Ο μύθος Τσίπρα εφθάρη

Οι μύθοι, για την παραδοσιακή Αριστερά που έλαχε στον Τόπο μας, έχουν πρωτεύουσα σημασία. Θα έλεγα ότι διαμορφώνουν σχεδόν τα πάντα. Εκ παραλλήλου, βεβαίως, με την ίντριγκα.

Στη γαλλική γλώσσα, από όπου κοπιάραμε τη λέξη, intrigue σημαίνει και πλοκή και δολοπλοκία και ραδιουργία αλλά και μια σύντομη ερωτική σχέση.

Όλα μαζί αυτά, αρέσουν πολύ στο κομμάτι τις Αριστεράς που δοκίμασε και γλυκάθηκε από την ίντριγκα της εξουσίας. Της κυβερνητικής εξουσίας, εννοείται. Γιατί το κράτος είναι ο μεγαλύτερος και πιο ανοιχτοχέρης εργοδότης για όσους διαχειρίζονται τα πράγματά τους.

Ο Αλέξης Τσίπρας καβάλησε το τσουνάμι της μεγαλύτερης μεταπολεμικής κρίσης (πλην της δικτατορίας) και έφτασε, αν και με μειοψηφία στη Βουλή, να κυβερνήσει επί μια υπερπλήρη θητεία.

Χωρίς την μεγάλη κρίση, χωρίς τις βαθιές πληγές στην καθημερινή ζωή των πολιτών και την απογοήτευση για την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, ο Τσίπρας δεν θα είχε πετύχει ποτέ τα εκλογικά ποσοστά που επικαλείται ως μέρος ενός  προσωπικού μύθου. Όμως…

Ο Τσίπρας δεν κέρδισε εύκολα στην κούρσα της εσωκομματικής κυριαρχίας. Το 2004 δεν εξελέγη βουλευτής.  Όταν κατέβηκε για Δήμαρχος Αθηναίων (2006) βγήκε τρίτος με 10,5%. Λίγους μήνες αφότου η εσωκομματική ίντριγκα κατάφερε να τον τοποθετήσει στην προεδρία του Σύριζα δεν δίστασε, για λόγους δημοφιλίας, να αναλάβει καίρια ευθύνη στην παρολίγο πυρπόληση της Αθήνας τον Δεκέμβριο του 2008.

Κι όμως, στις ευρωεκλογές του 2009, ο Σύριζα δεν πήρε παρά ένα 4,7%, ποσοστό μικρότερο από τις προηγηθείσες εθνικές εκλογές. Εξέλιξη συγκλονιστική, ειδικά για ένα κόμμα που συγκροτήθηκε από τις φιλοευρωπαϊστικές ομάδες της κομμουνιστικής αριστεράς και άλλων αριστερότερων του παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ.

Προκλήθηκε κρίση. Προτάθηκε έκτακτο συνέδριο με θέμα την ηγεσία. Χρειάστηκε  νέα εσωκομματική ίντριγκα για να περιοριστεί η αμφισβήτηση στο πρόσωπο του Τσίπρα. Απορρίφθηκε το αίτημά του να ηγηθεί στην επικείμενη εκλογική αναμέτρηση για τη Βουλή.

Υπενθυμίζω ότι η χώρα αντιμετώπιζε ήδη τα πρώτα σημάδια της βαθύτατης δημοσιονομικής κρίσης. Το εθνικό εισόδημα είχε αρχίσει να μειώνεται ενώ η ανεργία αυξανόταν ήδη από τις αρχές του 2008.

Ο Τσίπρας έχασε την εκλογική μάχη και τον Οκτώβριο 2009. Το ποσοστό του κόμματός του «κάθισε» ξανά στο 4,6%.  Εξελέγη πάντως, επιτέλους, βουλευτής Αθηνών με 17 χιλιάδες σταυρούς.

Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε όταν (και επειδή…) ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε η ΝΔ κατόρθωσαν να εφαρμόσουν πολιτικές γρήγορης αποκατάστασης των ανισορροπιών που προκλήθηκαν στην οικονομία από τη δημοσιονομική κατάρρευση και τη συνακόλουθη τραπεζική κρίση.

Η χώρα μπήκε υποχρεωτικά σε σκληρή λιτότητα και βαθιά ύφεση. Η Ελληνική Δημοκρατία γλίτωσε την ανοικτή πτώχευση μετά από δραματικό συμβιβασμό με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τότε και μόνον τότε, στις πρώτες πρόωρες και έκτακτες βουλευτικές εκλογές του 2012, που προκλήθηκαν από τον Αντώνη Σαμαρά, πρόεδρο της ΝΔ μετά το 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 16,8% και στις δεύτερες, ένα μήνα μετά, έφτασε στο 27%.

Δυόμιση περίπου χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο 2015, το ποσοστό αυτό διαμορφώθηκε στο 36,3% μετά από τον εκβιασμό που προκάλεσε ο Τσίπρας με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας στο πρόσωπο του Προκόπη Παυλόπουλου με τον οποίο πάντως συνεργάστηκε αρμονικά στα επόμενα χρόνια.

Επιστρατεύτηκε τότε η πιο σκοτεινή ίντριγκα, για την οποία δεν έχουμε ακόμη αρκετά στοιχεία για να (ξανά)γράψουμε την Ιστορία. Μπορούμε όμως να καταλάβουμε το αυτονόητο. Ένα κομμάτι της «πιο δεξιάς Δεξιάς», μια πρόσφυση της καραμανλικής πτέρυγας, υιοθέτησε θέσεις φιλικές προς την Άκρα Δεξιά εκείνης της περιόδου και έκανε Πρωθυπουργό τον Τσίπρα.

Αυτός ήταν ο μύθος Τσίπρα.

Σε οποιοδήποτε κόμμα με στοιχειώδεις δημοκρατικές λειτουργίες και βασικές ικανότητες ανάλυσης της πραγματικής πραγματικότητας, ο μύθος θα είχε ξεφτίσει πλήρως από την επόμενη μέρα της ανάδειξής του στη διακυβέρνηση.

Γιατί, από τότε και μετά, ο Τσίπρας είναι υπεύθυνος για ένα σερί αποτυχιών. Έχει προσωπική ευθύνη για την επιλογή Βαρουφάκη, την αιματηρή και βλακώδη σύγκρουση με την Ευρώπη, το «πραξικοπηματικό» δημοψήφισμα, τη διάλυση του κόμματός του και την επιβολή της χειρότερης, σε σύγκριση με τις επιλογές λίγους μήνες πριν, μνημονιακής λιτότητας.

Κι όμως. Ο αρχικός μύθος, δημιούργησε έναν καινούργιο: την «κυβερνώσα προοδευτική αριστερά». Μπερδεμένα λόγια για να περιγραφεί μια πολύ απλοϊκή κατάσταση. Τα στελέχη του Σύριζα στην κορυφή και όσα τρέφονται από «τσαμπί της εξουσίας» γλυκάθηκαν. Προθύμως ενεπλάκησαν σε μια νέα ίντριγκα, την κρατική-κυβερνητική και πίστεψαν ότι ο Τσίπρας μπορούσε να κερδίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Αυτό όμως διαψεύστηκε το 2019 δύο απανωτές φορές. Ο Τσίπρας έχασε με 10 μονάδες διαφορά στις Ευρωεκλογές και με 8 μονάδες στις Βουλευτικές εκείνης της χρονιάς.

Παρά ταύτα δεν παραιτήθηκε από την προεδρία. Και κανείς, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν του το ζήτησε. Ο μύθος της «εξουσιαστικής αριστεράς» αποδείχθηκε ισχυρότερος.

Ανίσχυρος όμως απέναντι στη δυναμική των πολιτικών πραγμάτων. Το 2023 είδαμε την πλήρη αντιστροφή του 2012. Στον πρώτο γύρο, με την αναλογική, πήρε 20% και στην επαναληπτική, μόλις ένα μήνα αργότερα, «κάθισε» στο 17,8% Η διαφορά πλέον μεταξύ των δύο κομμάτων έφθασε στις 22 μονάδες από τις «μόλις» 8 μονάδες μια τετραετία πίσω.

Ο μύθος Τσίπρα εφθάρη.

Το επιβεβαίωσε η ατελής προσπάθειά του να χρησιμοποιήσει την παλιά του τέχνη στην ίντριγκα. Προσπάθησε και απέτυχε να επιβεβαιώσει το μύθο του ρυθμιστή προκαλώντας εκλογή προέδρου υπό κηδεμονία.

Ο κηδεμονευόμενος «σύντροφος Στέφανος» αρνήθηκε να παραχωρήσει αμαχητί τη θέση του στην κοοπταρισμένη  «συντρόφισσα Όλγα».

Προτίμησε το ρόλο του «ιδανικού αυτόχειρα». Για να κερδίσει, και πάλι, τη συμπάθεια των συνέδρων που αρνήθηκαν συνεχίσουν ως ικέτες να έρθουν τα «της αγάπης αίματα» και περιμένουν τώρα «ανείδωτον να ακολουθήσει θαύμα»*.

Δύσκολο, αλλά στην ελληνική αριστερά οι μύθοι πεθαίνουν τελευταίοι.

* Δες σχολιασμό Τάσου Λιγνάδη για το άσμα ι’ στο «Άξιον Εστί» του Οδυσσέα Ελύτη