Παλαιολιθική περίοδος και πιο συγκεκριμένα πριν από περίπου 100.000 ως 40.000 χρόνια. Στη συνέχεια, έφτασε ο Χόμο Σάπιενς. Με πιο εξελιγμένο πολιτισμό και ικανότητες. Τις συνήθειες, τα εργαλεία, τις κοινωνίες, τις συγκατοικήσεις και των δύο ομάδων στον συγκεκριμένο χώρο, ερευνά ο δρ Ανδρέας Ντάρλας, διευθυντής της Εφορείας Σπηλαιολογίας- Παλαιοανθρωπολογίας, ο οποίος έδωσε διάλεξη στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με τίτλο «Χίλιοι αιώνες προϊστορίας στη Μάνη: οι πολιτισμοί της Μέσης και της Ανώτερης Παλαιολιθικής».
Ο αρχαιολόγος και οι συνεργάτες του, έχουν διενεργήσει ανασκαφές στα σπήλαια Καλαμάκια, Μελιτζιά και Κολομίνιτσα. Χάρη στη συστηματική διερεύνηση που έκαναν, σήμερα γνωρίζουμε αρκετά για την περιοχή αλλά και για τους πρώτους κατοίκους, που, σύμφωνα με τον ίδιον δεν πρέπει να ξεπερνούσαν τη μία ή τις δύο εκατοντάδες ανά περίοδο και θεωρητικά μιλώντας, ζούσαν σε μικρές ομάδες των 10 ή 20 ατόμων.
Άποψη του σπηλαίου Καλαμάκια, η ανασκαφή του οποίου έφερε στο φως πολλά κατάλοιπα της Μέσης Παλαιολιθικής (100.000 – 40.000)
Κατά τη Μέση και Ανώτερη Παλαιολιθική (περίπου μέχρι το 10.000) η Μάνη είχε βελανιδιές, πεύκα, σημύδες, καστανιές, φλαμουριές, οξιές, φτελιές, πλατάνια και ιτιές. Είχε επίσης αγριελιές, όπως και δέντρα με βρώσιμο καρπό (καρυδιές, φουντουκιές, αγριοκερασιές.)
Εκεί ζούσαν επίσης πολλά άγρια ζώα: αίγαγροι, ελάφια, πλατόνια (είδος μικρών ελαφιών με πλατιά κέρατα), ζαρκάδια, αγριόχοιροι καθώς και πολλοί λαγοί, ταύροι, ελέφαντες και ρινόκεροι, λύκοι, αλεπούδες, αγριόγατες, λύγκες και λεοπαρδάλεις. Τα συγκεκριμένα σπήλαια, που βρίσκονται κοντά στο Οίτυλο, απείχαν από τη θάλασσα, επειδή η στάθμη των υδάτων ήταν πολλά μέτρα πιο κάτω, έως και 100. Αυτό συνέβαινε κατά τις παγετώδεις περιοχές, οπότε η στάθμη κατέβαινε και υπήρχε πλούσια βλάστηση, ενώ στις μεσοπαγετώδεις, όπως αυτή που ζούμε τώρα, η θάλασσα ανέβαινε και τα φυτά και δέντρα ξεραίνονταν.
Κατάλοιπα ανθρώπου του Νεάντερταλ, που έφερε στο φως η ανασκαφή στο σπήλαιο Καλαμάκια.
«Η χερσόνησος της Μάνης έχει διασώσει πολλά αδιατάρακτα κατάλοιπα της Παλαιολιθικής Εποχής, ίσως περισσότερα από κάθε άλλη περιοχή της Ελλάδας» λέει ο δρ. Ντάρλας. «Στους κατακόρυφους ψηλούς γκρεμούς που δεσπόζουν πάνω από τη θάλασσα, σε όλο το μήκος της δυτικής ακτής της, ανοίγονται πολυάριθμα σπήλαια, τα οποία είχαν κατοικηθεί σε όλες τις περιόδους, από την Παλαιολιθική Εποχή ως το πρόσφατο παρελθόν. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι όλα σχεδόν διατηρούν ίχνη παλαιολιθικής χρήσης».
Τριπτήρας χρωμάτων (παλέτα) της Ανώτερης Παλαιολιθικής από το σπήλαιο Μελιτζιά. (Ηλικία περίπου 25.000 π.Χ.).
Ως τώρα έχουν εντοπιστεί περισσότερα από 60 σπήλαια με παλαιολιθικές επιχώσεις, επτά από τα οποία ερευνήθηκαν ανασκαφικά. Σ' αυτά έχουν αποτυπωθεί, συνολικά, όλες οι πολιτισμικές φάσεις της Μέσης και της Ανώτερης Παλαιολιθικής (καθώς και της Μεσολιθικής), μιας περιόδου 100.000 ετών, κατά την οποία έζησαν δύο ανθρώπινα είδη: οι Άνθρωποι του Νεάντερταλ και οι Ανατομικά Σύγχρονοι Άνθρωποι (Homo sapiens). Οι όποιες αλλαγές κρατούσαν πάντως χιλιετίες και δεν γίνονταν αντιληπτές από κάθε γενιά.
Στην Κολομίνιτσα οι ανασκαφές διεξάγονται σε στρώματα μετάβασης από τη Μέση στην Ανώτερη Παλαιολιθική, τότε δηλαδή που φτάνει στα εδάφη αυτά ο σύγχρονος άνθρωπος (περίπου 36- 38 χιλιάδες χρόνια πριν από τη χρονολογία μας). Τα ευρήματα συνηγορούν υπέρ της μίξης των δύο πολιτισμών, χωρίς νεωτερικότητες λέει ο αρχαιολόγος. «Διαπιστώνουμε συνύπαρξη των δύο βιολογικών φορέων και όχι απότομης αντικατάστασης του ενός από το άλλο».
Οστέινη βελόνα και περίαπτα από το σπήλαιο Μελιτζιά. (Ηλικία: περίπου 14.000 π.Χ.)
Στη Μελιτζιά, τα ευρήματα είναι ακόμα πιο ενδιαφέροντα. Τα στρώματα που ανασκάπτονται ανήκουν στην Ανώτερη Παλαιολιθική και συγκεκριμένα περίπου στα 20,5 έως 22 χιλιάδες χρόνια π.Χ. Η κυριαρχία καταλοίπων ελαφιού μαρτυρεί, κατά τον ανασκαφέα, ότι οι κάτοικοι (ομάδες κυνηγών και τροφοσυλλεκτών) ειδικεύονταν στο κυνήγι του. Υπάρχουν επίσης κόκκαλα από μικρά τρωκτικά, εντομοφάγα και ερπετά, κελύφη σαλιγκαριών, θαλάσσια κοχύλια, κ.α. Κάτι που δείχνει πως επρόκειτο για ευπροσάρμοστα άτομα.
Ο άνθρωπος που κατοικούσε εκεί ήταν Χόμο Σάπιενς, όπως δείχνει μια σιαγόνα. Η λιθοτεχνία του, χαρακτηρίζεται «από καλοσχηματισμένες πολύ μικρές και λεπτές αιχμές» που αποτελούν συνέχεια βλημάτων, ακοντίων και βελών. «Σημαντική καινοτομία είναι και η χρήση οστέινων αιχμών δοράτων, καθώς και τα οστέινα εργαλεία, όπως το σουβλί. Φαίνεται πως τα είχαν φέρει μαζί τους».
Ενδιαφέρον εύρημα αποτελεί και η ανεύρεση αιματίτη από το Ταίναρο, τον οποίο χρησιμοποιούσαν ως κόκκινη ώχρα για βαφή. «Η συστηματική χρήση του αποτελεί σαφή μαρτυρία αλλαγής συνηθειων και ειδικότερα της εκδήλωσης των πνευματικών συνηθειών του Χόμο Σάπιενς σε σχέση με τους Νεαντερτάλιους» λέει.
Αντιγόνη Καρατάσου