Δύο μήνες έχουν περάσει από τα μέσα Αυγούστου και ο Γενικός Δείκτης του ΧΑ βρίσκεται ακόμα σε αναζήτηση κατεύθυνσης. Την προηγούμενη Παρασκευή μας έδωσε την εντύπωση πως ήταν έτοιμος να επιχειρήσει την διάσπαση του καλοκαιρινού υψηλού των 2.135 μονάδων αλλά η διεθνής χρηματιστηριακή αναταραχή που ακολούθησε εκείνη την ημέρα μάλλον έβαλε φρένο στην ανοδική κίνηση.
Έτσι, έχουμε συμπληρώσει ήδη δύο μήνες με τον Γενικό Δείκτη να κινείται σε ένα σχετικά στενό εύρος διακύμανσης, κρατώντας ως βάση την περιοχή των 2.000 – 2.030 μονάδων και αδυνατώντας να ξεπεράσει πειστικά τις 2.080 με 2.100 μονάδες. Όπως λέμε στην χρηματιστηριακή γλώσσα, η αγορά μας κινείται χωρίς τάση και οι επενδυτές κινούνται επιφυλακτικά. Δεν είναι πολύ δύσκολο να εντοπίσουμε τους λόγους για τους οποίους επικρατεί αυτή η επιφυλακτικότητα.
Σίγουρα παίζει ρόλο το γεγονός πως τους 8 πρώτους μήνες του 2025 η αγορά κινήθηκε με εντυπωσιακά ανοδικό τρόπο και οι περισσότερες σημαντικές μετοχές της αγοράς, τα blue chips όπως λέγαμε παλαιότερα, έχουν πολύ μεγάλα κέρδη. Από την στιγμή που σταμάτησε η ορμητική άνοδος στα μέσα Αυγούστου, είναι προφανές πως το μεγαλύτερο μέρος των επενδυτών δεν επιθυμεί να προχωρήσει σε πολλές επιθετικές αγορές και προτιμά να αγοράζει όταν η αγορά βρίσκεται στο κάτω εύρος της διακύμανσης που αναφέραμε παραπάνω.
Ένας άλλος παράγων που έχει ενισχύσει την επιφυλακτικότητα των επενδυτών είναι αυξημένη μεταβλητότητα που εμφανίστηκε και πάλι στα διεθνή χρηματιστήρια τις τελευταίες ημέρες. Το ανέβασμα των τόνων μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ στον τομέα των εμπορικών τους σχέσεων και των δασμών υπενθύμισε στους διεθνείς επενδυτές, και φυσικά και στους Έλληνες, τους κινδύνους που φέρνει για τα χρηματιστήρια η αύξηση της έντασης στον συγκεκριμένο τομέα.
Η αύξηση της ανησυχίας είναι πιο έντονη στις αγορές εκτός ΗΠΑ, αφού είναι βέβαιο πως οι χώρες της Ευρώπης και της Ασίας έχουν λιγότερα «όπλα» στο χέρι τους απ’ ότι οι δύο μεγάλοι πρωταγωνιστές και πολύ πιο περιορισμένες επιλογές. Έτσι υπάρχει και ένα σχετικό παράδοξο, καθώς η μείωση της έντασης που προκάλεσε η συμφωνία εκεχειρίας στην Μέση Ανατολή τελικά δεν μπόρεσε να βοηθήσει τις διεθνείς αγορές αφού υπερίσχυσαν οι εξελίξεις στο μέτωπο του εμπορικού πολέμου.
Υπάρχουν όμως και κάποιοι άλλοι «εσωτερικοί» λόγοι που συντελούν στην εμπέδωση του κλίματος επιφυλακτικότητας. Σίγουρα δεν έχει βοηθήσει καθόλου την αγορά η μεγάλη πτώση της μετοχής της Metlen, η οποία στο κλείσιμο της χθεσινής συνεδρίασης βρέθηκε 25% κάτω από το υψηλό που σημείωσε τον Αύγουστο, λίγο μετά την εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου. Το γεγονός πως δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιος προφανής λόγος για αυτή την πτώση έχει θορυβήσει αρκετούς επενδυτές και έχει χαλάσει κάπως το κλίμα στην χρηματιστηριακή μας αγορά, καθώς η συγκεκριμένη μετοχή ήταν από τις «σημαίες» της μεγάλης ανόδου των προηγούμενων ετών.
Αν στην περίπτωση της Metlen η αγορά ψάχνει να βρει αν υπάρχει κάποιο κακό νέο, σε άλλες δύο περιπτώσεις έχουμε καλά νέα τα οποία δεν έχουν μπορέσει να βοηθήσουν τις μετοχές στις οποίες αφορούν. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί σχετικά εύκολα αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως όταν στο χρηματιστήριο ανακοινώνονται καλά νέα και οι μετοχές δεν ανεβαίνουν, οι επενδυτές γίνονται πιο διστακτικοί.
Ας αρχίσουμε από το πιο πρόσφατο, δηλαδή την ανακοίνωση της απόφασης του ΟΠΑΠ και της εταιρείας Allwyn που κατέχει λίγο κάτω από το 52% των μετοχών της να ενωθούν, μέσω της απορρόφησης της Allwyn από την εισηγμένη εταιρεία. Εφόσον τα πράγματα εξελιχθούν ομαλά, σε μερικούς μήνες στο χρηματιστήριο θα βρίσκεται μία εταιρεία πολύ μεγαλύτερου μεγέθους από τον ΟΠΑΠ, με δραστηριότητες σε πολλές χώρες του κόσμου, καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης από αυτές της ελληνικής εταιρείας και ικανοποιητικά μερίσματα.
Εκτός αυτού, η δημιουργία της νέας εταιρείας θα βγάλει από την μέση την μεγάλη ανησυχία των μετόχων του ΟΠΑΠ σχετικά με την μεγάλη εξάρτηση της εταιρείας από την Ελλάδα και την Κύπρο και την ανανέωση των αδειών λειτουργίας της επιχείρησης, καθώς οι τωρινές λήγουν το 2030.
Όμως, παρά το γεγονός πως η εξέλιξη αυτή τελικά θα είναι λογικά θετική για το μακροπρόθεσμο μέλλον του ΟΠΑΠ και των μετόχων του και ταυτόχρονα εξαιρετική για το Χρηματιστήριο Αθηνών στο οποίο θα διαπραγματεύεται πλέον μία από τις παγκοσμίως κορυφαίες στον τομέα της επιχειρήσεις, η αρχική αντίδραση της μετοχής του ΟΠΑΠ δεν ήταν θετική.
Αν καταλαβαίνουμε καλά, πολλοί μέτοχοι προβληματίστηκαν από το γεγονός πως μέσα στους επόμενους μήνες θα πρέπει να γίνουν αρκετές εταιρικές πράξεις στα πλαίσια της εφαρμογής της συμφωνίας και φοβούνται πως αυτό θα επηρεάσει αρνητικά τις επιδόσεις της μετοχής.
Το δεύτερο γεγονός στο οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω δεν είναι ακριβώς επιχειρηματική συμφωνία αλλά μπορεί να αποτελέσει την πιο σημαντική εξέλιξη των τελευταίων δεκαετιών για το Χρηματιστήριο Αθηνών.
Η δημόσια πρόταση του πανευρωπαϊκού χρηματιστηρίου Euronext (ENX PARIS) για την εξαγορά της ΕΧΑΕ, εφόσον πετύχει και εφόσον το σχέδιο ενσωμάτωσης του Χρηματιστηρίου Αθηνών σε αυτόν τον πανευρωπαϊκό χρηματιστηριακό οργανισμό εκτελεστεί με προσοχή και σε συνεργασία με τους υπόλοιπους εγχώριους συντελεστές της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς, θα οδηγήσει την αγορά μας σε μία νέα εποχή.
Μπορεί το Χρηματιστήριο Αθηνών να πάψει να είναι αυτόνομο και να δώσει την θέση του στο Euronext Athens, αλλά η μετεξέλιξή του σε περιφερειακό κέντρο και η ενσωμάτωσή του και στο βασικό δυτικοευρωπαϊκό χρηματιστηριακό δίκτυο θα έχει πολλά οφέλη για την αγορά, τους επενδυτές, τις εισηγμένες εταιρείες και την ελληνική οικονομία. Και θα διασφαλίσει την συμμετοχή της Ελλάδας στην υπό δημιουργία πανευρωπαϊκή κεφαλαιαγορά.
Όμως, παρά το ότι όλοι γνωρίζουν πως η ένταξη του ΧΑ σε έναν ευρύτερο ευρωπαϊκό χρηματιστηριακό σχήμα είναι μία σχεδόν νομοτελειακή εξέλιξη, αυτό δεν εγγυάται την καλή διάθεση των μετόχων της ΕΧΑΕ. Το γεγονός πως το αντίτιμο της δημόσιας πρότασης δεν είναι σε μετρητά αλλά σε μετοχές της Euronext έχει μπερδέψει αρκετά τους εγχώριους επενδυτές.
Τα πράγματα έχουν γίνει λίγο πιο δύσκολα εξαιτίας και της σημαντικής πτώσης της μετοχής της Euronext το τελευταίο δίμηνο, κάτι που στην ουσία έχει μειώσει κατά πολύ την αξία του αντιτίμου και έχει δυσκολέψει πολλούς ιδιώτες επενδυτές οι οποίοι από την μία γνωρίζουν πως η απορρόφηση της ΕΧΑΕ από την Euronext είναι πολύ πιθανόν να γίνει τελικά και γνωρίζουν επίσης πως μακροπρόθεσμα αυτό θα είναι καλό για τους ίδιους και για την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά και από την άλλη θα προτιμούσαν να μην βρεθούν με μετοχές Euronext στα χαρτοφυλάκιά τους, τα οποία είναι σχεδόν αποκλειστικά προσανατολισμένα σε ελληνικούς μετοχικούς τίτλους.
Όπως έχουμε ξαναπεί πρόσφατα, τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο απλά αν η μετοχή της Euronext ανεβεί σημαντικά μέχρι την λήξη της δημόσιας πρότασης ή αν η Euronext προχωρήσει σε νέα βελτίωση των όρων. Όσο όμως δεν γίνεται αυτό, οι θετικές προοπτικές που φέρνει το ενδεχόμενο της εξαγοράς της ΕΧΑΕ περνούν σε δεύτερη μοίρα, πίσω από τους προβληματισμούς των μετόχων της σχετικά με το τίμημά της. Προβληματισμούς που έχουν συμβάλει και αυτοί στην εμπέδωση του επιφυλακτικού κλίματος στην αγορά.
Όπως είναι τα πράγματα αυτή την στιγμή, δεν αποκλείεται να συνεχιστεί η διστακτική στάση των επενδυτών και η αδυναμία του Γενικού Δείκτη να συνεχίσει την ανοδική πορεία του. Όλα όσα είπαμε όμως προηγουμένως είναι πολύ πιθανόν να αποδειχθούν προσωρινά. Εφόσον συμβεί αυτό, οι επενδυτές θα εστιάσουν και πάλι στις εξαιρετικές προοπτικές μεγάλου μέρους των εισηγμένων εταιρειών και στην καλή πορεία της οικονομίας. Τότε θα αυξηθούν σημαντικά οι πιθανότητες να επιστρέψει η ανοδική τάση της χρηματιστηριακής μας αγοράς.