Ένα δισ. το μήνα το κόστος του lockdown στην Αττική

Ένα δισ. το μήνα το κόστος του lockdown στην Αττική

Πόσο πίσω θα γύριζε την οικονομία ένα πιθανό lockdown στην Αττική; Τι θα σήμαινε για την οικονομική δραστηριότητα μια καραντίνα τουλάχιστον δύο εβδομάδων στο Λεκανοπέδιο, το οποίο παράγει το 47,6% της συνολικής προστιθέμενης αξίας της χώρας, δηλαδή 75 δισ. ευρώ;

Το αποτύπωμα μιας καραντίνας στην οικονομία θα εξαρτηθεί ανάλογα με τη διάρκειά της. Αξιοποιώντας το μοντέλο προβλέψεων της Oxford Economics, που εδώ και χρόνια χρησιμοποιούμε, εκτιμήσαμε ότι σε ένα πιθανό lockdown δε θα επηρεαζόταν κατά τρόπο ισομερή όλοι οι κλάδοι της παραγωγικής δραστηριότητάς της.

Συγκεκριμένα, με βάση την εμπειρία του Μαρτίου του 2020, βλέπουμε ότι το 84% της γεωργίας, το 60% των ορυχείων, λατομείων, μεταποίησης της ηλεκτρικής ενέργειας, το 40% των χρηματοπιστωτικών και ασφαλιστικών δραστηριοτήτων, το 31% της διαχείρισης της ακίνητης περιουσίας, το 55% των επαγγελμάτων, επιστημονικών και τεχνικών δραστηριοτήτων, το 100% της δημόσιας διοίκησης, υγείας, αλλά μόνο το 18% των τεχνών, διασκέδασης και ψυχαγωγίας θα μείνουν ανεπηρέαστες από το lockdown.

Αυτές οι εκτιμήσεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η μείωση αφορά σχεδόν την μέση παραγωγή στην Αττική. Έτσι για 15 ημέρες, η απώλεια αναμένεται να ανέλθει σε 580 εκατ. ευρω ή στο 0,3% του ΑΕΠ. Για ένα μήνα, σε πάνω από 1 δισ ευρώ.

Το μέγεθος είναι σοβαρό αλλά το κόστος να χαθεί ο έλεγχος της πανδημίας ενδεχομένως είναι πολύ μεγαλύτερο γιατί απλούστατα θα μας οδηγήσει σ’ ένα καταστροφικό ολικό lockdown.

Συνεπώς αναδεικνύεται ξανά επιτακτικό το ζήτημα της ποιότητας των διοικητικών παρεμβάσεων οι οποίες θα μεγιστοποιήσουν το επιδημιολογικό όφελος προξενώντας την μικρότερη δυνατή οικονομική ζημιά. Δύσκολες ασκήσεις για πολύ δύσκολους καιρούς.

Στο μέτωπο των μέτρων, ο πρωθυπουργός στην Θεσσαλονίκη εξήγγειλε μία ομάδα παρεμβάσεων που ονομαστικά ανέρχονται σε 6,8 δισ ευρώ. Ορισμένα από αυτά έχουν επίδραση και στο 2020 αλλά η κύρια επίπτωση θα εμφανιστεί (σωστά στοχευμένα) κυρίως το 2021.

Όταν εξαγγέλλονται δέσμες μέτρων υπάρχει πάντοτε απόκλιση μεταξύ ονομαστικής αξίας και πραγματοποιήσεων. Αυτό συμβαίνει για πάρα πολλούς λόγους: Είτε διότι τα όργανα εφαρμογής συναντούν πολλές σοβαρές δυσκολίες, είτε διότι οι ωφελούμενοι δεν αντιδρούν με τον τρόπο που οι αρχικοί σχεδιαστές έχουν φανταστεί, είτε τέλος διότι τα μέτρα δεν έχουν σχεδιαστεί με επάρκεια. Με άλλα λόγια υπάρχει πάντοτε μία απόσταση μεταξύ σχεδιασμού και πραγματικότητας.

Εάν επιχειρήσουμε να ενσωματώσουμε ένα πακέτο μέτρων σε ένα μοντέλο συνολικής πρόβλεψης της οικονομίας για να δούμε ποια θα είναι η αποτελεσματικότητά τους, θα παρακολουθήσουμε στο μοντέλο αντιδράσεις οι οποίες πιθανόν να μην είναι διαφωτιστικές ούτε για να κρίνουμε την αποτελεσματικότητα των μέτρων ούτε για να αποφασίσουμε διορθώσεις ή πρόσθετες παρεμβάσεις για λόγους που εν τελεί σχετίζονται με τις δυσκολίες μοντελοποίησης της οικονομίας.

Στην προσπάθειά μας λοιπόν να αποτιμήσουμε την αξία των μέτρων που έχουν ήδη εξαγγελθεί ή πρόκειται να εξαγγελθούν, επιλέξαμε ένα πιο απλό τρόπο αξιολόγησής τους.

Αξιοποιώντας πάντα το μοντέλο προβλέψεων της Oxford Economics, εκτιμήσαμε τι θα συμβεί το 2021 στην οικονομία εάν το πακέτο της Θεσσαλονίκης ενεργοποιηθεί (με την αναλογία των δράσεων που περιέχει) αλλά το ύψος της πραγματικής επίδρασης στην οικονομία θα φθάσει στο ύψος των 2 δισ. Το ίδιο κάναμε εάν το ύψος φθάσει στα 3 δισ. και τα 4 δισ. Έτσι μπορέσαμε να εκτιμήσουμε την μέση επίδραση που έχει κάθε ένα δισεκατομμύριο ευρώ πραγματικής ενίσχυσης στην πραγματική οικονομία.

Τι διαπιστώσαμε ; Καταρχήν η επίδραση δεν έχει γραμμικό χαρακτήρα. Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι λειτουργεί ο πολλαπλασιαστής αλλά με φθίνοντα τρόπο. Δύο δισ ευρώ φέρνουν αύξηση 1,29 δισ. στο ΑΕΠ, 3 δισ. ευρώ φέρνουν 1,93 δισ. στο ΑΕΠ και 4 δισ. φέρνουν αύξηση 2,58 δισ. στο ΑΕΠ.

Τι σημαίνει αυτό; Ότι οι ενισχύσεις θα πρέπει να είναι καλά σχεδιασμένες γιατί αλλιώς χάνουν προοδευτικά  την αξία τους! Δεν είναι σημαντικό μόνο το μέγεθος των πολιτικών ενίσχυσης, αλλά από ένα σημείο και μετά, αυτό που μετράει είναι η ποιότητα των πολιτικών που εφαρμόζονται.

* Ο Π.Ε. Πετράκης είναι καθηγητής Οικονομικών στο ΕΚΠΑ.