Η λέξη «rezession», η γερμανική εκδοχή για την ύφεση, συνοδεύει ολοένα και περισσότερο τον τελευταίο καιρό τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Δεν φτάνει που ο Economist επανέλαβε πριν λίγους μήνες τον χαρακτηρισμό «ασθενής της Ευρώπης» που είχε αποδώσει στη Γερμανία στα τέλη της δεκαετίας του ’90, το ίδιο βρετανικό περιοδικό κατατάσσει πλέον τη γερμανική οικονομία στους «τεμπέληδες» της Ευρώπης εξαιτίας των επιδόσεών της.
Το γερμανικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε (αν και οριακά κατά 0,1%) στο γ’ τρίμηνο του 2023 και όλα δείχνουν ότι θα σημειώσει δύο διαδοχικά τρίμηνα συρρίκνωσης, ικανοποιώντας έτσι τις προϋποθέσεις της «τεχνικής» ύφεσης. Τα τελευταία στοιχεία του ινστιτούτου Ifo για το επιχειρηματικό κλίμα Δεκεμβρίου, είναι στο ίδιο μήκος κύματος με το μήνυμα ύφεσης που έστειλε ο δείκτης PMI την περασμένη εβδομάδα. Αν το ΑΕΠ συρρικνωθεί και στο δ’ τρίμηνο, τότε θα κλείσει ολόκληρο το 2023 με αρνητικό πρόσημο. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η ύφεση του 2023 θα είναι της τάξης του 0,5%.
Οι τρέχουσες, μάλιστα, προβλέψεις των αναλυτών αναφέρουν ότι το γερμανικό ΑΕΠ δεν θα συρρικνωθεί μόνο το 2023 αλλά και το 2024. Θα είναι πιθανότατα η μοναδική οικονομία της Ευρωζώνης που θα εμφανίσει δύο χρονιές ύφεσης. Πρόκειται για πρωτοφανή εξέλιξη σε περίοδο χωρίς κάποια μεγάλη κρίση, όπως της πανδημίας ή νωρίτερα την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Η Γερμανία κινδυνεύει να σημειώσει επίδοση που θα θυμίζει την ύφεση της περιόδου 2002-2003 (ήταν η τελευταία φορά που το ΑΕΠ της συρρικνώθηκε για δύο συνεχόμενα έτη) και χειρότερη από τη διετία 2012-13 της κρίσης χρέους (+0,4% ετησίως).
Και όπως είναι αναμενόμενο, η γερμανική οικονομία θα συμπαρασύρει ολόκληρη την οικονομία της Ευρωζώνης σε τέλμα. Οι προοπτικές της γερμανικής οικονομίας δεν είναι καλές και δύσκολα θα επιβεβαιωθεί η νέα – υποβαθμισμένη - πρόβλεψη της Bundesbank για ανάπτυξη 0,4% το 2024. Τα υψηλά επιτόκια περιορίζουν τις επενδύσεις τόσο στη βιομηχανία όσο και στις κατασκευές, ενώ ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης παραμένει χαμηλά.
Την ίδια ώρα, η απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου που βάζει φρένο στη χρήση αναξιοποίητων πόρων της πανδημίας για το πράσινο Ταμείο και η πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε περαιτέρω σύσφιξη της δημοσιονομικής πολιτικής, για να συμμορφωθεί με αυτήν, δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς θα εφαρμόσει επιπλέον περικοπές δαπανών ύψους 17 δισ. ευρώ για να κλείσει η «τρύπα» στον Κρατικό Προϋπολογισμό που δημιουργήθηκε εξαιτίας της δικαστικής απόφασης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στον απόηχο της απόφασης του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου, το ινστιτούτο Ifo έσπευσε να υποβαθμίσει την πρόβλεψη για την ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2024, αν και μάλλον θα χρειαστεί να την υποβαθμίσει εκ νέου καθώς προβλέπει ανάπτυξη 0,9% όταν η Bundesbank βλέπει 0,4%.
Τα στοιχεία του δείκτη επιχειρηματικού κλίματος του ινστιτούτου Ifo είναι κρίσιμα γιατί αποδεικνύουν ότι η Γερμανία αρχίζει να χάνει ένα από τα μεγαλύτερά της πλεονεκτήματα: το επιχειρηματικό «ηθικό». Ο δείκτης υποχώρησε στο 86,4 τον Δεκέμβριο, από 87,2 τον Νοέμβριο, δίνοντας τέλος σε ένα σερί ανόδου τριών μηνών. Ο μακροπρόθεσμος μέσος όρος του δείκτη επιχειρηματικού κλίματος είναι πάνω από 96.
Ο υποδείκτης τρεχουσών συνθηκών τις περισσότερες φορές προβλέπει με μεγάλη ευστοχία την πορεία του ΑΕΠ. Οι γερμανικές επιχειρήσεις, λοιπόν, δεν είναι ευχαριστημένες με την τρέχουσα δραστηριότητα, με τον υποδείκτη να πέφτει στο 88,5 τον Δεκέμβριο από 89,4 τον Νοέμβριο, υποδηλώνοντας ακόμη πιο βαθιά ύφεση. Επιφυλακτικότητα υπάρχει και για το πρώτο εξάμηνο του 2024 με τους Γερμανούς επιχειρηματίες να φοβούνται ότι το κλίμα θα αργήσει να βελτιωθεί.