Οι ληστές των λιστών και οι φορολογούμενοι που καλούνται να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες

Οι ληστές των λιστών και οι φορολογούμενοι που καλούνται να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες

Του Προκόπη Χατζηνικολάου

Τα στοιχεία που δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα καταλήγουν σε ένα συμπέρασμα. Τα αποτελέσματα των λιστών είναι πενιχρά έως αστεία.

Αντίθετα ο πολιτικός χειρισμός ή καλύτερα η πολιτική εκμετάλλευση των λιστών έχει όπως φαίνεται σημαντικά αποτελέσματα για το κυβερνών κόμμα. Και για την ακρίβεια και για τον ΣΥΡΙΖΑ και για τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Οι οποίοι έχουν πρόσβαση στα ονόματα των λιστών ενώ ταυτόχρονα παρεμβαίνουν και στις αποφάσεις της δικαιοσύνης.

Και όπως φαίνεται έχουν πρόσβαση όχι μόνο στη λίστα Lagarde αλλά και σε αυτή των εμβασμάτων. Των στοιχείων δηλαδή που δόθηκαν στη φορολογική διοίκηση με τα εμβάσματα που πραγματοποιήθηκαν από το 2002 έως και το 2012 για να διαπιστωθεί εάν έχουν τελεσθεί αξιόποινες πράξεις.

Αυτό όμως δεν ενδιαφέρει τους συγκυβερνώντες. Από τη στιγμή που κάποιος βρίσκεται στη λίστα είναι κλέφτης. Ανεξάρτητα εάν έχει ελεγχθεί και έχει διαπιστωθεί ότι όλες οι κινήσεις του ήταν καθόλα νόμιμες. Ένα από τα ερωτήματα που τίθενται είναι γιατί οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ έχουν πρόσβαση σε απόρρητα στοιχεία που αποτελούν και προσωπικά δεδομένα; Και αν τα διάβασαν κάπου, πως τα επικαλούνται από τη στιγμή που η φορολογική διοίκηση δεν έχει εκδώσει κάποια ανακοίνωση για την εξέλιξη του ελέγχου.

Πριν μερικές μέρες ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας έσπευσε να τα βάλει ακόμα και με τους θεσμούς που έκριναν ότι η πρακτική του κράτους να παρατείνει το δικαίωμα να διενεργεί ελέγχου πέραν της πενταετίας είναι αντισυνταγματική.

Τα έβαλε με τους ανώτατους δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας, κίνηση που επικρότησε και ο πρωθυπουργός. Και δεν είναι η πρώτη φορά που αντιδρούν σε αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το ίδιο είχε συμβεί και με την απόφαση του ΣτΕ με τις τηλεοπτικές άδειες.

Αυτό που δεν μπορεί να καταλάβει η κυβέρνηση είναι ότι οι θεσμοί προστατεύουν τη λειτουργία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος και την ισονομία. Αυτό που θα έπρεπε να κάνει και η σημερινή κυβέρνηση.

Αναγκάζει τα φυσικά πρόσωπα να διατηρούν στοιχεία ακόμα και δέκα ετών και αισίως 15 ετών, καθώς οι έλεγχοι που γίνονται στα εμβάσματα ξεκινούν από το 2002, να ξοδεύουν χρήματα για να ζητήσουν από τα πιστωτικά ιδρύματα τις κινήσεις όλων αυτών των ετών και να προσπαθούν να θυμηθούν γιατί ο αδελφός του το 2006 τους είχε δώσει 3.000 ευρώ για παράδειγμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα καλούνται να δικαιολογήσουν μετά από 10 χρόνια ακόμα και καταθέσεις ύψους 50 ευρώ!

Δεν είναι δυνατόν λοιπόν μετά από 10-15 χρόνια η φορολογική διοίκηση να ζητά αποδείξεις και δικαιολογητικά από έναν φορολογούμενο. Θα πρέπει να ισχύει ότι ισχύει στα περισσότερα αν όχι σε όλα τα δημοκρατικά κράτη. Δηλαδή το βάρος της απόδειξης της φοροδιαφυγής το φέρει ο ελεγκτικός μηχανισμός και όχι ο φορολογούμενος.

Στην Ελλάδα πρωτοτυπήσαμε. Και ο ελεγκτικός μηχανισμός αναγκάζει τον φορολογούμενο να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας. Να προσκομίσει όπως προαναφέρθηκε έγγραφα 10-15 ετών που να αποδεικνύει ότι κάποιο άλφα χρηματικό ποσό ήρθε με έμβασμα από το εξωτερικό (γιατί δούλευε ο φορολογούμενος εκεί) και έφυγε από τη χώρα μας λίγο πριν την κρίση. Καλείται να βρει τα δικαιολογητικά του 2000 που ήρθαν τα χρήματα από τη νόμιμη εργασία του στο εξωτερικό.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τις επιχειρήσεις διαλύοντας τους προϋπολογισμούς τους. Με την πρακτική της η κυβέρνηση διώχνει όμως τους επενδυτές από την Ελλάδα. Οι οποίοι φοβούνται ότι ανά πάσα στιγμή μπορούν να πέσουν στα δίχτυα της εφορίας. Και δυστυχώς οι πρακτικές της κυβέρνησης αποτελούν μία έμμεση απειλή προς τη δικαιοσύνη για τις αποφάσεις που λαμβάνει. Και μάλιστα από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος  μιλώντας χθες στη Βουλή ανέφερε ότι τα αδήλωτα κεφάλαια που έχουν αποκαλυφθεί μέχρι στιγμής στο πλαίσιο της ρύθμισης ανέρχονται σε 3,671 δισ. ευρώ (δεν πρόκειται για μαύρο χρήμα).  

Ωστόσο δεν έκρυψε τον προβληματισμό του για το κατά πόσο η φορολογική διοίκηση θα καταφέρει να εισπράξει τους φόρους που βεβαιώνονται λόγω θεσμικών εμποδίων όπως είπε, υπονοώντας την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ που «μπλοκάρει» τους αναδρομικούς ελέγχους και την είσπραξη φόρων από εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις.