Έχει μέλλον η πολιτική ηγεμονία της ΝΔ;

Έχει μέλλον η πολιτική ηγεμονία της ΝΔ;

Αν η εποχή μας αδιαμφισβήτητα χαρακτηρίζεται πολιτικά από κάτι, αυτό είναι η χαλάρωση των παραδοσιακών παραταξιακών ταυτίσεων και η αποϊδεολογικοποίηση των κομματικών αντιπαραθέσεων. Στοιχείο που οδηγεί σε αναβάθμιση της αποτελεσματικότητας των εκάστοτε διαχειριστών της εξουσίας ως κριτηρίου καθορισμού της λαϊκής ψήφου.

Πρόκειται για μια παράμετρο που παρ’ ημίν προφανώς ευνοεί τη σημερινή κυβέρνηση, όχι μόνο αρνητικά - επειδή η διαχειριστική επάρκεια ουδέποτε υπήρξε ατού της ελληνικής αλλά και της ανά την υφήλιο Αριστεράς, ας θυμηθούμε μόνο, ως παράδειγμα, πού πήγε η γαλλική οικονομία τα πρώτα χρόνια της περιόδου Μιττεράν, πριν αυτός ανακρούσει πρύμναν - αλλά και θετικά: με βάση τον, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, κυβερνητικό απολογισμό της.

Πρωτίστως βέβαια, παρά τους πολλούς θανάτους και τα κρούσματα, στη διαχείριση της πανδημίας, σε συνδυασμό με την επίτευξη –για όσο διάστημα βέβαια το διεθνές κλίμα και οι υπερκρατικοί οικονομικοί θεσμοί επιτρέπουν τη δημοσιονομική χαλάρωση- της άμβλυνσης των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης.  

Βέβαια εδώ εύλογα μπορούν να προβληθούν δύο αντιρρήσεις.

Πρώτον: Χαϊδεύοντας την παραδοσιακή εκλογική βάση της, δηλαδή αφενός μεν με τις παρελάσεις τους «εθνοδιεγειρόμενους», αφετέρου δε τους θρήσκους, με τη διασφάλιση στον εκκλησιασμό μιας χαλαρής αντιμετώπισης η οποία δεν προβλέφθηκε π.χ. για την πρόσβαση στις βιβλιοθήκες -άραγε ο κ. Αδ. Γεωργιάδης θεωρεί την πνευματική τροφή υποδεέστερη της ψυχικής;- η κυβέρνηση φάνηκε να υπηρετεί περισσότερο το τρίπτυχο «πατρίς-θρησκεία-ψηφοθηρία» και λιγότερο τη δημόσια υγεία.

Αυτό είναι δυστυχώς αλήθεια. (Μάλιστα η ενδοτικότητα προς τους «εθνοδιεγειρόμενους» φάνηκε και αλλού, πχ στη μη ψήφιση των εφαρμοστικών μνημονίων των συμφωνιών των Πρεσπών, επιλογή που εμφανίζεται μάλιστα ως δικαιωμένη, επειδή τώρα κλονίζεται  η «φιλοπρεσπική» κυβέρνηση στη γείτονα χώρα. Ως προσφυώς εγράφη, είναι σαν να θεωρεί εαυτόν δικαιωμένο όποιος κυκλοφορούσε με παλτό τον Αύγουστο, επειδή λογικά κάποτε θα ερχόταν κρύο…).

Η δεύτερη αντίρρηση, όμως, δηλαδή πως δεν μπορεί να γίνεται λόγος για επιτυχία της πολιτικής διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, αφού στην «ομοειδή» Πορτογαλία οι εμβολιασμοί πήγαν πολύ ψηλότερα και τα κρούσματα διατηρήθηκαν πολύ χαμηλότερα, αυτή είναι μια αντίρρηση επιεικώς αστεία. Όχι τόσο επειδή, όπως είπε ένας πορτογάλος υπουργός, οι δυτικοί Ίβηρες έχουν κράτος κατά επτά αιώνες παλαιότερο και άρα αποτελεσματικότερο του δικού μας.

Ούτε επειδή, κατά Σκέρτσο, εδώ είναι πολιτισμικώς Βαλκάνια. (Μολονότι και αυτό παίζει κάποιον ρόλο, δεδομένης της αντιεμβολιαστικής επίδρασης ορισμένων ρασοφόρων της ορθόδοξης εκκλησίας, που λειτουργούν ως γνωμηγήτορες των αρνητών της Επιστήμης). Κυρίως πρόκειται για κακόπιστη ή αφελή σύγκριση, επειδή εδώ είναι ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΣ Βαλκάνια:

Η Πορτογαλία «συνορεύει» μόνο με τον ωκεανό και με μια  δυτική χώρα με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη. Αντίθετα, ολόκληρη η Βόρειος Ελλάδα βρίσκεται σε βαθιά «οικονομική ώσμωση» με τις λιγότερο πολιτισμικά ανεπτυγμένες και άρα τις λιγότερο εμβολιασμένες (αυτά συνήθως συμβαδίζουν) χώρες  της ηπείρου μας. Επιπρόσθετα η χώρα μας έχει πολύ περισσότερους ανέντακτους πληθυσμούς, πχ αθίγγανους και παράτυπους ή λαθραίους μετανάστες, που συμβάλλουν καθοριστικά στη μεταδοτικότητα του ιού.

Τούτων δοθέντων… Και χωρίς καν να συνεκτιμάται η διαφορά πολιτικής υπευθυνότητας των εκτός εξουσιαστικών ευθυνών κομμάτων στις δύο χώρες…

Με την οργανωτική επάρκεια που απέδειξε η κυβέρνησή μας στον άριστο προγραμματισμό της εμβολιαστικής διαδικασίας… Και το κατόρθωμά της, πραγματική εποποιία, να μετατρέψει το 32% που δήλωναν πρόθυμοι να εμβολιαστούν  στις αρχές του 20121 σε περίπου 70% εμβολιασμένων… Συν τον πολλαπλασιασμό των κλινών ΜΕΘ… Συν την ενίσχυση του ΕΣΥ… Συν την προς το παρόν επιτυχία της να διαχειριστεί τις κοινωνικές συνέπειες της υγειονομικής κρίσης χωρίς «εκατόμβες οικονομικών θυμάτων»… Δείχνει να πέτυχε -αν όχι τον καλύτερο δυνατό κόσμο, πάντως- έναν κόσμο κατά το δυνατόν καλύτερο… (Και ας μην ξεχνάμε πως καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί «να διαλύσει τον λαό και να εκλέξει έναν άλλο λαό»). 

Όλα αυτά λοιπόν, στην αποϊδεολογικοποιημένη εποχή μας όπου πάνω απ’ όλα μετράει η διαχειριστική επάρκεια και αποτελεσματικότητα των πολιτικών υποκειμένου, της δίνουν μια πολιτική ηγεμονία, την οποία  - παρά τα κάποια «φάουλ» της - ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται ικανός να αμφισβητήσει προς το παρόν.

Ούτε όμως το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ στο πολύ εγγύς μέλλον τουλάχιστον, ειδικά, μάλιστα, αν αυτό κάνει μια ηγετική επιλογή στραμμένη στην ιδεοληψία και στο παρελθόν… (Αν δε κάνει μια ηγετική επιλογή στραμμένη στον πραγματισμό και στο μέλλον, τότε περισσότερο θα δυσκολέψει τον ΣΥΡΙΖΑ –υπονομεύοντας το αφήγημα και το επιχείρημά του πως αυτός θα μπορούσε να ηγηθεί μιας συγκυβέρνησης των «προοδευτικών δυνάμεων»- παρά την ΝΔ, έστω και αν έχει εντονότερο εκλογικό ανταγωνισμό μαζί της…).

Συμπέρασμα; Η «εποχή Μητσοτάκη» έχει ακόμη μέλλον. Αρκεί να μην αναδειχθούν πολλοί «καλαμέφιπποι» στους κόλπους της… Και να μην ξεχάσουν αυτό που είπε ο πρωθυπουργός «δεν κάνουμε το λάθος να υποτιμούμε τους αντιπάλους μας».          

* Ο Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι Ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης.