Το πάθημα του Γκουαρδιόλα, μάθημα για όλους τους προπονητές

Το πάθημα του Γκουαρδιόλα, μάθημα για όλους τους προπονητές

Με τη λήξη των μεγάλων ποδοσφαιρικών παιχνιδιών το ενδιαφέρον πέφτει πάντα πάνω στον χαμένο, ειδικά από τη στιγμή που ήταν το φαβορί. Εκεί οι εξελίξεις, εκεί τα ερωτηματικά για το μέλλον που συνοδεύουν την απογοήτευση, εκεί η ανασφάλεια, εκεί η αμφισβήτηση του προπονητή, εκεί οι αντιδράσεις που συνήθως φέρνουν αλλαγές και νέο ξεκίνημα. Από την άποψη αυτή, το μεγάλο ζητούμενο είναι τι θα γίνει στην δισεκατομμυριούχο Μάντσεστερ Σίτι και με στον τρόπο με τον οποίο ο Σεΐχης Μανσούρ θα απαντήσει στη νέα ευρωπαϊκή της αποτυχία, ειδικά όταν έρχεται από μια θριαμβευτική σεζόν στα όρια της Premier League.

Ηδη ο Γκουαρδιόλα «ξεκουράζεται» με το μυαλό στην επόμενη μέρα του και στις συζητήσεις που θα κάνει με τον άνθρωπο της ομάδας. Αν το είχε σηκώσει τη νύχτα του Σαββάτου, τώρα θα κοιμόταν ξένοιαστος για κανένα μήνα. Τώρα θα πρέπει να παλεύει με τις ιδέες και τις εμμονές του. Δυστυχώς γι' αυτόν, τα πράγματα δεν ήρθαν όπως τα περίμενε. Κι αυτό ως ένα βαθμό είναι καλό για το ποδόσφαιρο, επειδή θα αναγκαστεί να στύψει το μυαλό του, για να κατεβάσει κάποια καινούργια ιδέα που μπορεί να πάει μπροστά ολόκληρο το ποδόσφαιρο. Πάντα όταν τα ανήσυχα πνεύματα, όπως αυτός, χάνουν έναν από τους στόχους τους, έχουν το κίνητρο να ανακαλύψουν, να εφεύρουν, ή να εξελίξουν κάτι άλλο.

Το πρώτο που πρέπει να κατάλαβε είναι, πως η μπάλα είναι κλασικό - παραδοσιακό άθλημα. Οι καινοτομίες και τα «πειράματα» δεν βγαίνουν πάντοτε σε καλό. Κι αυτό ισχύει περισσότερο σε μεγάλους τελικούς, όπου το διακύβευμα είναι τέτοιο που δεν επιτρέπει αλχημείες και πολλά πρωτοποριακά. Η συνταγή πρέπει να πατάει στις στέρεες βάσεις, στις οποίες έχει μάθει να παίζει η ομάδα, αποφεύγοντας τα ρίσκο. Αλλο να δοκιμάζεις κάτι στα μισά της σεζόν και αν πιάσει να το καθιερώνεις κι άλλο να έχεις την έμπνευση την παραμονή ενός κρίσιμου αγώνα και να το τολμάς αγνοώντας τους κινδύνους.

Αν τον ερμηνεύω σωστά, ο Γκουαρδιόλα φοβήθηκε μετά τις δύο πρόσφατες ήττες από την Τσέλσι και θέλησε να αιφνιδιάσει τον Τούχελ στο «Ντραγκάο». Σκέφτηκε, ότι καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση και παρέταξε τη Μάντσεστερ Σίτι χωρίς καθαρό αμυντικό χαφ. Γέμισε τη μεσαία γραμμή με επιθετικογενείς ποδοσφαιριστές, τούς έδωσε εντολή να κρατούν τη μπάλα και να πρεσάρουν, και… απέτυχε υποτιμώντας την παρουσία του Καντέ, που για πολλούς είναι αυτή τη στιγμή ο κορυφαίος χαφ στον πλανήτη. Ο Γάλλος MVP κατάπιε το κέντρο της Σίτι και ανάγκασε τον προπονητή της να βάλει αμυντικό χαφ - αντί μεσοεπιθετικού - στο 65ο λεπτό όταν έχανε, και το ματς πήγαινε προς τη λήξη. Μπήκε ο Φερναντίνιο, έφερε την πολυπόθητη αγωνιστική ισορροπία, μα αποδείχθηκε ότι ήταν πια αργά.

Κι εδώ ερχόμαστε σε μια δεύτερη σταθερά. Οσο κι αν θέλουν οι προπονητές να το παίζουν μοντέρνοι, το Σάββατο καταλάβαμε ότι χωρίς καθαρό «6άρι» δεν υπάρχει ομάδα –χωρίς δηλαδή τον παίκτη που θα στέκεται μπροστά από την άμυνα και θα καλύπτει χώρους.

Η Μπαρτσελόνα που ο ίδιος ο Γκουαρδιόλα είχε δημιουργήσει κάποτε πάνω στις τότε καινούργιες ιδέες του χωρίς να τον επηρεάζει το «αγγλικό» περιβάλλον, διέθετε πίσω από τον Τσάβι και τον Ινιέστα, τον Μπουσκέτς. Η Ρεάλ Μ. των τεσσάρων Champions League σε μια πενταετία είχε τον Τσάμπι Αλόνσο το 2014 και κατόπιν τον Κασεμίρο. Η Λίβερπουλ του Κλοπ έπαιξε για δυο – τρία χρόνια, έχοντας είτε τον Φαμπίνιο, είτε τον Χέντερσον, είτε και τους δύο μαζί.

Για να έρθουμε και στα δικά μας, καλό να θυμηθούμε τι έγινε στον πρόσφατο τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος. Εκεί, ο Πέδρο Μαρτίνς, με απόντες τον Μπα και τον Παπασταθόπουλο χαράμισε τον Εμβιλά. Τον πήρε από τα χαφ, τον γύρισε στο κέντρο της άμυνας κι εκεί πάτησε ο ΠΑΟΚ και τού πήρε το παιχνίδι. Αυτά, βέβαια είναι οι δικές μου, απλοϊκές ως ένα βαθμό, προσεγγίσεις. Φαντάζομαι ο Πεπ θα κατεβάσει πολύ πιο σύνθετες και ολοκληρωμένες ιδέες…