ΙΕΛΚΑ: Σημαντική η επίδραση των capital controls στη συμπεριφορά του Έλληνα καταναλωτή

ΙΕΛΚΑ: Σημαντική η επίδραση των capital controls στη συμπεριφορά του Έλληνα καταναλωτή

Σημαντική είναι η επίδραση των κεφαλαιακών ελέγχων (capital controls) στη συμπεριφορά του Έλληνα καταναλωτή, όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα πανελλήνιας έρευνας καταναλωτών σουπερμάρκετ, με δείγμα 1.350 ατόμων, που πραγματοποίησε το ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών).

Σε σχέση με την συμπεριφορά καταναλωτή και συγκεκριμένα σε σχέση με τις αγορές τροφίμων δύο είναι βασικές τάσεις που καταγράφηκαν στην έρευνα του ΙΕΛΚΑ:

- Ποσοστό 55% των καταναλωτών φοβήθηκε ότι θα υπάρξουν ελλείψεις τροφίμων λόγω της επιβολής των capital controls, ενώ μόλις το 30% δηλώνει ότι δεν φοβήθηκε κάτι τέτοιο.

Σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ, παρά τη δήλωση αυτή, ένα πολύ χαμηλότερο ποσοστό (38%) των καταναλωτών δήλωσε ότι έκανε αγορές όπως π.χ. προμήθειες τις οποίες δεν είχε σχεδιάσει πριν, ενώ η πλειοψηφία, το 47% έκανε τις συνήθεις αγορές του χωρίς στοιχεία πανικού.

Το πρώτο εξάμηνο του έτους οι πωλήσεις στο λιανεμπόριο τροφίμων παρουσίαζαν αύξηση κατά 1,25% και τον μήνα Ιούλιο παρουσίασε αύξηση κατά περίπου 6% κυρίως λόγω της αύξησης των πωλήσεων της πρώτης εβδομάδας του Ιουλίου (εβδομάδα πριν το Δημοψήφισμα), οπότε και οι πωλήσεις αυξήθηκαν πάνω από 30%. Από τότε οι πωλήσεις κινούνται στην χαμηλότερη επίδοση των τελευταίων ετών κάτι που οφείλεται εν μέρει στις προμήθειες που έκανε μεγάλη μερίδα του κοινού μετά την επιβολή των capital control αλλά και λόγω της αύξησης του ΦΠΑ, της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος και της κακής ψυχολογίας του κοινού.

- Ένας στους δύο καταναλωτές (49%) δηλώνει ότι μετά την επιβολή των capital controls χρησιμοποιεί πιο συχνά πιστωτική κάρτα για την πληρωμή των αγορών του στο σούπερ μάρκετ. Έως την επιβολή των ελέγχων κεφαλαίων η Ελλάδα είχε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά χρήσης μετρητών στο λιανεμπόριο (95%) και ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά χρήσης πιστωτικών και χρεωστικών καρτών.

Στο λιανεμπόριο τροφίμων το ποσοστό χρήσης εκτιμάται ότι μέχρι τον Ιούνιο 2015 ήταν στα επίπεδα του 7-8% για τις μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ και κάτω από 1% για τα μικρά σημεία πώλησης. Εκτιμάται ότι το ποσοστό χρήσης πιστωτικών καρτών αυξήθηκε εξαιτίας των ελέγχων κεφαλαίων μεσοσταθμικά από 4,5% σε 19,5%, με αύξηση για τις αλυσίδες σουπερμάρκετ από 7,5% σε 30% και για τα μικρότερα σημεία πώλησης από 1% σε 7,5%. Αυτή η τάση θα πρέπει να σημειωθεί έχει ένα πολύ σημαντικό κόστος, καθώς σχετική έρευνα του ΙΕΛΚΑ δείχνει ότι η πληρωμές με πιστωτική κάρτα έχουν σημαντικά υψηλότερα κόστη σε σχέση με τις αγορές με μετρητά.

Υπολογίζεται ότι αυτή η εξέλιξη οδηγεί σε ετήσια αύξηση τους λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων κατά 40 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 0,21% των πωλήσεων (σημειώνεται ότι οι κερδοφόρες επιχειρήσεις του κλάδου λειτουργούν με καθαρό περιθώριο κερδοφορίας της τάξης του 1-1,5%).

Στο πλαίσιο της έρευνας οι Έλληνες καταναλωτές αξιολόγησαν και την ανταπόκριση που είχαν οι επιχειρήσεις του λιανεμπορίου τροφίμων στις ανάγκες και τα προβλήματα που δημιούργησαν τα capital controls.

Η πλειοψηφία των καταναλωτών σε ποσοστό 70% θεωρεί ότι τα Σουπερμάρκετ (σε συνεργασία με τους προμηθευτές προϊόντων) ανταποκρίθηκαν θετικά στα προβλήματα που δημιούργησαν τα capital controls, κάτι που αντικατοπτρίζει όλες τις ενέργειες και εικόνα που είχαν οι επιχειρήσεις την περίοδο αυτή όπως: τη συνεχή αναπλήρωση των ραφιών με προϊόντα, τον περιορισμό των ελλείψεων στο ελάχιστο, την αίσθηση κανονικότητας στην καθημερινότητα, την αποφυγή πανικού παρά τον συνωστισμό στα καταστήματα, αλλά και ενέργειες που έλαβαν δημοσιότητα, όπως την πληρωμή από όλες τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις των εργαζομένων με μετρητά κλπ.

Η θετική αυτή εικόνα φαίνεται και στη σύγκριση ανάμεσα σε όλα τα σημεία πώλησης τροφίμων.

Συγκριτικά με άλλα σημεία πώλησης τροφίμων (λαϊκές αγορές, κρεοπωλεία, ιχθυοπωλεία, οπωροπωλεία, περίπτερα, κλπ) το σουπερμάρκετ θεωρείται με διαφορά το σημείο που ανταποκρίθηκε καλύτερα στις ανάγκες των καταναλωτών την περίοδο των capital controls, με ποσοστό 73%, ενώ ακολουθεί η λαϊκή αγορά με 8% και τα λοιπά σημεία πώλησης με πολύ χαμηλά ποσοστά.

Αυτό σχετίζεται με το σωστά εκπαιδευμένο προσωπικό, τις οικονομίες κλίμακας, την επιχειρηματική στρατηγική των επιχειρήσεων, τα ηλεκτρονικά συστήματα πληρωμής και σύγχρονα POS, εν γένει τα συστήματα πληροφορικής, αλλά και γενικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ