Γιατί τα αντιικά χάπια δεν θα φέρουν από μόνα τους το τέλος της πανδημίας

Γιατί τα αντιικά χάπια δεν θα φέρουν από μόνα τους το τέλος της πανδημίας

Σε κάθε μάχη με μια μεγάλη υγειονομική απειλή όπως είναι η πανδημία του κορονοϊού, η προσθήκη ενός νέου «όπλου» στο ιατρικό οπλοστάσιο αναθερμαίνει την αισιόδοξη σκέψη ότι βρισκόμαστε ένα βήμα πιο κοντά στο τέλος, δηλαδή στη μετατροπή της λοίμωξης του κορονοϊού σε ένα  ενδημικό κρυολόγημα με το οποίο θα συμβιώνουμε χωρίς  απώλειες.

Η νεότερη άφιξη στη φαρέτρα αφορά τα αντιικά χάπια στα οποία πολλοί ασθενείς έχουν στηρίξει τις ελπίδες τους, θεωρώντας ότι τα χάπια αυτά θα βοηθήσουν όλους τους ανθρώπους στους οποίους η λοίμωξη θα παρουσιάσει επιπλοκές και θα οδηγήσει σε βαριά νόσηση-κάτι το οποίο ωστόσο δεν ισχύει. 

Η χώρα μας έχει βέβαια κάνει όλες τις απαιτούμενες ενέργειες ώστε να ξεκινήσει να παραλαμβάνει μαζί με άλλες ευρωπαϊκές χώρες την ποσότητα που της αναλογεί  σε αντιιικά χάπια της Merck Αμερικής με δραστική ουσία τη μολνουπιραβίρη, που στην Ευρώπη θα κυκλοφορήσουν από την MSD αλλά τα χάπια αυτά δεν αποτελούν πανάκεια, ούτε είναι για όλους.

Όπως ωστόσο εξηγεί ο καθηγητής φαρμακολογίας Βαγγέλης Μανωλόπουλος από το Δημοκρίτειο πανεπιστήμιο Θράκης τα πρώτα αντιικά χάπια που θα έρθουν στην Ελλάδα έχουν αρκετά χαμηλή αποτελεσματικότητα η οποία κυμαίνεται κοντά στο 30%. Δηλαδή προστατεύουν έναν στους τρεις ασθενείς στους οποίους θα δοθούν και φυσικά υπόκεινται σε μία σειρά από σοβαρούς περιορισμούς, όπως ισχύει και για τα μονοκλωνικά αντισώματα, για τα οποία είχαν γραφτεί τόσα πολλά. Είχαν μάλιστα γίνει και αντικείμενο σφοδρής πολιτικής αντιπαράθεσης  μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Βουλή για να έρθει η Όμικρον και να τα θέσει εκτός μάχης, με συνοπτικές διαδικασίες.

Τα αντιικά χάπια λοιπόν που θα παραλάβει η χώρα μας- αρχικά 4000 θεραπείες μέσα στον Ιανουάριο και 25.000 θεραπείες μέσα στο Φεβρουάριο με το χάπι της Μολνουπιραβιρης, προορίζονται για τις ίδιες σχεδόν κατηγορίες για τις οποίες ήταν ενδεικνυόμενα τα μονοκλωνικά αντισώματα, δηλαδή ανθρώπους με υψηλό κίνδυνο για βαριά νόσηση.

Οι ασθενείς δεν μπορούν να τα λάβουν μόνοι τους, θα πρέπει να κάνει την αίτηση ο θεράπων ιατρός τους η αίτηση να εγκριθεί από την αρμόδια επιτροπή και η χορήγηση να ξεκινήσει εντός των 5 πρώτων ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων, γεγονός που σημαίνει ότι αν κάποιος έχει ήδη εμφανίσει βαριά νόσηση δεν μπορούν να τον βοηθήσουν. Και αυτό γιατί ο μηχανισμός δράσης τους εμποδίζει τον πολλαπλασιασμό του ιού, οπότε εάν ο ιός έχει ήδη πολλαπλασιαστεί  σε βαθμό που να προκαλέσει διάχυτη πνευμονία με εκτεταμένη προσβολή του πνεύμονα, τα χάπια δεν μπορούν να βοηθήσουν…

Η αρμόδια επιτροπή των εμπειρογνωμόνων πάντως συνεδριάζει την Τρίτη 18/1 με στόχο να μειωθεί το διάστημα των 5 ημερών που θα  συνταγογραφηθούν από τον γιατρό σε 3 ημέρες, ώστε να μην χαθεί πολύτιμος χρόνος μέχρι να εγκριθεί η αίτηση από την επιτροπή και να τα προμηθευτεί ο (εξωνοσοκομειακός) ασθενής από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, γιατί όσο περνούν τα 24ωρα, τόσο μειώνεται η αποτελεσματικότητα των χαπιών. Γι αυτό άλλωστε η πλατφόρμα για την εγγραφή των αιτήσεων από τους θεράποντες γιατρούς δεν έχει ανοίξει ακόμα και θα ανοίξει όταν «κλειδώσει» η διάρκεια της διαδικασίας υποβολής αίτησης για την χορήγηση των χαπιών. 

Η αληθινή επανάσταση στον τομέα των αντιικών χαπιών θα έρθει με την παραλαβή των θεραπειών της Pfizer καθώς αυτά έχουν πολύ υψηλότερη αποτελεσματικότητα που φτάνει στο 90% αλλά και πάλι δεν είναι για όλους, όπως εξηγεί ο καθηγητής φαρμακολογίας Βαγγέλης Μανωλόπουλος.

Επίσης στις έρευνες για τα χάπια δεν συμμετείχαν ανήλικοι ασθενείς και δεν συμμετείχαν και γυναίκες σε κύηση, οπότε υπάρχει ένα ερωτηματικό στο κατά πόσο τα άτομα κάτω των 18 ετών και οι εγκυμονούσες μπορούν να λάβουν αυτές τις θεραπείες. Επιπλέον, ο ευρωπαϊκός οργανισμός φαρμάκων (ΕΜΑ) έχει εκδώσει για τις δύο θεραπείες θετική γνωμοδότηση ανάβοντας το πράσινο φως ώστε οι χώρες να μπορούν να τις προμηθευτούν αλλά ακόμα δεν έχει εκδώσει άδεια κυκλοφορίας- και στο γεγονός αυτό σημαντικό ανασταλτικό ρόλο διαδραματίζει η χαμηλή αποτελεσματικότητα της θεραπείας της Merck Αμερικής.

Γι’αυτό λοιπόν μετά την αίτηση του γιατρού, την έγκριση από την επιτροπή, απαιτείται και η υπογραφή του ίδιου του ασθενούς δεδομένου ότι θα λάβει μία θεραπεία που επισήμως δεν είναι ακόμα εγκεκριμένη. 

Συνεπώς σε καμία περίπτωση τα χάπια δεν αποτελούν αντίβαρο του εμβολιασμού καθώς μπορούν αρχικά να βοηθήσουν έναν στους τρεις ανθρώπους υψηλού κινδύνου για βαριά νόσηση εφόσον δοθούν την κατάλληλη στιγμή, ενώ αργότερα οι θεραπείες που θα προμηθευτούμε  και από την Pfizer  θα μπορέσουν να βοηθήσουν 9 στους 10 ανθρώπους με κίνδυνο βαριάς νοσήσης εφόσον δοθούν την κατάλληλη στιγμή.

Καθώς και στις δύο περιπτώσεις οι θεραπείες πρέπει να δοθούν μέχρι την 5η μέρα από την έναρξη των συμπτωμάτων και περιλαμβάνουν ένα θεραπευτικό σχήμα περισσότερων του ενός χαπιού με την παραγωγή τους μέχρι στιγμής να  είναι περιορισμένη και γι’ αυτό μεγάλες παραλαβές από τα ευρωπαϊκά κράτη δεν μπορούν να γίνουν.

Οι ειδικοί λοιπόν στέλνουν ξεκάθαρα το μήνυμα ότι τα χάπια αποτελούν μεν  ένα ακόμα «όπλο» σε μία φαρέτρα που περιλαμβάνει διάφορες θεραπείες αλλά το ισχυρότερο μέσο προστασίας από τη νόσηση και τον κίνδυνο βαριάς νόσησης παραμένει ο εμβολιασμός.

Το αισιόδοξο στοιχείο για τα αντιικά χάπια που έχει προβληθεί τον τελευταίο καιρό σε σχέση με τα μονοκλωνικά αντισώματα που δυστυχώς τέθηκαν εκτός μάχης (γιατί είναι ανενεργά στην Όμικρον) αφορά τη  διατήρηση της δραστικότητας τους έναντι των μεταλλάξεων, υπαρχόντων και πιθανώς νέων αναδυόμενων. Επειδή ο στόχος τους είναι ένζυμα και όχι πρωτεΐνη ακίδα, δεν εξαρτώνται από τις μεταλλάξεις. Όμως και πάλι δεν είναι για όλους είναι για λίγους- και από αυτούς τους λίγους μέχρι στιγμής μπορούν να βοηθήσουν ακόμα λιγότερους.

Συνεπώς ας μην αφήσουμε την αισιοδοξία να γίνει υπερβολική ώστε να φτάσει να γίνει αβάσιμη και να μας οδηγήσει σε λάθος δρόμο.

Ο μόνος τρόπος για να μετατραπεί η λοίμωξη του κορονοϊού σε ενδημικό νόσημα χωρίς μεγάλο αντίκτυπο στο εθνικό σύστημα υγείας αλλά και χωρίς θανάσιμο κίνδυνο για τις ζωές των ασθενών είναι να συνεχίσει ο εμβολιασμός, με όσες δόσεις απαιτηθούν, 3η,  4η  ή και παραπάνω.

Άλλωστε και η πολιομυελίτιδα για να εξαφανιστεί  απαιτήθηκαν  περισσότερες τις μίας δόσεις εμβολίων. Η αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης  σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το υπερμεταδοτικό στέλεχος Όμικρον προκαλεί στους περισσότερους ασθενείς ήπια νόσο βοηθά να αυξηθεί η ανοσία στο γενικό πληθυσμό, ώστε να εξελιχθεί  η λοίμωξη Covid 19 σε εκείνο το κρυολόγημα που δεν θα μας απειλεί πια. 

Και για τους ασθενείς που ήρθαν σε επαφή με τον ιό αλλά δεν έχουν εμβολιαστεί ας κρατήσουν  στο μυαλό τους έναν αστερίσκο ότι η υπερμεταδοτική και λιγότερο λοιμογόνος Όμικρον προκαλεί περισσότερες  επαναλοιμώξεις  στους ανθρώπους που νόσησαν κι έχουν μόνο φυσική ανοσία.