Τα φάρμακα που έχουμε κι εκείνα που έρχονται

Τα φάρμακα που έχουμε κι εκείνα που έρχονται

Καθώς ο ιός εξελίσσεται και αναδύονται κι επικρατούν νέες πιο μεταδοτικές αλλά λιγότερο λοιμογόνες μεταλλάξεις, εξελίσσεται και η επιστημονική έρευνα, με την ίδια ή και ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα, εμπλουτίζοντας το θεραπευτικό οπλοστάσιο έναντι της λοίμωξης covid 19 με νέα όπλα, που συμπληρώνουν τα εμβόλια και αντιμετωπίζουν τον κορονοϊό και τη νόσο covid 19 σε διάφορα στάδια.

Όπως εξηγεί ο καθηγητής παθολογίας – λοιμωξιολογίας ΕΚΠΑ, Νικόλαος Σύψας, στα αρχικά στάδια της νόσου ο στόχος είναι να ελαττώσουμε τον πολλαπλασιασμό του ιού με αντι-ιικά φάρμακα και στα επόμενα στάδια να ελαττώσουμε την υπερβολική φλεγμονώδη αντίδραση, τη λεγόμενη καταιγίδα των κυτταροκινών με ανοσομετατρεπτικά φάρμακα. Ένας πρώτος βιολογικός στόχος πιθανών αντι-ιικών φαρμάκων υπήρξαν ένζυμα του ιού, που είναι απαραίτητα για τον πολλαπλασιασμό του αλλά είναι διαφορετικά από τα ένζυμα του ανθρώπινου κυττάρου. Το καλό με αυτά τα φαρμακευτικά όπλα είναι πως επειδή στοχεύουν σε ένζυμα και όχι σε επιφανειακές πρωτεϊνες του ιού, δεν κινδυνεύουν να καταστούν ανενεργά, καθώς ο ιός μεταλλάσσεται-και είναι δεδομένο ότι οι ιοί μεταλλάσσονται διαρκώς.

Συνεπώς η δημιουργία φαρμάκων που δεν θα…καταλήξουν άχρηστα στην πορεία αποτελούν ένα πολύ σημαντικό βήμα στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας τρία αποτελεσματικά αντι-ιικά φάρμακα, τη ρεμδεσιβίρη, τη μολνουπιραβίρη και τον συνδυασμό νιρματρελβίρη / ριτοναβίρη. Τα δύο τελευταία χορηγούνται από το στόμα, ενώ η ρεμδεσιβίρη είναι ενέσιμη. Μελέτες έχουν δείξει την αποτελεσματικότητα της ρεμδεσιβίρης σε νοσηλευόμενους ασθενείς με χαμηλές ανάγκες οξυγόνου αλλά και την ικανότητα των φαρμάκων αυτών να προλαμβάνουν τη σοβαρή νόσο και τον θάνατο όταν χορηγούνται τις πρώτες 5 ημέρες μετά την μόλυνση σε άτομα με ήπια συμπτώματα και παράγοντες κινδύνου. Τα ανοσοκατασταλτικά / ανοσομετατρεπτικά φάρμακα δεξαμεθαζόνη, τοσιλιζουμαμπη, βαρισιτινίμπμη και ανακίνρα έδειξαν σε μελέτες ότι επιταχύνουν την ανάρρωση και βελτιώνουν την επιβίωση όταν χορηγούνται σε ασθενείς με σοβαρή νόσο. Τέλος, η οξυγονοθεραπεία και η αντιπηκτική αγωγή βελτιώνουν σημαντικά την πρόγνωση.

Παράλληλα έχουν αναπτυχθεί μονοκλωνικά αντισώματα, που στοχεύουν σε συγκεκριμένες περιοχές της πρωτείνης ακίδας και δρουν στον οργανισμό του ασθενούς σαν παθητικός εμβολιασμός. Έτσι βοηθούν ασθενείς που ο οργανισμός τους δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα εμβόλια, είτε εξαιτίας ανοσοκαταστολής είστε εξαιτίας γενετικών βλαβών που έχουν σχέση με την ανταπόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος.

Τα μονοκλωνικά αντισώματα που αναπτύχθηκαν για τα πρώτα στελέχη του κορονοϊού, μπόρεσαν να βοηθήσουν ασθενείς που είχαν προσβληθεί από αυτά αλλά έχασαν την αποτελεσματικότητά τους έναντι του στελέχους Όμικρον. Ο σταθερός συνδυασμός των μονοκλωνικών αντισωμάτων casirivimab και imdevimab εξακολουθεί να «δουλεύει» και με το στέλεχος Όμικρον με προοπτική μελέτη να φανερώνει ότι η υποδόρια χορήγηση του συνδυασμού των μονοκλωνικών αντισωμάτων casirivimab και imdevimab συσχετίζεται με μείωση των νοσηλειών και των θανάτων σε μη νοσηλευόμενους ασθενείς με ήπια και μέτρια συμπτώματα COVID-19 συγκριτικά με όσους δεν έλαβαν τα μονοκλωνικά αντισώματα.

Για την ώρα είναι εγκεκριμένη από τον Αμερικανικό Οργανισμό Φαρμάκων FDA και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων ΕΜΑ η ενδοφλέβια χρήση του σταθερού συνδυασμού των μονοκλωνικών αντισωμάτων που γίνεται σε νοσοκομειακό περιβάλλον, ενώ αν εγκριθεί και η υποδόρια χορήγηση τους από τις ρυθμιστικές αρχές, θα αυξηθεί η δυνατότητα πρόσβασης των ασθενών με COVID-19 σε αυτή τη θεραπεία ακόμα και σε περιοχές με περιορισμένους πόρους, όπως επισημαίνουν οι ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και ο Πρύτανης ΕΚΠΑ Θάνος Δημόπουλος. Κι αυτό γιατί η υποδόρια χορήγηση δεν απαιτεί νοσοκομειακό περιβάλλον, μπορεί να γίνει στο σπίτι, το φαρμακείο, το ιατρείο.

Επίσης η χορήγηση του σταθερού συνδυασμού των δύο μονοκλωνικών αντισωμάτων μπορεί να βοηθήσει τα ανοσοκατεσταλμένα άτομα, που δεν έχουν προσβληθεί από τον κορονοϊό, εφόσον χορηγηθούν σαν θεραπεία χημειοπροφύλαξης (πριν την λοίμωξη). Τα ευρήματα δείχνουν ότι η αποτελεσματικότητά τους διαρκεί για τουλάχιστον 6 μήνες έως κι ένα χρόνο, συμπληρώνοντας την προστασία που εξασφαλίζει ο εμβολιασμός έναντι του κορονοϊού.

Στο μεταξύ νέα καινοτόμα φάρμακα δοκιμάζονται σε κλινικές μελέτες και μαζί με τον μαζικό εμβολιασμό θα βοηθήσουν στην κάμψη της πανδημίας. Ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη η ανάπτυξη κι άλλων μονοκλωνικών αντισωμάτων κι άλλων αντιικών φαρμάκων, καθώς και νέου «επικαιροποιημένου» εμβολίου που θα στοχεύει ειδικά τη μετάλλαξη Όμικρον. Επίσης καθοδόν είναι τα «πανεμβόλια» της νέας εποχής, που θα εξασφαλίζουν με ένα τσίμπημα προστασία έναντι του κορονοϊού, του ιού της γρίπης κι άλλων ιών που προκαλούν αναπνευστικά νοσήματα. Όπως επισημαίνει ο καθηγητής θεραπευτικής αιματολογίας ΕΚΠΑ, Ευάγγελος Τέρπος, μέχρι την ανάπτυξη επικαιροποιημένου εμβολίου ειδικού έναντι της παραλλαγής Όμικρον ή νέων παραλλαγών που θα εμφανιστούν μελλοντικά, ο εμβολιασμός με 4η δόση των ευπαθών ομάδων με συννοσηρότητες και των ηλικιωμένων πολιτών (με τα υπάρχοντα εμβόλια) είναι μονόδρομος.