Η προκαταρκτική συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των διεθνών πιστωτών της αποτελεί ένα θετικό βήμα προς την απελευθέρωση των κεφαλαίων που θα δώσουν τη δυνατότητα στη χώρα να καλύψει τις πληρωμές του Ιουλίου, εκτιμά ο οίκος Fitch, συμπληρώνοντας ότι είναι προϋπόθεση για τις συζητήσεις σχετικά με μία πιο μακροπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους, ωστόσο τόσο ο χρονικός ορίζοντας όσο και το αποτέλεσμα αυτών παραμένει αβέβαιο.
Σε σημερινή της ανακοίνωση, η Fitch αναφέρει ότι η συμφωνία της Ελλάδας με τους πιστωτές συνάδει με την παραδοχή του οίκου όταν επιβεβαίωσε τον περασμένο Φεβρουάριο την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας. «Λάβαμε υπόψη τη γενικότερη συμμόρφωση της Ελλάδας στο πρόγραμμα και την επιθυμία της Ευρωζώνης να αποφύγει μία νέα ελληνική κρίση. Συνυπολογίσαμε επίσης το γεγονός ότι είναι μεγάλη η πολιτική και κοινωνική αντίθεση σε πτυχές του προγράμματος, δημιουργώντας σημαντικό κίνδυνο στην εφαρμογή του. Εκτιμούμε, ωστόσο, ότι το πιθανότερο είναι οι βουλευτές της κυβέρνησης να ψηφίσουν τις μεταρρυθμίσεις».
Σε ό,τι αφορά τις συζητήσεις για την ελάφρυνση του χρέους, η Fitch θεωρεί ότι δεν είναι ξεκάθαρο το πόσο κοντά είναι το ΔΝΤ με τους Ευρωπαίους πιστωτές στο να συμφωνήσουν για τη χρονική στιγμή και τη φύση πιθανής ελάφρυνσης η οποία θα μπορούσε να επιτρέψει στο ΔΝΤ να συμμετάσχει στο πρόγραμμα. Πλέον, το χρονοδιάγραμμα είναι πολύ περιορισμένο για να κλείσει μία τέτοια συμφωνία και να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που θα διασφαλίσουν τη συμμετοχή του ΔΝΤ πριν από τον Ιούλιο.
«Όπως σημειώσαμε και τον Φεβρουάριο, οι Ευρωπαίοι πιστωτές είναι έτοιμοι να εκταμιεύσουν τα κεφάλαια χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ, εν μέρει γιατί η Ελλάδα έχει υπερκαλύψει τους στόχους. Παρ'' όλα αυτά, πιθανή απόφαση του ΔΝΤ να μην συμμετάσχει θα μπορούσε να περιπλέξει την αξιολόγηση του προγράμματος και την εκταμίευση».
Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, ενώ η Ελλάδα έχει υπερκαλύψει τους δημοσιονομικούς στόχους, σε μακροοικονομικό επίπεδο τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, αντικατοπτρίζοντας εν μέρει τον αντίκτυπο των καθυστερήσεων του προγράμματος στην εμπιστοσύνη και στις πληρωμές προς τον ιδιωτικό τομέα. Επίσης, ορισμένα στοιχεία δείχνουν ότι ο ρυθμός της οικονομικής ανάκαμψης περιορίστηκε το 2017.