Βάζουν στο μάτι και την πρώτη κατοικία

Βάζουν στο μάτι και την πρώτη κατοικία

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Όπως συνέβη με τα capital controls, τα οποία θα αποσύρονταν πολύ γρήγορα αλλά δύο χρόνια μετά είναι ακόμη εδώ, αλλά και με πάρα πολλές άλλες υποσχέσεις της κυβέρνησης, έτσι συμβαίνει και με την πρώτη κατοικία. Η κυβέρνηση υπόσχεται ότι θα συνεχίσει να προστατεύεται, όμως το πλαίσιο έχει ήδη συρρικνωθεί και δεν αποκλείεται να αποσυρθεί πλήρως.

Αυτό σημαίνει ότι η πλήρης απελευθέρωση της διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης δανείων και των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, είναι εξαιρετικά πιθανό να γίνει πραγματικότητα, όταν στην κυβέρνηση θα βρίσκονται οι ίδιοι άνθρωποι που μέχρι πρότινος έταζαν σε κάθε ευκαιρία ότι «κανένα σπίτι δεν περάσει στα χέρια τραπεζίτη».

Οι δανειστές έχουν από νωρίς ταχθεί υπέρ της πλήρους απελευθέρωσης, ωστόσο σήμερα η ανάγκη είναι ακόμη μεγαλύτερη, λόγω βρίσκεται σε εξέλιξη και το πολιτικοοικονομικό παιχνίδι με επίκεντρο τις τράπεζες και φόντο το χρέος.

Υπό τη δαμόκλειο σπάθη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και των επιπρόσθετων ελέγχων που ζητάει στους ισολογισμούς τους, οι ελληνικές τράπεζες αναζητούν λύσεις καθώς είναι αδύνατο να συνεχίσουν να πιάνουν τους στόχους για τα «κόκκινα» δάνεια με διαγραφές, χωρίς να χρειαστούν νέα κεφάλαια. Και κανείς δεν θα ήθελε μία τέταρτη ανακεφαλαιοποίηση υπό τις παρούσες συνθήκες.

Μία από τις λύσεις θα ήταν η πώληση μεγάλων χαρτοφυλακίων, όμως ακόμη οι τιμές που προσφέρονται από τους επενδυτές είναι εξαιρετικά χαμηλές ακόμη και για πακέτα που συμπεριλαμβάνουν «καλά» δάνεια. Είναι ενδεικτικό ότι η τιμή που αναμένεται να πετύχει η Eurobank κατά την πώληση χαρτοφυλακίου εντελώς προβληματικών καταναλωτικών δανείων, που θεωρούνται δηλαδή ξεγραμμένα, δεν ξεπερνά τα 7 λεπτά στο ευρώ. Οι τράπεζες, λοιπόν, σήμερα – και για αρκετό καιρό ακόμη - δεν θα μπορούν να προχωρήσουν σε εκτεταμένες πωλήσεις διότι θα προκύψουν σοβαρές ζημιές τις οποίες θα πρέπει να καλύψουν με νέα κεφάλαια.

Το Liberal.gr έχει επανειλημμένα τονίσει ότι επιθυμία των δανειστών – και κυρίως του ΔΝΤ – είναι η πλήρης απελευθέρωση του πλαισίου διαχείρισης για να καταστεί πιο εφικτή η σταδιακή μείωση του τεράστιου όγκου των «κόκκινων» δανείων, με τις λιγότερες δυνατές ανάγκες. Σημαντικό ρόλο σε όλη αυτή την προσπάθεια θα παίξουν τα στεγαστικά δάνεια και βέβαια οι πλειστηριασμοί που θα λειτουργήσουν ως μοχλός πίεσης για τους «έχοντες» που δεν πληρώνουν. Όχι ότι τα επιχειρηματικά δάνεια δεν είναι σημαντικά, αφού είναι και περισσότερα σε όγκο, όμως το πλαίσιο υπάρχει και μένει να δοκιμαστεί η αποτελεσματικότητά του.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, πάνω από τα μισά «κόκκινα» δάνεια που σήμερα προστατεύονται από το ισχύον νομικό πλαίσιο, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να συμβάλλουν στη μείωση του συνολικού όγκου, είναι στεγαστικά. Συγκεκριμένα, από τα 101,8 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), τα 15,27 δισ. ευρώ αντιστοιχούν σε δάνεια τα οποία βρίσκονται σε καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία, με τα 8,34 δισ. ευρώ να είναι στεγαστικά.

Τι άλλο μας έδειξαν τα στοιχεία για τα «κόκκινα» δάνεια που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος; Ότι οι στόχοι μέχρι στιγμής υπερκαλύπτονται, κατά βάση λόγω των διαγραφών, ωστόσο το 2018 και το 2019 θα είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθούν αν δεν «ξεμπλοκάρουν» δεκάδες χιλιάδες υποθέσεις που σήμερα έχουν «παγώσει» λόγω της νομικής προστασίας που προσφέρει το ισχύον πλαίσιο.

Οι υποθέσεις αυτές αφορούν είτε σε στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας, είτε σε δανειολήπτες που έχουν υπαχθεί στο νόμο Κατσέλη για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Ειδικά για τα σχεδόν 200.000 δάνεια που εκκρεμούν και έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου, είναι πολύ δύσκολο να υπάρξει κάποια εξέλιξη, καθώς οι περισσότερες υποθέσεις θα εκδικαστούν έως και σε 15 χρόνια.

Όπως μας ενημέρωσε, λοιπόν, η ΤτΕ, είναι αξιοσημείωτο το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) που τελεί σε καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία. Στο σύνολο των χαρτοφυλακίων το 15% των NPEs τελεί υπό καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία, ενώ στο στεγαστικό το ποσοστό ξεπερνά το 30%. Ο αντίκτυπος του προστατευτικού πλαισίου είναι σημαντικός καθώς αναλογεί στο 37,5% της μείωσης. Αυτό σημαίνει πως όσο θα ισχύουν οι διατάξεις που προστατεύουν τους δανειολήπτες, οι τράπεζες θα έχουν ακόμη δυσκολότερο έργο.

Στο συμφωνημένο με τον SSM σχέδιο μείωσης των «κόκκινων» δανείων, οι τράπεζες αναφέρουν ότι θα προχωρήσουν σε συνολικές διαγραφές δανείων ύψους 13,9 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2019, ρευστοποιήσεις ύψους 11,5 δισ. ευρώ και πωλήσεις της τάξης των 7,4 δισ. ευρώ.

Πριν από λίγες ημέρες, ο υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Γιώργος Σταθάκης δήλωσε ότι στα τέλη του έτους, όταν λήγει η ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας, η κυβέρνηση θα φέρει νέα ρύθμιση, μετά, βέβαια, από διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Αν κρίνουμε από τα κέρδη που έχει αποκομίσει η κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές, τότε μάλλον το ισχύον πλαίσιο θα αποσυρθεί εντελώς.

Όπως και να'' χει, από τη στιγμή που το πλαίσιο προστασίας έχει συρρικνωθεί, ο νόμος Κατσέλη αποτελεί το βασικό «καταφύγιο» των δανειοληπτών, όμως οι πιέσεις των δανειστών αφορούν και στην ουσιαστική αναμόρφωση του νόμου για την ταχύτερη επίλυση των υποθέσεων.