Παναγιώτης Πετράκης: Η Ελλάδα στο δρόμο των μηδενικών επιτοκίων

Παναγιώτης Πετράκης: Η Ελλάδα στο δρόμο των μηδενικών επιτοκίων

Είναι πολύ πιθανό μέσα στο 2020, το κόστος δανεισμού της χώρας να συγκλίνει με αυτό των πάλαι πότε μνημονιακών χωρών, όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, εκτιμά μιλώντας στο liberal.gr, ο Παναγιώτης Πετράκης, προσθέτοντας ότι η εξέλιξη θα σηματοδοτήσει επιστροφή σε ευρωπαϊκούς όρους χρηματοδότησης και για τις ελληνικές επιχειρήσεις.

Ένα σενάριο που σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομικών στο ΕΚΠΑ, ενισχύεται από την προοπτική πιστοληπτικής αναβάθμισης σε επενδυτική βαθμίδα των ελληνικών ομολόγων, που μπορεί, όπως λέει, και να έρθει μέσα στο 2020, εφόσον επιταχυνθεί η επίλυση του τραπεζικού προβλήματος των κόκκινων δανείων.

Σχολιάζοντας τον στόχο του προϋπολογισμού για ανάπτυξη 2,8% το 2020, τον χαρακτηρίζει φιλόδοξο, ωστόσο εκτιμά ότι αν επιβεβαιωθούν τα σενάρια για μεγάλη αύξηση επενδύσεων, για παράδειγμα σε ποσοστό διπλάσιο του φετινού, τότε θα μπορούσε να εκτιναχθεί ο ρυθμός, σε επίπεδα υψηλότερα ακόμη και των παραπάνω εκτιμήσεων, συνεπικουρούμενος από την ενίσχυση της κατανάλωσης και της οικοδομής.

Προϋπόθεση για όλα τα παραπάνω θετικά νέα, είναι να μην επαληθευτούν τα χειρότερα σενάρια για την παγκόσμια οικονομία. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο κ. Πετράκης θεωρεί δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία θα υποστεί αρνητικές επιδράσεις, ωστόσο λόγω διαφορετικής τοποθέτησης της χώρας στον οικονομικό κύκλο, στην χειρότερη περίπτωση, δεν θα παρουσιάσει υφεσιακή πορεία.

Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη

- Τι μήνυμα στέλνει η αρχική τιμολόγηση της απόδοσης του ελληνικού δεκαετούς στο 1,55% κατά το άνοιγμα των προσφορών που αποτελεί και ιστορικά χαμηλά επίπεδα για το κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου;

eΗ τιμολόγηση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου στο 1,5% είναι ένα ακόμα ταχύτερο βήμα προς την κανονικότητα. Θεωρώ μάλιστα αρκετά πιθανόν, ότι υπό κανονικές συνθήκες, μέσα στο 2020, το κόστος δανεισμού θα έχει συγκλίνει προς την κατεύθυνση και των άλλων πάλαι ποτέ μνημονιακών χωρών όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία. Το σενάριο αυτό, ενισχύεται από την προοπτική πιστοληπτικής αναβάθμισης σε επενδυτική βαθμίδα των ελληνικών ομολόγων, που μπορεί και να έρθει μέσα στο 2020, εφόσον επιταχυνθεί η επίλυση του τραπεζικού προβλήματος των κόκκινων δανείων.

Η χθεσινή πάντως εξέλιξη είναι ένα ακόμη βήμα επιστροφής σε μια οικονομία με ευρωπαϊκούς όρους χρηματοδότησης. Προδιαθέτει για ακόμη χαμηλότερο κόστος δανεισμού από τις ελληνικές επιχειρήσεις. Δείτε τι συμβαίνει στον χώρο του επιχειρείν. Δύο από τις μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις, ΟΤΕ και ΕΛΠΕ δανείστηκαν πρόσφατα εκατοντάδες εκατομμύρια από την αγορά, με ιστορικά χαμηλά επιτόκια.

Εδώ να πούμε ότι ήταν ευτύχημα που ο πολιτικός κύκλος, όπως διαμορφώθηκε υπό την επιρροή του προεκλογικού αγώνα, δεν οδήγησε σε εκτροχιασμό της δημοσιονομικής πολιτικής. Έτσι όταν κατατέθηκε ο νέος προϋπολογισμός του 2020 το πλαίσιο έγινε περισσότερο σαφές και οι επενδυτές αποτίμησαν θετικά τις προοπτικές δανεισμού της Ελλάδας, ζητώντας πάντως ένα ικανοποιητικό επιτόκιο για τα διεθνή δεδομένα της εποχής. Πάντως για την ελληνική οικονομία δημιουργείται μια πολύ καλή συγκυρία.

- Το βελτιωμένο αυτό κλίμα των αγορών για την Ελλάδα στο εξωτερικό, είναι ένας επιπλέον λόγος για να ξεκλειδώσει τα ξένα κεφάλαια ή αυτά θα περιμένουν πρώτα να δουν τις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης να γίνονται πράξη;

Βεβαίως η χαλαρή νομισματική πολιτική στον Δυτικό ανεπτυγμένο κόσμο ευνοεί την εξέλιξη αυτή. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι επίσης την ευνοούν οι εσωτερικές πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις και ιδιαιτέρως η ανάδειξη ενός καθαρού δρόμου της οικονομικής πολιτικής. Στο περιβάλλον αυτό κρίσιμο ρόλο έχει η ανανεωμένη μεταρρυθμιστική διάθεση της κυβέρνησης. Επειδή η πολιτική που στηρίζεται στις μεταρρυθμίσεις έχει ένα μακρύτερο χρονικό ορίζοντα απόδοσης συνήθως η οικονομική πολιτική κρίνεται από τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται. Οι μέχρι τώρα σχετικές πρωτοβουλίες που έχουν δημοσιοποιηθεί προφανώς κρίνονται ως θετικές.

- Πώς σχολιάζετε τον στόχο για ανάπτυξη 2,8% που έχει βάλει ο Προϋπολογισμός για το 2020; Μήπως είναι φιλόδοξος , όταν διεθνείς και εγχώριοι οργανισμοί δύσκολα φτάνουν μέχρι το 2,3%;

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο στόχος είναι φιλόδοξος δεδομένου ότι οι εκτιμήσεις για την άνοδο του ΑΕΠ το 2019 κινούνται προς το διάστημα μεταξύ 2% και 2,5%.

Όμως ας μην ξεχνάμε ότι εάν επιτευχθεί η είσοδος ξένου επενδυτικού κεφαλαίου με προορισμό την έγκαιρη πραγματοποίηση επενδύσεων σε ρυθμό, ας πούμε διπλάσιο του προηγούμενου έτους, θα μπορούσε να εκτινάξει τον ρυθμό μεγέθυνσης υψηλότερα των εκτιμήσεων ακόμα και του προϋπολογισμού.

Συνεπώς, υπό προϋποθέσεις, είναι δυνατόν να επιτευχθούν υψηλότεροι ρυθμοί μεγέθυνσης. Οι κύριες προϋποθέσεις αυτές περιλαμβάνουν τις γεωπολιτικές εξελίξεις, την μη βύθιση της παγκόσμιας οικονομίας σε σοβαρή ύφεση και την συνέχιση της παρούσας εσωτερικής οικονομικής πολιτικής.

- Εκτός της αύξησης των επενδύσεων, ποια είναι τα υπόλοιπα στοιχήματα του Προϋπολογισμού του 2020; Αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, τόνωση της οικοδομής, εφαρμογή, έπειτα από χρόνια υποεκτέλεσης, του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων;

Είναι εμφανές ότι όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς, στις δυτικές ανεπτυγμένες χώρες οι καταναλωτές και η κατοικία σώζουν την παράσταση στην πορεία του οικονομικού κύκλου. Οι καταναλωτές λόγω βελτίωσης του διαθεσίμου εισοδήματος και η κατοικία λόγω βελτίωσης των συνθηκών ρευστότητας.

Στην Ελλάδα η από μακρόν συμπίεση του επιπέδου διαβίωσης, η αύξηση της απασχόλησης (έστω και εάν είναι μερικής), η επανάκαμψη της δραστηριότητας του οικιστικού τομέα λόγω ανάκαμψης από τα χαμηλότερα επίπεδα της κρίσης και λόγω του εξωτερικού αγοραστικού ενδιαφέροντος, ασκούν θετικές επιδράσεις στην οικονομία και μέσω του λεγόμενου συνδρόμου πλούτου (wealth effect) κυρίως της μεσαίας τάξης με συνακόλουθες θετικές επιδράσεις.

-Τι ρόλο παίζει σε όλα αυτά το διεθνές περιβάλλον; Εκτιμάτε ότι θα αποτελέσει τροχοπέδη για την επίτευξη των παραπάνω στόχων ή έχει αποκτήσει τέτοια δυναμική η ελληνική οικονομία, ώστε δεν θα επηρεαστεί σοβαρά από τα διεθνή σύννεφα;

Μέχρι στιγμής είχαμε παραδεχτεί ότι έχει αυξηθεί ο κίνδυνος ύφεσης στην παγκόσμια οικονομία. Τώρα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι ορισμένοι πραγματικοί τομείς της παγκόσμιας οικονομίας όπως είναι η βιομηχανία στην Κεντρική Ευρώπη και στις ΗΠΑ δείχνουν να δέχονται υφεσιακές πιέσεις αφού αποτελούν τους κυριότερους τομείς που δέχονται τις επιπτώσεις του εμπορικού και συναλλαγματικού πολέμου συμπεριλαμβανομένου του Brexit κ.λπ.

Πρέπει επίσης να προσέξουμε ότι στους πρώτους μήνες του 2020 μπορεί να δούμε να εξελίσσεται είτε ένα σενάριο ήπιας ύφεσης είτε κάτι βαθύτερο.

Οι εξελίξεις αυτές επιδρούν στους κύριους τομείς παραγωγής, συμπεριλαμβανομένου των εξαγωγών, αφήνοντας προς το παρόν σχετικά προφυλαγμένους τον τομέα των υπηρεσιών και τις κατασκευές.

Η ελληνική οικονομία θα υποστεί αρνητικές επιδράσεις από τις παραπάνω εξελίξεις αλλά λόγω διαφορετικής τοποθέτησης στον οικονομικό κύκλο, στην χειρότερη περίπτωση, δεν θα παρουσιάσει υφεσιακή πορεία.