Και τώρα, Σάντερς εναντίον Μπλούμπεργκ

Και τώρα, Σάντερς εναντίον Μπλούμπεργκ

Στην πορεία προς τις προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχει, πλέον, μια δεύτερη «σημαδούρα» πέρα από τον Ντόναλντ Τραμπ. Πρόκειται, βεβαίως, για τον Μπέρνι Σάντερς, τον γερουσιαστή του Βερμόντ ο οποίος, παρά τα 78 χρόνια που κουβαλάει στην καμπούρα του, εκπέμπει μια απίστευτη ενεργητικότητα.

Αυτή η ενεργητικότητα, άλλωστε, με τη βοήθεια των θέσεων που υποστηρίζει, μοιάζουν να συγκινούν πολύ περισσότερους από ό,τι όλοι οι αντίπαλοι οι οποίοι έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα απέναντί του. Κάτι που ισχύει ειδικά για τον Τζο Μπάιντεν, τον πρώην αντιπρόεδρο και εκλεκτό του κατεστημένου των Δημοκρατικών, ο οποίος είναι φανερό ότι δεν «τραβάει», παρά τη δεύτερη θέση που διασφάλισε στα προκριματικά του Σαββάτου στη Νεβάδα.

Η νέα νίκη του Σάντερς σε αυτή την αναμέτρηση, την Τρίτη κατά σειρά στην μακρά πορεία προς το συνέδριο του Ιουλίου συνοδεύτηκε μάλιστα με ένα ποσοστό το οποίο πλησίασε το 50%. Του χαρίζει δε αναμφίβολα τον τίτλο του αδιαφιλονίκητου φαβορί για το χρίσμα του κόμματος, ώστε να βρεθεί απέναντι στον νυν πρόεδρο.

Η κυριαρχία του Σάντερς ενισχύεται και από το γεγονός ότι η συγκεκριμένη πολιτεία είναι πολύ πιο αντιπροσωπευτική του συνόλου των ΗΠΑ όσον αφορά τη σύνθεση του πληθυσμού της σε σύγκριση με τις δύο πρώτες και κυρίως «λευκές» πολιτείες της Αϊόβα και του Νιού Τζέρσεϊ. Για του λόγου το αληθές, το 30% των πολιτών της είναι Λατίνοι, το 10% Αφροαμερικανοί, ενώ υπάρχει και ένα σημαντικό και ολοένα αυξανόμενο ποσοστό Ασιατών.

Δεν είναι τυχαίο, από αυτή την άποψη, ότι στη συγκεκριμένη πολιτεία έδειξε να «σκοντάφτει» η μέχρι σήμερα έκπληξη των εκλογών, Πιτ Μπούτιτζιτζ. Το γεγονός ότι δεν διαθέτει την ίδια δυνατότητα απεύθυνσης σε όλα τα τμήματα της αμερικανικής κοινωνίας οδηγεί στο (πρόωρο, είναι αλήθεια) συμπέρασμα πως πιθανότατα δεν θα αντέξει ως το τέλος…

Τίποτα δεν έχει κριθεί ακόμη

Είναι σαφές, ωστόσο, ότι το παιχνίδι δεν έχει κριθεί υπέρ του Σάντερς. Κι αυτό διότι μένει να αποδειχτεί πόσο καλά μπορεί να τα καταφέρει μπροστά στο «βαρύ πυροβολικό» που αντιπροσωπεύει – από πολλές απόψεις – ο Μάικλ Μπλούμπεργκ. Ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης έχει εξαρχής επικεντρώσει την προσοχή του  και τα εκατομμύριά του στην κρίσιμη αναμέτρηση της «Σούπερ Τρίτης», όπου αναμένεται να τα παίξει όλα για όλα. 

Όχι άδικα. Στις 3 Μαρτίου, εξάλλου, διεξάγονται προκριματικά σε 14 ταυτόχρονα πολιτείες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα τρίτο των κάπου 4.000 συνέδρων οι οποίοι θα κληθούν να εκλέξουν τον υποψήφιο των Δημοκρατικών. Γι’ αυτό και ο Σάντερς, όπως και οι άλλοι διεκδικητές εδώ και κάποιες ημέρες έχουν συγκεντρώσει τα πυρά τους πάνω στον Μπλούμπεργκ, καθώς γνωρίζουν ότι όποιος πάρει εκεί κεφάλι, θα είναι δύσκολο να χάσει στη συνέχεια το προβάδισμα.

Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι η πρεμιέρα του τελευταίου σε ανοιχτή τηλεοπτική αναμέτρηση υπήρξε, κατά γενική ομολογία, απογοητευτική. Πιθανώς, επειδή ούτε και ο ίδιος περίμενε ότι θα δεχτεί τόσο σφοδρή επίθεση από τους αντιπάλους του. Αυτό, όμως, είναι κάτι που θα αλλλάξει τις επόμενες εβδομάδες – και σίγουρα δεν είναι οι τηλεμαχίες που κυρίως θα κρίνουν ποιος ή ποια θα βρεθεί απέναντι στον Τραμπ και θα προσπαθήσει να τον του κάνει έξωση από τον Λευκό Οίκο.

Ο Σάντερς επιδιώκει να κάνει την έκπληξη και να αποφύγει την επανάληψη όσων συνέβησαν το 2016, όταν σχεδόν έφτασε στη βρύση, αλλά δεν ήπιε νερό, αναγκαζόμενος να μείνει στη σκιά της Χίλαρι Κλίντον. Ο δε Μπλούμπεργκ ποντάρει, ανάμεσα στα άλλα, και στην στήριξη του κομματικού μηχανισμού και του πιο μετριοπαθούς τμήματος της βάσης των Δημοκρατικών εάν φανεί ότι μόνο αυτός μπορεί να σταθεί απέναντι στον Σάντερς – και, τελικά, να χτυπήσει τον Τραμπ στα ίσια.