Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, βρίσκεται στις παρυφές των 1900 μονάδων, εμφανίζοντας άνοδο της τάξης του +27% από την αρχή του έτους, του +34% μέσα στο τελευταίο δωδεκάμηνο, του +43% από την αρχή του 2024, του +103% από την αρχή του 2023, του +132% από την αρχή του 2021 και +197% από τον Ιανουάριο του 2019.
Μέσα σε αυτό το μακρύ χρονικό διάστημα το Χρηματιστήριο Αθηνών, έχει παρουσιάσει μια στιβαρή ανθεκτικότητα, απέναντι σε δυσχερή γεγονότα και καταστάσεις όπως ήταν η πανδημία, ο πόλεμος μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η παρατεταμένη ενεργειακή κρίση, καθώς και η ένταση διαρκείας στη Μέση Ανατολή μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς κατά του Ισραήλ, στις 7 Οκτωβρίου του 2023.
Παράλληλα το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει εκμεταλλευτεί με τον καλύτερο τρόπο, τις διαδοχικές αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της Ελλάδας, την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και τη μείωση του κόστους δανεισμού των ομολογιακών εκδόσεων του Δημοσίου. Παράλληλα έχει εκμεταλλευτεί τα σήματα «αγορών» που έδιναν οι διεθνείς χρηματιστηριακοί οίκοι για τις τράπεζες μετά την αλλαγή σελίδας, αλλά και για τις μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες, για τις οποίες διέκριναν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης, κερδοφορίας και υπεραξιών.
Σαν αποτέλεσμα, το Χρηματιστήριο Αθηνών προσέφερε κατά τη διάρκεια αυτού του μεγάλου χρονικού διαστήματος, την ευκαιρία στους απλούς πολίτες, να συμμετάσχουν στην αναπτυξιακή διαδρομή της χώρας, αποκομίζοντας κέρδη, μερίσματα και υπεραξίες. Και η αλήθεια είναι ότι τόσο στις τιμές του Γενικού Δείκτη, όσο και στις τιμές των μετοχών έχει αποτυπωθεί αυτό το θετικό αναπτυξιακό πρόσημο.
Με το Χρηματιστήριο Αθηνών, να αποτελεί έναν άξιο πρωταγωνιστή στα παγκόσμια χρηματιστηριακά δρώμενα όσον αφορά τις αποδόσεις του. Αποδόσεις που στηρίχθηκαν κυρίως στην είσοδο νέων κεφαλαίων από το εξωτερικό. Δηλαδή από ξένους θεσμικούς επενδυτές οι οποίοι μελέτησαν και ακολούθησαν τις εκθέσεις και συστάσεις της J.P.Morgan, της Goldman Sachs, της Morgan Stanley, της Citi, της UBS και άλλων, για την αγορά ελληνικών «assets».
Και όμως, παρά τις εξαιρετικές επιδόσεις των μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών, παρά τη θετική μεταμόρφωση επιχειρήσεων και κλάδων, τα «νέα από το Χρηματιστήριο» παραμένουν απόντα από τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων και από τις εκπομπές επικαιρότητας.
Έτσι όλα όσα συμβαίνουν στο Χρηματιστήριο εξακολουθούν να απασχολούν ελάχιστους. Με αποτέλεσμα, αφενός το χρηματιστηριακό πάρτι διαρκείας να έχει ελάχιστους καλεσμένους και αφετέρου να μην υπάρχει διάχυση των κερδών και υπεραξιών έξω και πέρα από έναν συγκεκριμένο στενό κύκλο πολιτών.
Σήμερα υπολογίζεται ότι αριθμός των ενεργών επενδυτών στο Χρηματιστήριο Αθηνών δεν υπερβαίνει τις 35 χιλιάδες. Ο αριθμός αυτός, έχει διπλασιαστεί κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας. Όμως παραμένει ισχνός. Δεν έχουμε λόγους να συγκρίνουμε τις 35 χιλιάδες με το 1,5 εκατ. χρηματιστηριακών κωδικών του 1999.
Ωστόσο, οι 35 χιλιάδες επενδυτές είναι ελάχιστοι, με οποιοδήποτε κριτήριο και εάν επιλέξουμε. Με ένα γρήγορο υπολογισμό, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι μόλις το 0,4% των ενήλικων Ελλήνων «ασχολείται» με το Χρηματιστήριο Αθηνών. Με δυο λόγια οι εξελίξεις στο Χρηματιστήριο δεν αφορούν σχεδόν κανέναν.
Αλλού τα πράγματα είναι διαφορετικά. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ, στη Μέκκα του χρηματιστηρίων, το 62% των ενηλίκων κατέχουν μετοχές, ETFs ή αμοιβαία κεφάλαια και περισσότεροι από τους μισούς είναι «ενεργοί» στη Wall Street. Συμμετέχοντας στα χρηματιστηριακά δρώμενα, πραγματοποιώντας τακτικά συναλλαγές με σκοπό την αύξηση των κεφαλαίων τους και την ανάπτυξη ενός παράλληλου παθητικού εισοδήματος.
Στην Ιταλία με βάση εκτιμήσεις της Consob, που είναι ιταλική ρυθμιστική αρχή των χρηματιστηρίων, ο αριθμός των επενδυτών που δραστηριοποιείται με άμεσο ή έμμεσο τρόπο στο Χρηματιστήριο του Μιλάνου βρίσκεται πέριξ των 6 εκατ.
Δεν είναι όμως μόνο ο ισχνός αριθμός των ενεργών εγχώριων επενδυτών που προβληματίζει. Είναι και η ηλικιακή τους διάρθρωση. Εάν ρωτήσετε κάποιο φίλο σας που εργάζεται σε χρηματιστηριακή εταιρεία, θα σας πει ότι οι ηλικίες των ενεργών επενδυτών είναι άνω των 50 ή και των 60 ετών. Και ότι οι νεαρότεροι επενδυτές επιλέγουν διαδικτυακές πλατφόρμες συναλλαγών, περισσότερο «παίζοντας» και λιγότερο «επενδύοντας».
Δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για τον αριθμό όσων επιλέγουν πλατφόρμες, με αποτέλεσμα οι υπολογισμοί να κυμαίνονται ανάμεσα σε λίγες ή πολλές δεκάδες χιλιάδες. Άλλωστε στις περισσότερες πλατφόρμες ο «χρόνος επιβίωσης» των χρηστών σπάνια υπερβαίνει τους έξι μήνες, με το 70% των συμμετεχόντων να χάνει τα κεφάλαια του. Οπότε τα συμπεράσματα περί του πλήθους των διαδικτυακών επενδυτών είναι παρακινδυνευμένα.
Τα στοιχεία από τη Wall Street δείχνουν ότι η γενιά των «Baby Boomers», δηλαδή όσοι είναι ηλικίας από 61 έως 79 ετών, κατέχει το 53% του μεριδίου των μετοχών που βρίσκονται σε χέρια ιδιωτών. H γενιά Gen X, δηλαδή ηλικίας από 45 έως 60 ετών, κατέχει το 22% των μετοχών και οι Millenials οι οποίοι είναι από 29 έως 44 ετών κατέχουν το 8,2%.
Όμως οι νεότεροι επενδυτές της Gen Z, που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1997 και στο 2012 μαζί με τους Millenials, επενδύουν ή έχουν ξεκινήσει να επενδύουν από πολύ νεαρή ηλικία σε ποσοστό 30%. Ένα ποσοστό ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Ειδικά συγκρινόμενο με τις αντίστοιχες γενιές στη χώρα μας, όπου η επενδυτική κουλτούρα είναι παντελώς απούσα, ενώ αντίθετα κυριαρχεί ο επενδυτικός αναλφαβητισμός, μαζί με την γενικευμένη ατομική «ανευθυνότητα» για τον οικονομικό σχεδιασμό του αύριο.