Η ακρίβεια πέρα από τους δείκτες: Mια ρεαλιστική ματιά

Η ακρίβεια πέρα από τους δείκτες: Mια ρεαλιστική ματιά

Η συζήτηση για την ακρίβεια δεν μπορεί να εξαντλείται στην ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ για τον τρέχοντα πληθωρισμό, αγνοώντας τη σωρευτική αύξηση των τιμών των τελευταίων ετών, που έχει επιβαρύνει δυσανάλογα την καθημερινότητα των πολιτών. Η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη: ναι, ο πληθωρισμός έχει αποκλιμακωθεί τους τελευταίους μήνες.

Ωστόσο, αυτό δεν αναιρεί κάτι εξίσου αληθινό: η σωρευτική αύξηση των τιμών από το 2021 και μετά έχει συμπιέσει την αγοραστική δύναμη των πολιτών και κυρίως των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων με τρόπο που δεν «εξαφανίζεται» επειδή ο τρέχων μηνιαίος δείκτης δείχνει 1,7%.

Ο πολίτης δεν αντιλαμβάνεται τον πληθωρισμό διαβάζοντας τα δελτία τύπου της ΕΛΣΤΑΤ. Τον βλέπει στο καλάθι του σούπερ μάρκετ. Και όταν οι τιμές στα τρόφιμα έχουν αυξηθεί περίπου 30% σε πέντε χρόνια –μια συσσώρευση που δεν αφήνει περιθώρια στον οικογενειακό προϋπολογισμό να ανασάνει– τότε η πίεση γίνεται ακόμη μεγαλύτερη για όσους έχουν χαμηλά εισοδήματα. Η καθημερινότητα αυτών των νοικοκυριών αποτυπώνει με τον πιο καθαρό τρόπο το πραγματικό βάρος της ακρίβειας. Αυτό το χάσμα αγοραστικής δύναμης που δεν συναντάς σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι ο πραγματικός πυρήνας του προβλήματος.

Εδώ βρίσκεται και το σημείο όπου η πολιτική συχνά καταφεύγει σε άτυπες συμφωνίες με το λιανεμπόριο. Οι λεγόμενες «συμφωνίες κυρίων» με μεγάλους παίκτες του λιανεμπορίου μπορεί να έχουν κάποιο προσωρινό όφελος στους καταναλωτές, αλλά δεν μπορούν να αποτελούν στρατηγική πολιτική για την καταπολέμηση της ακρίβειας. Οι τιμές πέφτουν και παραμένουν σε χαμηλότερα επίπεδα μόνο όταν υπάρχει υγιής ανταγωνισμός, διαφάνεια και επαρκής εποπτεία της αγοράς. Εξίσου, όταν οι εφοδιαστικές αλυσίδες είναι περίπλοκες και οι στρεβλώσεις χρόνιες, χρειάζονται θεσμικές λύσεις – όχι προσωρινές δεσμεύσεις που βασίζονται στην καλή θέληση. Η εικόνα της αγοράς δείχνει ξεκάθαρα ότι απαιτείται πιο αποφασιστική στάση απέναντι σε πρακτικές ολιγοπωλιακού τύπου και φαινόμενα καρτέλ, ώστε η κυβερνητική πολιτική κατά της ακρίβειας να έχει πραγματικό αποτέλεσμα. 

Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι να κατασκευάσουμε ένα νέο αφήγημα αισιοδοξίας ούτε να υποτιμήσουμε τις δυσκολίες του εγχειρήματος. Είναι να διαμορφώσουμε ένα πλέγμα πολιτικών που να απαντά στη βασική, καθημερινή εμπειρία του πολίτη και κυρίως των νέων: ότι το εισόδημά του δεν επαρκεί για να ζήσει με αξιοπρέπεια. 

Σε αυτή τη συζήτηση, θεωρώ κρίσιμες πέντε παρεμβάσεις:

  1. Μείωση ΦΠΑ στα βασικά είδη διατροφής, με αυστηρό μηχανισμό παρακολούθησης ώστε το όφελος να φτάνει στον καταναλωτή.
  2. Ενίσχυση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, για πιο αποτελεσματική εποπτεία σε κρίσιμες αγορές. 
  3. Στοχευμένοι έλεγχοι και ουσιαστικά πρόστιμα στους παραβάτες, χωρίς επικοινωνιακές υπερβολές.
  4. Καμπάνια ενημέρωσης ώστε οι πολίτες να γνωρίζουν τι πληρώνουν, πώς διαμορφώνονται οι τιμές και πού μπορούν να απευθυνθούν  με απώτερο στόχο να ενισχυθεί η καταναλωτική συνείδηση.


Η υφιστάμενη κατάσταση στην αγορά εξακολουθεί να αφήνει πολλούς πολίτες εκτεθειμένους στις πιέσεις του αυξημένου κόστους ζωής. Με βάση αυτή την πραγματικότητα, απαιτούνται πλέον ουσιαστικές, στοχευμένες παρεμβάσεις που να οδηγούν σε πραγματικό  όφελος για το πορτοφόλι του καταναλωτή. Η ακρίβεια δεν θα αντιμετωπιστεί με υπερβολές ή αντιπαραθέσεις, αλλά με ψυχραιμία, διαφάνεια και συγκεκριμένες λύσεις που χτίζουν εμπιστοσύνη.