Συναγερμός από ειδικούς: Αύξηση νοσηλειών για διπλά εμβολιασμένους – Η σημασία της 3ης δόσης

Συναγερμός από ειδικούς: Αύξηση νοσηλειών για διπλά εμβολιασμένους – Η σημασία της 3ης δόσης

Ανησυχητική εικόνα που επιβάλει την επιτάχυνση χορήγησης της 3ης δόσης σε ηλικιωμένους, ευπαθείς ομάδες και άτομα με χαμηλό ανοσοποιητικό, για τους οποίους έχει παρέλθει ένα εξάμηνο από τον πλήρη εμβολιασμό τους, καταγράφεται στα νοσοκομεία της χώρας. Τα αντισώματα στα άτομα αυτά έχουν μειωθεί γεγονός που εξηγεί και γιατί ένα ποσοστό 15% όσων νοσηλεύονται στις ΜΕΘ είναι πλήρως εμβολιασμένοι. Το ζήτημα χορήγησης στους παραπάνω της 3ης δόσης γίνεται επιτακτικό, καθώς αν χαθεί πολύτιμος χρόνος, τότε ενώ θα παλεύουμε να υψώσουμε πιο ψηλά από το 61% τον πήχη για το τείχος ανοσίας, αυτό θα αρχίσει να γκρεμίζεται.

Το στοιχείο αυτό χτυπά «κόκκινο» συναγερμό για το Εθνικό Σύστημα Υγείας που πιέζεται από το νέο ρεκόρ κρουσμάτων, τα οποία έσπασαν το φράγμα των 5.000, συνοδευόμενο από νέο «άλμα» στον αριθμό των διασωληνωμένων και περισσότερους από 50 θανάτους για ακόμα ένα εικοσιτετράωρο. Στους 430 διασωληνωμένους ασθενείς, που νοσηλεύονται στις ΜΕΘ της επικράτειας, οι 66 είναι πλήρως εμβολιασμένοι ενώ οι 364 δηλαδή ποσοστό 84,65% είναι ανεμβολίαστοι ή ατελώς εμβολιασμένοι. Τα ποσοστά των πλήρως εμβολιασμένων ασθενών που νοσηλεύονται στο νοσοκομείο είτε σε απλές κλίνες covid είτε στις ΜΕΘ παρουσιάζουν τις τελευταίες εβδομάδες σταθερή αύξηση, με το φαινόμενο να εξελίσσεται προοδευτικά και να μη δείχνει τάσεις αναστροφής.

Στις αρχές φθινοπώρου λιγότερο από το 9% των ασθενών που κατέληγαν διασωληνωμένοι στη Μονάδα Εντατικής θεραπείας είχαν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό τους, δηλαδή το ποσοστό παρέμενε μονοψήφιο, όπως μονοψήφιος παραμένει ο αριθμός των ημερήσιων θυμάτων κορονοϊού σε κράτη της Δυτικής Ευρώπης με πολλαπλάσιο πληθυσμό από την Ελλάδα, που έχουν τιθασεύσει την πανδημία, επιτυγχάνοντας εμβολιαστική κάλυψη υψηλότερη και του 80%.

Την άκρως ανησυχητική εικόνα στα νοσοκομεία, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα με το 60,8% του συνολικού πληθυσμού της χώρας να είναι πλήρως εμβολιασμένο, μας μεταφέρει η αναπληρώτρια καθηγήτρια πνευμονολογίας Παρασκευή (Βίκυ) Κατσαούνου από την Πανεπιστημιακή Κλινική του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός», τη ναυαρχίδα του Εθνικού Συστήματος Υγείας στην Ελλάδα, που διαθέτει τη μεγαλύτερη και πλέον οργανωμένη ΜΕΘ.

Οι πιο ευπαθείς

 

«Αυτές τις ημέρες νοσηλεύουμε δύο πλήρως εμβολιασμένους 85χρονους στον Ευαγγελισμό και έχει παρέλθει τουλάχιστον ένα οκτάμηνο από τη διενέργεια του πρώτου εμβολιασμού τους, καθώς οι υπερήλικες που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία εμβολιάστηκαν σχεδόν μαζί με τους υγειονομικούς άρα εμβολιάστηκαν περίπου τον Φεβρουάριο. Προφανώς, σε ανθρώπους τέτοιας ηλικίας έχει πέσει χαμηλά ο τίτλος των εξουδετερωτικών αντισωμάτων ή και μπορεί να έχει μηδενιστεί τελείως, οπότε έχουν χάσει ένα μεγάλο μέρος της προστασίας που εξασφαλίζουν τα εμβόλια. Επίσης, να μην ξεχνάμε πως στους ηλικιωμένους και τους υπερήλικες-αναλόγως και των υποκείμενων νοσημάτων από τα οποία πάσχουν-εξαρχής η ανοσολογική απόκρισή τους στον εμβολιασμό είναι πολύ μικρότερη των προσδοκιών. Όταν τέτοια περιστατικά χρειάζονται διασωλήνωση στην Εντατική, τα πράγματα είναι δύσκολα. Στη ΜΕΘ οι επιβαρυμένοι από ηλικία ή/και υποκείμενα νοσήματα ασθενείς έχουν να αντιμετωπίσουν πολλά ‘μέτωπα’ ταυτόχρονα, όπως επιλοιμώξεις και σοβαρές επιπλοκές. Κι όσο παρατείνεται η νοσηλεία στη ΜΕΘ, τόσο πιο δύσκολα γίνονται τα πράγματα…», λέει η Βίκυ Κατσαούνου.

Αυτή η τελευταία εξέλιξη, η προοδευτική αύξηση των νοσηλειών πλήρως εμβολιασμένων ασθενών είναι ένα ηχηρό καμπανάκι κινδύνου πως δεν πρέπει να χαθεί ούτε λεπτό από τη διενέργεια της τρίτης δόσης, όπως εξηγεί ο πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, καθηγητής πνευμονολογίας Στέλιος Λουκίδης. Ο Στέλιος Λουκίδης είναι γιατρός της πρώτης γραμμής στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο «Αττικόν» κι έκανε την τρίτη δόση κοντά στους εννέα μήνες από τον πρώτο εμβολιασμό, μαζί με όλους τους υγειονομικούς, γνωρίζοντας πως τα αντισώματά του είχαν πλέον μηδενιστεί.

Η χορήγηση 3ης δόσης

 

«Το ζήτημα της έγκαιρης χορήγησης της τρίτης δόσης σε όλους τους ηλικιωμένους κι ευπαθείς ανθρώπους, λόγω ανοσοκαταστολής, ανοσοανεπάρκειας λήψης ανοσοκατασταλτικής θεραπείας ή άλλου υποκείμενου νοσήματος είναι εξαιρετικά κρίσιμο γιατί αν χαθεί πολύτιμος χρόνος, τότε ενώ θα παλεύουμε να υψώσουμε πιο ψηλά από το 61% τον πήχη για το τείχος ανοσίας, αυτό θα αρχίσει να γκρεμίζεται.», προειδοποιεί ο καθηγητής πνευμονολογίας.

Ο εμβολιασμός για τον κορονοϊό- ειδικά στους ανθρώπους που το ανοσοποιητικό τους σύστημα δε δίνει εξαρχής την αναμενόμενη ανοσολογική απόκριση- δεν παράγει δηλαδή υψηλό τίτλο αντισωμάτων- δεν είναι σε καμία περίπτωση ισόβιος και το τείχος ανοσίας που έχουμε καταφέρει να χτίσουμε μέχρι στιγμής με τόσο κόπο, τόσες εκστρατείες πειθούς, τόσες εκκλήσεις να πάει ο κόσμος να εμβολιαστεί, θα αρχίσει να ξηλώνεται, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασύμμετρη πίεση που θα δεχτούν τα νοσοκομεία του ΕΣΥ από τις νοσηλείες των εμβολιασμένων που θα προστεθούν στις βαριές νοσήσεις των ανεμβολίαστων όπως προσθέτει ο ειδικός.

Από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας ο αναπληρωτής καθηγητής επιδημιολογίας Δημήτρης Παρασκευής επισημαίνει πως ο κίνδυνος νοσηλείας σε κλινική covid ή ΜΕΘ για τους πλήρως εμβολιασμένους ανθρώπους είναι ξεκάθαρα μεγαλύτερος για τους ηλικιωμένους και τους ανοσοκατεσταλμένους, συστήνοντας κι εκείνος με τη σειρά του να μη χαθεί  χρόνος και να πραγματοποιηθεί τάχιστα η 3η δόση-που μέχρι τώρα έχει χορηγηθεί σε 350.000 άτομα στην πατρίδα μας.  

Ήδη η πίεση στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας των νοσοκομείων της Θεσσαλονίκης είναι αφόρητη κι έγιναν χθες οι πρώτες πέντε αεροδιακομιδές covid ασθενών στην Αθήνα γιατί δεν υπήρχε ούτε ένα κρεβάτι ΜΕΘ κενό. Το ΑΧΕΠΑ, το Παπανικολάου, το Παπαγεωργίου το Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης καλούνται να ξεκινήσουν τις γενικές εφημερίες τους με δεκάδες ασθενών να προσέρχονται στα ΤΕΠ και τα εξωτερικά ιατρεία χωρίς να έχουν ούτε ένα ελεύθερο κρεβάτι, όπως αναφέρει ο διευθυντής της Κλινικής Εντατικής Θεραπείας στο νοσοκομείο Παπανικολάου, Νίκος Καπραβέλος, με την αγωνία για το τι μέλλει γενέσθαι τον χειμώνα να χρωματίζει τη φωνή του.

Κι επειδή οι 1.300 ΜΕΘ που έχουν αναπτυχθεί στα νοσοκομεία της επικράτειας πρέπει να καλύψουν τις ανάγκες και των non covid περιστατικών, σε ορισμένες περιοχές της βόρειας Ελλάδας η πληρότητα στον covid τομέα φθάνει το 97% και καλούνται να συνδράμουν οι χειρουργικές κλινικές διαθέτοντας χώρο, υποδομή και προσωπικό για τις προσωρινές διασωληνώσεις ασθενών με κορονοϊό, με ορατό πια τον κίνδυνο να ξαναμετατραπεί μονοθεματικό το ΕΣΥ.

«Εκτός από τη Θεσσαλονίκη μάς προβληματίζει η κατάσταση στη Θεσσαλία όπου παρατηρείται μεγάλη αύξηση του επιδημιολογικού φορτίου», σχολιάζει ο καθηγητής Στέλιος Λουκίδης, προσθέτοντας ότι στον αντίποδα η Αττική «αντέχει» στην επέλαση του 5ου κύματος της πανδημίας, καθώς της αντιστοιχεί μόλις το 20% των κρουσμάτων, αφού πολλές περιοχές της όπως ο βόρειος και ο νότιος τομέας έχουν επιτύχει υψηλή εμβολιαστική κάλυψη (κοντά στο 80%).

Η πίεση

 

Με το 39% του πληθυσμού να παραμένει ανεμβολίαστο - ένα μέρος βέβαια είναι μικρά παιδιά για τα οποία δεν υπάρχει ακόμα έγκριση για εμβολιασμό από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων- το μεγάλο ερώτημα είναι αν θα αντέξει το ΕΣΥ τις νοσηλείες των ανθρώπων που επέλεξαν να παραμείνουν ανεμβολίαστοι, θεωρώντας τον εαυτό τους «άτρωτο» και την πανδημία μια παγκόσμια συνωμοσία.

Την ίδια ώρα η καθηγήτρια παιδιατρικής – λοιμωξιολογίας Μαρία Θεοδωρίδου, πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών εξηγεί ότι μία έκθεση που παρουσιάζεται από το Αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων CDC μέσω ενός δικτύου 187 νοσοκομείων των ΗΠΑ δείχνει ότι η νόσηση δεν είναι  «φυσικό εμβόλιο» όπως ισχυρίζονται οι αρνητές- δεν αποτελεί δηλαδή υποκατάστατο του εμβολίου καθώς λόγω των πιο μεταδοτικών μεταλλάξεων, των υποκειμένων προβλημάτων υγείας και της ηλικίας των νοσούντων η φυσική νόσηση ενέχει σοβαρούς κινδύνους και μπορεί να στερήσει τη ζωή.

Παράλληλα, η πρώτη μελέτη που πραγματοποίησε το πανεπιστήμιο Χάρβαρντ σε συνεργασία με το Ερευνητικό Ινστιτούτο του Ισραήλ δείχνει ξεκάθαρα τα πλεονεκτήματα της χορήγησης της 3ης  δόσης σε σύγκριση με την ολοκλήρωση του βασικού εμβολιασμού. Στη μελέτη συγκρίθηκαν περίπου 729.000 πολίτες οι οποίοι έλαβαν την τρίτη δόση με ανθρώπους που είχαν πλήρως  εμβολιαστεί με δύο δόσεις και τα ευρήματα έδειξαν ότι μετά τη διενέργεια της 3ης δόσης μειώθηκε κατά 93% ο κίνδυνος νοσηλείας, κατά 92% ο κίνδυνος σοβαρής νόσου και κατά 81% ο κίνδυνος θανάτου.

Για τη σωστή «ανάγνωση» των ευρημάτων και την αποφυγή κάθε σύγχυσης η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Μαρία Θεοδωρίδου θυμίζει ότι η σύγκριση ήταν μεταξύ ανθρώπων που έλαβαν αναμνηστική δόση και πλήρως εμβολιασμένους (όχι ανεμβολίαστους), με την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών να συζητά σήμερα 2/11 για το πότε θα πρέπει να ανοίξει η πλατφόρμα για τη χορήγηση της 3ης δόσης σε άτομα ηλικίας κάτω των 50 ετών και χωρίς υποκείμενα νοσήματα.