Πώς ο πληθωρισμός αυξάνει το φορολογικό βάρος στα νοικοκυριά
Eurobank: Αόρατος φόρος ο πληθωρισμός – Πλήττει κυρίως τη μεσαία τάξη

Eurobank: Αόρατος φόρος ο πληθωρισμός – Πλήττει κυρίως τη μεσαία τάξη

Πώς ο πληθωρισμός αυξάνει το φορολογικό βάρος στα νοικοκυριά

Σημαντικές αυξήσεις στα φορολογικά βάρη των ελληνικών νοικοκυριών, ιδιαίτερα εκείνων με μεσαία και ανώτερα μεσαία εισοδήματα, προκαλεί η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, όπως αναδεικνύει νέα μελέτη της Μονάδας Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας της Eurobank. 

Μελετώντας την περίοδο 2022–2023, η έκθεση των Αναστασάτου, Ράπανου και Σταματίου φέρνει στο προσκήνιο τη «φορολογική ολίσθηση», δηλαδή τη σταδιακή διολίσθηση φορολογουμένων σε υψηλότερα κλιμάκια λόγω πληθωριστικών αυξήσεων στα εισοδήματα, χωρίς αντίστοιχη αναπροσαρμογή των ορίων.

Το φαινόμενο αυτό, σύμφωνα με τη μελέτη, λειτουργεί ουσιαστικά ως ένας «πληθωριστικός φόρος», αυξάνοντας αυτομάτως τα φορολογικά έσοδα του κράτους, αλλά παράλληλα διαβρώνει την αγοραστική δύναμη και την κατανάλωση, επιδρώντας αρνητικά στη συνολική ζήτηση.

Η Eurobank, χρησιμοποιώντας στοιχεία της ΑΑΔΕ, υπολογίζει πως η φορολογική επιβάρυνση των εισοδημάτων από μισθούς, συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα αυξήθηκε από 9,9% το 2021 σε 11,1% το 2023. Το 37% αυτής της αύξησης αποδίδεται αποκλειστικά στη μη τιμαριθμοποίηση της κλίμακας. Αν υπήρχε πλήρης προσαρμογή της κλίμακας στον πληθωρισμό, τα έσοδα θα ήταν 9,2% χαμηλότερα. Μείωση που θα μεταφραζόταν σε 0,81 δισ. ευρώ το 2023 και σχεδόν 1 δισ. ευρώ το 2025.

Σύμφωνα όμως με ευρήματα σχετικών μελετών, η μείωση των οριακών φορολογικών συντελεστών οδηγεί σε αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης και μείωση της αδήλωτης εργασίας και της φοροδιαφυγής, προκαλώντας δευτερογενείς επιδράσεις που αντισταθμίζουν μέρος της απώλειας των εσόδων λόγω των χαμηλότερων συντελεστών, ή εν προκειμένω, της τιμαριθμοποίησης της κλίμακας.

Ωστόσο, ακόμα και υπό αυτό το σενάριο, το πρωτογενές πλεόνασμα δεν θα έπεφτε κάτω από το κρίσιμο όριο του 2,0% του ΑΕΠ. Αν εφαρμοζόταν πιο μετριοπαθής τιμαριθμοποίηση, όπως εκείνη της Πορτογαλίας, η απώλεια περιορίζεται σε 0,5 δισ. ευρώ, εξασφαλίζοντας και πάλι τη δημοσιονομική ευστάθεια.

Ποιοι επιβαρύνονται περισσότερο

Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι είναι οι βασικοί «χαμένοι» από τη μη τιμαριθμοποίηση. Στα εισοδήματα αυτών των κατηγοριών, σχεδόν η μισή αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης μεταξύ 2021 και 2023 (47%) προήλθε από τη μη προσαρμογή των φορολογικών ορίων. Αντιθέτως, για τα εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα, μόνο το 16% της αύξησης οφείλεται στην ίδια αιτία.

Ιδιαίτερα τα μεσαία και ανώτερα μεσαία στρώματα επηρεάζονται δυσανάλογα. Αν η κλίμακα είχε τιμαριθμοποιηθεί πλήρως, ο μέσος φόρος για φορολογουμένους στο 40%-70% της εισοδηματικής κατανομής θα ήταν μειωμένος από 19% έως και 32%. Αν εφαρμοζόταν το πορτογαλικό μοντέλο, η μείωση κυμαίνεται από 11% έως 22%.

Τι κέρδισαν οι φορολογούμενοι από την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης

Η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις λειτούργησε αντισταθμιστικά ως προς τη μη τιμαριθμοποίηση, τουλάχιστον δημοσιονομικά. Οι υπολογισμοί δείχνουν πως τα δύο μέτρα είναι ισοδύναμα ως προς το συνολικό φορολογικό βάρος. Ωστόσο, η αναδιανομή του φορολογικού βάρους μεταξύ των εισοδηματικών στρωμάτων είναι διαφορετική. Ο διάμεσος φορολογούμενος με μισθό θα είχε όφελος έως 41% αν αντί της κατάργησης της εισφοράς είχε τιμαριθμοποιηθεί πλήρως η κλίμακα.

Η Ελλάδα σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό Νότο

Η σύγκριση με τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου αποκαλύπτει πως η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση όσον αφορά τη φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών. Για έναν άγαμο εργαζόμενο, η φορολόγηση είναι 14,1% του καθαρού μισθού, ποσοστό που μειώνεται στο 11% για τον διάμεσο μισθωτό. Αντίθετα, για έγγαμο ζευγάρι με δύο παιδιά, η συνολική επιβάρυνση, συμπεριλαμβανομένων ασφαλιστικών εισφορών, είναι η υψηλότερη από όλες τις υπό εξέταση χώρες.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η κατανομή της κλίμακας. Το αφορολόγητο στην Ελλάδα είναι σε ενδιάμεσα επίπεδα (στο 62% του διάμεσου μισθού για έναν φορολογούμενο με δύο παιδιά), αλλά το κατώφλι για τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή είναι εξαιρετικά χαμηλό. Μόλις στο 225% του διάμεσου μισθού, ενώ στις άλλες χώρες βρίσκεται μεταξύ του 248% και του 1.093% του διάμεσου μισθού.

Ανάγκη για φορολογική αναδιάρθρωση με αναπτυξιακή κατεύθυνση

Η μελέτη θέτει επιτακτικά την ανάγκη για ένα νέο μοντέλο φορολογικής πολιτικής που θα ενισχύει τη μισθωτή εργασία, θα προάγει την αποταμίευση έναντι της κατανάλωσης και θα προσελκύει εργατικό δυναμικό υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η έμφαση δίνεται σε μια δομική λύση, όπως η τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας είτε μέσω αυτόματου μηχανισμού, είτε μερικής, είτε ευέλικτης forward-looking προσέγγισης.

Μια τέτοια μεταρρύθμιση, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, θα μπορούσε να διατηρήσει τη δημοσιονομική σταθερότητα, να ενισχύσει την αποδοτικότητα και να καταστήσει το φορολογικό σύστημα δικαιότερο. Επιπλέον, είναι περισσότερο ευθυγραμμισμένη με την επιδίωξη για ένα παραγωγικό μοντέλο βασισμένο στη γνώση, την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα.

Αναλυτικότερα οι προτάσεις της μελέτης που θα βελτίωναν το παραγωγικό πρότυπο της ελληνικής οικονομίας είναι οι εξής: 

Η πρώτη θα ήταν η θέσπιση ενός αυτόματου μηχανισμού τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των ορίων των κλιμακίων. Ένας τέτοιος κανόνας θα παρείχε σταθερότητα και προβλεψιμότητα. αυξάνοντας τη βιωσιμότητα του φορολογικού συστήματος μακροπρόθεσμα. Από την άλλη θα στερείτο ευελιξίας και θα υπαγόρευε αποφάσεις βάσει στοιχείων της προηγούμενων περιόδων, με πιθανές αρνητικές συνέπειες για τη δημοσιονομική ισορροπία. 

Εναλλακτικά, μια στοχευμένη τιμαριθμοποίηση μόνο συγκεκριμένων στοιχείων της φορολογικής κλίμακας (όπως το αφορολόγητο ή οι πρώτες δύο κλίμακες) θα επιτύγχανε μερική προστασία των χαμηλότερων εισοδημάτων, διατηρώντας παράλληλα τη δημοσιονομική σταθερότητα. Από την άλλη, θα αγνοούσε το πρόβλημα της υπέρμετρης φορολογικής επιβάρυνσης των μεσαίων και ανώτερων μεσαίων στρωμάτων, με αποτέλεσμα η συνεχιζόμενη διάβρωσή των εισοδημάτων τους να αποθαρρύνει την επιστροφή ή παραμονή στην Ελλάδα εργαζόμενων με υψηλά προσόντα.

Μια ενδιάμεση λύση θα ήταν η θεσμοθέτηση ενός ευέλικτου, προβλεπτικού αλλά σταθερού θεσμικού πλαισίου, το οποίο θα αξιολογεί την αναγκαιότητα και το εύρος της τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, λαμβάνοντας όμως υπόψη παράγοντες όπως το συνολικό κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό σε ετήσια και πολυετή βάση, οι στόχοι του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής και η εκάστοτε προβλεπόμενη πορεία των φορολογικών εσόδων. 

Η τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας αποτελεί μία μόνο από τις πολλές εναλλακτικές που διαθέτουν οι φορολογικές αρχές για την επίτευξη της δικαιότερης κατανομής των φορολογικών βαρών, την αύξηση της δηλωθείσας απασχόλησης, την ενθάρρυνση της αποταμίευσης, την ενίσχυση των επενδύσεων και την προέλκυση και διατήρηση ανθρώπινου δυναμικού υψηλής παραγωγικότητας, εξασφαλίζοντας όμως παράλληλα την απαρέγκλιτη επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και τη διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας. Το βασικό της πλεονέκτημα είναι ότι αποτελεί μια δομική λύση, η οποία αντιμετωπίζει τα αίτια που προκαλούν το πρόβλημα της ολίσθησης κλιμακίου. Επιπλέον παρέχει ευελιξία, αφού δεν αποκλείει –αλλά ούτε και προϋποθέτει— άλλες διαρθρωτικές αλλαγές στο φορολογικό σύστημα. Άλλες λύσεις όπως η επιλεκτική μείωση φορολογικών συντελεστών και η ενίσχυση των φορολογικών εκπτώσεων βάσει συγκεκριμένων οικονομικών, κοινωνικών ή/και επαγγελματικών χαρακτηριστικών αποτελούν εναλλακτικές οι οποίες, αν εφαρμοστούν σωστά, είναι σε θέση να συμβάλουν στην επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων πολιτικής.