Οικογενειακή Βία: Πώς να «απεγκλωβίσουμε» το παιδί...
Δύο ειδικοί μιλούν στο Liberal

Οικογενειακή Βία: Πώς να «απεγκλωβίσουμε» το παιδί...

Με αφορμή το έγκλημα στα Γλυκά Νερά και την πιο τραγική φιγούρα, την 12 μηνών Λυδία που μένει πίσω χωρίς γονείς- ορφανή από μητέρα και με έναν πατέρα που θα εκτίσει ποινή στην φυλακή - το Liberal.gr ανοίγει το ευαίσθητο θέμα των παιδιών που ζουν σε κακοποιητικό περιβάλλον.

Με την βοήθεια του ψυχίατρου-ψυχοθεραπευτή Δημήτρη Οικονόμου, και την εμπειρία του Προέδρου του Χαμόγελου του Παιδιού Κώστα Γιαννόπουλου χαρτογραφούμε την πορεία αυτών των παιδιών και αναζητάμε εκείνες τις προϋποθέσεις, που θα τους επιτρέψουν να επουλώσουν τα ψυχικά τους τραύματα, να διαχειριστούν τις εμπειρίες, τις αναμνήσεις, τα σχόλια του κόσμου και τις ενοχές (γιατί τα παιδιά κατηγορούν πρώτα τον εαυτό τους) και να συνεχίσουν τη ζωή τους χωρίς επιπτώσεις και χωρίς να κουβαλούν για πάντα ένα ανεξίτηλο στίγμα.

Όπως εξηγεί ο ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής Δημήτρης Οικονόμου όταν ένα παιδί ζει σε κακοποιητικό περιβάλλον και θα πρέπει να απομακρυνθεί, γιατί οι γονείς αποβιώνουν ή πάνε φυλακή ή κρίνονται ακατάλληλοι για την ανατροφή του, τότε παρεμβαίνουν οι Εισαγγελικές Αρχές για να διασφαλιστεί η προστασία και οι φροντίδα των παιδιών.

Τα παιδιά που δεν μπορούν να μείνουν με τους φυσικούς τους γονείς δίνονται στην φροντίδα των συγγενών τους (τους γονείς των γονιών τους) εφόσον αυτοί κριθούν κατάλληλοι ή σε υπηρεσίες πρόνοιας (ιδρύματα) στα 13 σπίτια του «Χαμόγελου του παιδιού» ή στα παιδικά χωριά SOS.

Στην περίπτωση της μικρής Λυδίας, του βρέφους της άτυχης Καρολάιν, ήδη η Εισαγγελία Ανηλίκων Αθηνών έχει αναλάβει πρωτοβουλία για την φροντίδα της.

Στην Ελλάδα, την τελευταία δεκαετία έχει γίνει πολύ μεγάλη προσπάθεια, ώστε οι δομές της πρόνοιας να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του σήμερα και να ξεπεραστούν προβλήματα και αγκυλώσεις του παρελθόντος.

Η πρόοδος που έχει συντελεστεί είναι σημαντική-ειδικά μετά τις αλλαγές στο Νόμο περί Αναδοχής και Υιοθεσίας, ωστόσο έχουμε ακόμα δρόμο μπροστά μας για να φτάσουμε να εναρμονιστούμε με το επίπεδα άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως αναφέρει ο ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής Δημήτρης Οικονόμου.

Στη χώρα μας ο θεσμός της οικογένειας παραμένει πολύ ισχυρός και σε αρκετές περιπτώσεις οι κοντινοί συγγενείς, παππούδες, θείοι αναλαμβάνουν την αναστροφή και τη φροντίδα του ανήλικου, που μένει χωρίς γονείς ή που πρέπει να απομακρυνθεί από τους φυσικούς του γονείς.

Όποιοι κι αν αναλάβουν την φροντίδα του-συγγενείς ή ανάδοχη οικογένεια ή προνοιακή Δομή, θα χρειαστεί να συμβουλεύονται για αρκετά χρόνια ειδικούς επιστήμονες (ψυχίατρο, ψυχολόγο, κοινωνικό λειτουργό) ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις προκλήσεις και τα προβλήματα της ανατροφής του παιδιού με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορέσουν επουλώσουν τις πληγές του- γιατί σίγουρα ακόμα και σε ένα βρέφος χαράζονται τραυματικά γεγονότα στην ψυχή του από την διαβίωση σε ένα κακοποιητικό περιβάλλον.

Οι άνθρωποι που θα κριθούν αρμόδιοι από την Εισαγγελία να αναλάβουν την φροντίδα του παιδιού επωμίζονται κι ένα πολύ βαρύ έργο, την αποκάλυψη της αλήθειας στα ανήλικα και τα πιο τραγικά θύματα αυτών των τραγωδιών.

Ένα παιδί που μεγαλώνει έχοντας βιώσει το ίδιο την κακοποίηση ή όντας μάρτυρας της κακοποίησης της μητέρας του, ένα παιδί, του οποίου οι γονείς διέπραξαν φόνο, που έχει πατέρα ή μητέρα συζυγοκτόνο θα πρέπει οπωσδήποτε με τη βοήθεια ειδικών ψυχιάτρων, ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών να μάθει την αλήθεια διότι φυσικά δεν μπορεί να ζει σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον.

Ο κόσμος σχολιάζει, θα ακούσει πράγματα μεγαλώνοντας άρα οπωσδήποτε πρέπει να μπορεί να διαχειριστεί τα σχόλια.

Σε αυτήν την πολύ δύσκολη ερώτηση, «πώς λες την αλήθεια σε ένα παιδί γι' όλα αυτά», ο Δημήτρης Οικονόμου εξηγεί ότι λέμε την αλήθεια σε πολύ μικρές δόσεις με τον τρόπο που ορίζει η ίδια ηλικία του παιδιού, δεν χρωματίζουμε συναισθηματικά τα γεγονότα και αφήνουμε το ίδιο το παιδί να μας καθοδηγήσει.

Λέμε όσα αντέχει και δίνουμε την αλήθεια σταλιά-σταλιά. Θα πρέπει να τα μάθει όλα αλλά το κάνουμε πολύ προσεκτικά και σε μικρές δόσεις.

Το να μάθει την αλήθεια το παιδί για όλα αυτά που συνέβησαν στο κακοποιητικό περιβάλλον που έζησε είναι επιβεβλημένο για πολλούς λόγους. Καταρχάς γιατί αυτές οι καταστάσεις αφήνουν τραύματα που χρειάζονται επούλωση.

Επίσης επειδή ο κόσμος εκεί έξω συζητάει αλλά γιατί όλα τα παιδιά όταν έχουν βιώσει έναν εφιάλτη νιώθουν ένοχα, όπως τονίζει ο ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής.

Τα παιδιά που μεγαλώνουν δίπλα σε κακοποιητικούς γονείς θεωρούν ότι είναι η δική τους υπαιτιότητα που οι γονείς φέρονται έτσι. Νιώθουν ενοχή και πλάθουν σενάρια με το μυαλό τους.

Αν λοιπόν δεν εξηγήσουμε στο παιδί τι συνέβη, θα μείνει για πάντα με την εντύπωση ότι ο δικός του ερχομός στον κόσμο έκανε για παράδειγμα τον μπαμπά να δέρνει τη μαμά γιατί το ίδιο ήταν ένα κακό παιδί, ήταν ένα δύσκολο μωρό, δημιούργησε ένταση στο σπίτι και ώθησε τον πατέρα του σε αυτή τη συμπεριφορά-σε αυτά τα ξεσπάσματα.

Η αφήγηση-αποκάλυψη της αλήθειας ξεκινά από τον ειδικό εξηγώντας στο παιδί ότι όπως δεν διαλέγεις το μέρος που θα ζήσεις, έτσι κανείς μας δεν μπορεί να διαλέξει την οικογένειά του, δεν μπορεί να διαλέξει τους γονείς τους. Το παιδί δεν έχει καμία ευθύνη για το ποιος τον έφερε στον κόσμο. Καμία ευθύνη για τις πράξεις του γονιού του.

Για χρόνια και όσο χρειαστεί, οι ειδικοί επιστήμονες θα πρέπει να μείνουν παρόντες στη ζωή του παιδιού συμβουλεύοντας τους αναδόχους και στηρίζοντας το ίδιο το ανήλικο σε κάθε του βήμα. Δεν υπάρχει χρυσή συνταγή για το πόσο θα πρέπει να διαρκέσει αυτή η υποστήριξη.

Το παιδί μεγαλώνοντας, θα δώσει με την συμπεριφορά του, με τα λεγόμενά του το μήνυμα ότι επούλωσε τις πληγές του παρελθόντος και ότι μπορεί να πάει παραπέρα.

Από τη μεριά του ο πρόεδρος του «Χαμόγελου του παιδιού» Κώστας Γιαννόπουλος, με την εμπειρία που έχει μέσα από τα 13 σπίτια του Οργανισμού όπου μεγαλώνουν ανήλικοι που απομακρύνθηκαν από το φυσικό τους περιβάλλον, μας θυμίζει ότι πολύ συχνά ένα παιδί που βίωσε την κακοποίηση, την αναπαράγει, γιατί η βία γεννά βία.

Άλλοτε την αναπαράγει, άλλοτε την αναζητά διαιωνίζοντας στερεότυπα. Έτσι για παράδειγμα ένα αγόρι που μεγάλωσε με πατέρα θύτη μπορεί να γίνει θύτης, ενώ ένα κορίτσι που κακοποιήθηκε από τον πατέρα του μπορεί να αναζητήσει έναν αντίστοιχο κακοποιητικό σύντροφο, που μοιάζει στον πατέρα-δυνάστη.

Θα πρέπει να σπάσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο της βίας για να απεγκλωβίσουμε τα παιδιά, ώστε να μπορέσουν να προχωρήσουν χωρίς «βαρίδια» στη ζωή τους.

Επιστρέφοντας στην περίπτωση του σοκαριστικού εγκλήματος στα Γλυκά Νερά, ο ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής Δ. Οικονόμου επισημαίνει ότι όσο μικρό κι αν είναι ηλικιακά το μωρό που έμεινε πίσω- σίγουρα εντυπώθηκαν στην ψυχή του όσα έζησε μέσα σε εκείνη τη μεζονέτα. Όσα βίωσε στιγματίζουν ένα παιδί και αυτό συνιστά την σκοτεινή πλευρά του νομίσματος.

Όμως το νόμισμα έχει δύο όψεις και η άλλη πλευρά-η αισιόδοξη πλευρά- λέει πως δεν είναι υποχρεωτικό ένα παιδί να στιγματιστεί για πάντα, μέσα από αυτές τις καταστάσεις. Τα παιδιά έχουνε τεράστιες αντοχές και τεράστια ικανότητα προσαρμογής.

Ένα παιδί λοιπόν που θα λάβει τη σωστή φροντίδα μπορεί να επουλώσει όλες του τις πληγές, να εξελιχθεί όχι απλώς φυσιολογικά αλλά να έχει μία θεματική εξέλιξη στη ζωή του και να δώσει ανιδιοτελή ατελείωτη αγάπη στην δική του οικογένεια.