Το 2027, που εμείς εδώ στην Ελλάδα θα ξιφουλκούμε –πολίτες και πολιτικοί- για το ποια θα πρέπει να είναι η επόμενη κυβέρνηση, θα κρίνεται το αν η Ελλάδα θα εξασφαλίσει πολλά ή λίγα ευρωπαϊκά κονδύλια για την χρηματοδότηση των επενδύσεων που θα πρέπει να γίνουν στην Ελλάδα μέχρι το 2034. Με αυτό ασχολήθηκε το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής υπό τον Κωστή Χατζηδάκη: τη «μεγάλη εικόνα»: την προώθηση των επενδύσεων και των έργων υποδομής αλλά και την χάραξη της στρατηγικής που θα πρέπει να ακολουθηθεί.
Οι επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια αλλά το «επενδυτικό κενό» δηλαδή η διαφορά στο ποσοστό συμμετοχής των επενδύσεων στο ΑΕΠ της χώρας συγκριτικά με τον αντίστοιχο μέσο όρο της Ευρώπης- παραμένει μεγαλύτερο των πέντε ποσοστιαίων μονάδων. Και αυτό παρά το γεγονός ότι εξασφαλίζονται επενδυτικά κεφάλαια 10άδων δισεκατομμυρίων ευρώ από το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης. Γιατί χρειάζονται περισσότερες επενδύσεις; Διότι χωρίς αυτές δεν αυξάνονται ούτε οι θέσεις εργασίας ούτε η ανταγωνιστικότητα και χωρίς ανταγωνιστικότητα στενεύουν τα περιθώρια για πραγματικές και βιώσιμες αυξήσεις στους μισθούς οι οποίες με τη σειρά τους βοηθούν να αντιμετωπιστεί το μείζον πρόβλημα της ακρίβειας.
Ξεκάθαρη λοιπόν η σημασία του να αυξηθούν περισσότερο οι επενδύσεις. Γεννάται όμως και ένα άλλο ερώτημα: για ποιες επενδύσεις μιλάμε; Τα αναλυτικά στοιχεία της σημερινής έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν περιλαμβάνουν μόνο τις ευοίωνες προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας αλλά και των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Περιλαμβάνουν και τη «συγκράτηση» των προβλέψεων για την πορεία των επενδύσεων. Για το 2024 είναι ήδη γνωστό ότι ζητούσαμε ρυθμό αύξησης των επενδύσεων άνω του 7-8% και τελικά η χρονιά έκλεισε στο 4,5%.
Έτσι και η Κομισιόν κατεβάζει τον πήχη στο 7,8% από 8,9% που προέβλεπε το φθινόπωρο. Και αυτό παρά το γεγονός ότι το 2025 πρέπει να εξελιχθεί σε έτος πλήρους επιτάχυνσης στη διαδικασία αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης δεδομένου ότι οδεύουμε σιγά – σιγά προς τη λήξη του.
Και δεν είναι μόνο τα ποσοτικά στοιχεία αλλά και τα ποσοτικά: η Κομισιόν αναθεωρεί προς τα πάνω τις προβλέψεις της για τις ελληνικές επενδύσεις στις κατασκευές και προς τα κάτω για τις επενδύσεις σε –μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας- επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό.
Άλλη η προστιθέμενη αξία μιας επένδυσης σε ένα συγκρότημα κατοικιών (αλλά και οι θέσεις εργασίας που θα παραμείνουν μετά την ολοκλήρωση του κατασκευαστικού έργου) και άλλη από τον εκσυγχρονισμό μιας βιομηχανικής μονάδας ή-πόσο μάλλον- από την εγκατάσταση μιας καινούργιας επιχείρησης παραγωγικού χαρακτήρα.
Τι χρειάζονται οι επενδύσεις; Χρήμα, χρόνο, σχεδιασμό, συντονισμό και υποδομές. Να λοιπόν που η σημερινή δεύτερη συνεδρίαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής που συνεδρίασε υπό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Κωστή Χατζηδάκη έρχεται να «κολλήσει» με το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτή τη στιγμή της ελληνικής οικονομίας που είναι ξεκάθαρα η λήψη όλων των απαιτούμενων μέτρων για να αυξηθούν όσο το δυνατόν περισσότερο οι επενδύσεις.
Γιατί να συζητηθεί τώρα το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο για την περίοδο 2028 – 2034; Διότι οι ισορροπίες στους κόλπους της ΕΕ αυτή τη στιγμή είναι πολύ εύθραυστες (σ.σ το βάρος πέφτει στην αύξηση των αμυντικών δαπανών αλλά εμείς χρειαζόμαστε επενδυτικά κεφάλαια και για άλλες επενδύσεις) και απαιτείται «εθνική γραμμή» για να εξασφαλιστεί όχι μόνο το μεγαλύτερο δυνατό ύψος κονδυλίων αλλά και το περιθώριο τα κεφάλαια να τοποθετηθούν σε τομείς που «καίνε» την Ελλάδα.
«Σημειώνεται ότι η κορύφωση της διαπραγμάτευσης για το νέο πολυετή προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα λάβει χώρα κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας, το β’ εξάμηνο του 2027» αναφέρει το ρεπορτάζ. Ας μπει λοιπόν στην εξίσωση και η παράμετρος της πολιτικής σταθερότητας: διαπραγματεύεται καλύτερα μια ισχυρή κυβέρνηση με συγκεκριμένο σχέδιο.
Κεφάλαιο δεύτερο της σημερινής συνεδρίασης του ΚΥΣΟΙΠ τα δίκτυα. Αυτά και αν συνδέονται άμεσα με την προώθηση των επενδύσεων. Η Ελλάδα, δυστυχώς, είναι από τις ελάχιστες χώρες που δεν διαθέτει καν ένα αξιόπιστο σιδηροδρομικό δίκτυο «κορμού».
Χρειάζεται τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις για να περιοριστεί το ενεργειακό κόστος και σίγουρα τα σύγχρονα οδικά δίκτυα που ανοίγουν τον δρόμο και για τη χωροθέτηση περισσότερων επενδύσεων ανά την ελληνική επικράτεια.
Επενδύσεων εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων για να μπει μπροστά και η «περιφερειακή ανάπτυξη». Κακά τα ψέματα: δεν θα πέσουν οι τιμές των ακινήτων αν ζητούν σπίτι πέντε εκατομμύρια πολίτες μόνο στην Αττική.
Όμως το στεγαστικό θα αντιμετωπιστεί καλύτερα αν δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις εγκατάστασης πολιτών και μακρυά από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Τι χρειάζεται αυτό; Επενδύσεις και θέσεις εργασίας.