έως τον Ιούλιο, αλλά σε κάθε περίπτωση ο κίνδυνος της ύφεσης είναι παράγοντας που θα μπορούσε να φέρει μειώσεις και μάλιστα επιθετικού χαρακτήρα.
Στις 16 Απριλίου ο Πάουελ άφησε να εννοηθεί ότι η Fed βρίσκεται σε «στάση αναμονής», παρά το γεγονός ότι η ανεργία εμφανίζει ανοδική τάση και ότι εντέλει οι επιπτώσεις των δασμών αναμένεται να αποδειχθούν μεγαλύτερες από τις αρχικές εκτιμήσεις. Οι αγορές σήμερα προεξοφλούν ότι η Fed θα μειώσει τα επιτόκια σε εύρος 4,00%-4,25% στις 30 Ιουλίου και ότι θα σημειωθούν ακόμη 2 ή 3 μειώσεις έως το τέλος του έτους. Αν επιβεβαιωθεί η εκτίμηση αυτή, τότε την… απραξία του α’ εξαμήνου θα ακολουθήσει ένα επιθετικό ντόμινο μειώσεων.
Προσοχή όμως. Αυτή είναι απλώς η εικόνα των επενδυτικών «στοιχημάτων» σήμερα, η οποία μπορεί να μεταβληθεί άρδην, ανάλογα με τη ρητορική που θα χρησιμοποιήσει ο Πάουελ. Οι αγορές έχουν κάνει λάθος πολλές φορές στο παρελθόν και η σημερινή τους εικόνα μπορεί να λέει πολλά, μπορεί όμως να μη λέει και τίποτα.
Η ING προβλέπει ότι ο Πάουελ θα προχωρήσει σε 4 μειώσεις στο β’ εξάμηνο συνολικού εύρους 100 μονάδων βάσης, με τις πιθανότητες να είναι υπέρ μία ακόμη πιο επιθετικής προσέγγισης στην περίπτωση που επιβεβαιωθεί η πτωτική πορεία της οικονομίας. Ο στασιμοπληθωρισμός είναι το αφήγημα που κυριαρχεί. Η εξασθένηση, δηλαδή, της οικονομικής δραστηριότητας και η παράλληλη άνοδος του πληθωρισμού εξαιτίας των δασμών.
Γενικότερα, ωστόσο, οι αναλυτές εκτιμούν ότι οδεύουμε σε μία εποχή χαμηλού πληθωρισμού, οπότε και η άνοδος των τιμών στις ΗΠΑ θα είναι προσωρινή. Διότι ενώ οι τιμές των αγαθών προβλέπεται να αυξηθούν, ο κλάδος των υπηρεσιών δείχνει να δέχεται έντονες πιέσεις από την πτώση των δαπανών για τουρισμό, ψυχαγωγία και φιλοξενία, οι οποίες με τη σειρά τους θα οδηγήσουν σε πτώση τις τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων και των ξενοδοχείων.
Σε πτώση αναμένεται να οδηγηθεί και πληθωρισμός στα ενοίκια κυρίως από τις αρχές του 2026, με τις τιμές κατοικιών να συνεισφέρουν το 40% στον δομικό πληθωρισμό. Η υποχώρηση του πληθωρισμού των υπηρεσιών σε συνδυασμό με την εξασθένηση της επίδρασης των δασμών στον πληθωρισμό από τον επόμενο χρόνο, συνεπάγεται ότι η Fed θα αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη σιγουριά ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον στόχο του 2% στα τέλη του 2026.
Την ίδια ώρα, το καταναλωτικό κλίμα στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει επιδεινωθεί τόσο που οι αναλυτές πιστεύουν ότι «δείχνει» ύφεση και μάλιστα σύντομα. Ο σχετικός δείκτης του Conference Board για τον Απρίλιο υποχώρησε σημαντικά, με τον δείκτη των προσδοκιών να «γκρεμίζεται» στο 54,4 από 66,9, υποδηλώνοντας ότι οι Αμερικανοί καταναλωτές είναι πλέον απαισιόδοξοι για την πορεία της οικονομίας.