Eurobank: Από τις μεγαλύτερες κρίσεις στη σύγχρονη ιστορία η ελληνική

Eurobank: Από τις μεγαλύτερες κρίσεις στη σύγχρονη ιστορία η ελληνική

Η αρνητική συνεισφορά των καθαρών εξαγωγών αντιστάθμισε την εγχώρια ζήτηση, οδηγώντας σε μηδενικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης την ελληνική οικονομία το 2016. Αυτό αναφέρει η Eurobank, σε έκθεση με ημερομηνία 17 Μαρτίου 2017, σημειώνοντας παράλληλα ότι η περίπτωση της Ελλάδας είναι μία από τις μεγαλύτερες υφέσεις στη σύγχρονη ιστορία.

Στο Τεύχος 198 του φυλλαδίου 7 ημέρες ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, η Eurobank επισημαίνει ότι το περασμένο έτος σηματοδότησε τον 9ο χρόνο της ελληνικής κρίσης, με την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, τη γνωστή «πίτα» των παραγόμενων τελικών αγαθών και υπηρεσιών, να παραμένει στάσιμη για τρίτη συνεχή χρονιά και να υπολείπεται κατά -26,4% σε σύγκριση με το αντίστοιχο επίπεδο του 2007.

«Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενο τεύχος του φυλλαδίου 7ημέρες ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, η προαναφερθείσα μακροοικονομική επίδοση καθιστά την περίπτωση της Ελλάδος ως μια εκ των μεγαλυτέρων υφέσεων στη σύγχρονη ιστορία των οικονομιών της αγοράς. Το κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής κρίσης δεν είναι τόσο το μέγεθος της συρρίκνωσης του πραγματικού ΑΕΠ όσο η διάρκειά της. Σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, π.χ. ΗΠΑ και Καναδάς την περίοδο του μεσοπολέμου (1929-1933), η πορεία ανάκαμψης είχε ξεκινήσει κατά τη διάρκεια του 5ου έτους του σχετικού επεισοδίου (1934)».

Οι αναλυτές της Eurobank τονίζουν ότι ο μηδενικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης το 2016 ήταν αποτέλεσμα της θετικής συνεισφοράς της εγχώριας ζήτησης και της ισόποσης – σε απόλυτους όρους – αρνητικής συνεισφοράς του εξωτερικού τομέα, ήτοι των καθαρών εξαγωγών. Πιο συγκεκριμένα, η ιδιωτική κατανάλωση, δηλαδή η συνιστώσα με την υψηλότερη συμμετοχή στο ΑΕΠ (69,9% το 2015) ενισχύθηκε 1,4% ή €1,8 δις παρουσιάζοντας τον μεγαλύτερο ρυθμό μεταβολής από το 2008 (3,6%).

Η απότομη πτώση της συμμετοχής των επενδύσεων στο ΑΕΠ, από 26,0% το 2007 στο 11,4% το 2016, αποτελεί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής κρίσης.

Σε ό,τι αφορά την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, αναφέρεται ότι προήλθε από δύο πηγές: 1ον τη συνέχιση της μείωσης του πλούτου των νοικοκυριών (αρνητική αποταμίευση) και 2ον την αύξηση της απασχόλησης (1,8% το 2016). «Αξίζει να σημειώσουμε ότι η πρώτη πηγή πόρων αποτελεί έναν βασικό ερμηνευτικό παράγοντα για την αύξηση του μεριδίου της ιδιωτικής κατανάλωσης από 64,8% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2007 στο 70,5% το 2016».

Διαβάστε Περισσότερα