Η πρόσφατη δήλωση του Γιώργου Στάσση ότι οι τηλεπικοινωνίες αποτελούν πλέον βασικό πυλώνα του powertech μοντέλου της ΔΕΗ σηματοδοτεί μια στρατηγική μετατόπιση με ιδιαίτερα μεγάλο βάθος.
Η επιβεβαίωση πως η εταιρεία ετοιμάζεται να διαθέσει στην αγορά υπηρεσίες φωνής μέσω ευρυζωνικού ίντερνετ (VoIP) δεν αποτελεί απλώς ένα ακόμη προϊόν, αλλά μια κίνηση που επεκτείνει την παρουσία της ΔΕΗ σε έναν από τους πλέον ανταγωνιστικούς και τεχνολογικά ώριμους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Η είσοδος στο VoIP, μάλιστα, δείχνει ότι ο Όμιλος ΔΕΗ επιδιώκει να κεφαλαιοποιήσει την επένδυσή του στη δημιουργία και αξιοποίηση δικτύων οπτικών ινών, ενισχύοντας την ταυτότητά του όχι μόνο ως ενεργειακή εταιρεία αλλά ως έναν ολοκληρωμένο πάροχο τεχνολογικών υποδομών.
Η ανατομία της στρατηγικής powertech
Το powertech μοντέλο, όπως το έχει περιγράψει η διοίκηση της ΔΕΗ, συνδυάζει ενέργεια, ψηφιακές τεχνολογίες και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. Η λογική αυτή δεν είναι καινούργια διεθνώς, καθώς αρκετοί ενεργειακοί όμιλοι έχουν επενδύσει σε δίκτυα οπτικών ινών προκειμένου να εκμεταλλευτούν τις υποδομές τους και να εισέλθουν στην αγορά συνδεσιμότητας.
Για τη ΔΕΗ, που διαθέτει μια τεράστια γεωγραφική κάλυψη και εμπειρία στη διαχείριση δικτύων υψηλής τεχνολογίας, η μετάβαση αυτή μοιάζει σχεδόν φυσική. Η ανάπτυξη του δικτύου οπτικών ινών δημιουργεί ένα νέο χαρτοφυλάκιο δυνατοτήτων.
Η προσθήκη του VoIP στο «οπλοστάσιο» υπηρεσιών της ΔΕΗ δεν είναι ένα δευτερεύον προϊόν. Αντίθετα, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος κάθε σύγχρονου πακέτου τηλεπικοινωνιών. Το VoIP δεν είναι πλέον ένα περιφερειακό χαρακτηριστικό, αλλά η βασική μορφή τηλεφωνίας σε μια εποχή όπου η φωνή μεταφέρεται σχεδόν πάντα μέσω IP. Η επιλογή της ΔΕΗ να το λανσάρει υποδηλώνει ότι η εταιρεία στοχεύει στο πλήρες “triple play” μέρος του ανταγωνισμού.
Τι σημαίνει επιχειρηματικά η είσοδος στο VoIP για τη ΔΕΗ
Πρώτον, η υπηρεσία VoIP επιτρέπει στη ΔΕΗ να ενισχύσει την αξία του δικτύου οπτικών ινών που αναπτύσσει. Η ζήτηση για οπτική ίνα αυξάνεται όταν ο πάροχος προσφέρει ένα πλήρες πακέτο υπηρεσιών, και η τηλεφωνία είναι κρίσιμο συμπληρωματικό προϊόν για να γίνει η μετάβαση από τον καταναλωτή όσο το δυνατόν ομαλότερη.
Δεύτερον, η εταιρεία έχει τη δυνατότητα να εισέλθει σε μια αγορά όπου τα ποσοστά διείσδυσης παραμένουν υψηλά και σταθερά, καθώς σχεδόν κάθε νοικοκυριό διαθέτει τηλεφωνία. Παράλληλα, η υπηρεσία διατηρεί τον πελάτη στο οικοσύστημα του παρόχου και επιτρέπει cross-selling υπηρεσίες.
Τρίτον, η κίνηση αυτή ενισχύει το brand της ΔΕΗ ως τεχνολογικού παρόχου και όχι ως παραδοσιακού, μονοθεματικού ενεργειακού οργανισμού. Η διαφοροποίηση αυτή είναι κρίσιμη σε ένα περιβάλλον όπου η ενέργεια γίνεται όλο και πιο ανταγωνιστική αγορά και οι πάροχοι αναζητούν νέα έσοδα σε συμπληρωματικούς τομείς.
Τέλος, η είσοδος στο VoIP δημιουργεί για τη ΔΕΗ τη δυνατότητα να μπει στο σπίτι του καταναλωτή όχι μόνο μέσω της ενέργειας, αλλά και μέσω της καθημερινής επικοινωνίας του. Αυτό διευκολύνει τη μελλοντική προσφορά «έξυπνων» υπηρεσιών, όπως IoT, smart home και ενεργειακή διαχείριση, οι οποίες προϋποθέτουν συνδεσιμότητα και άρα δικτυακή παρουσία.
Η εμπορική διάσταση της υπόθεσης είναι επίσης σημαντική και αυτό γιατί η ΔΕΗ έχει ήδη στα χέρια της εκατομμύρια ενεργειακούς πελάτες, στους οποίους μπορεί να προωθήσει τηλεπικοινωνιακά προϊόντα με ενιαία τιμολόγηση, εκπτώσεις συνέπειας ή συνδυαστικά πακέτα. Ταυτόχρονα, η είσοδος της ΔΕΗ ενδέχεται να επιταχύνει τον ανταγωνισμό στις οπτικές ίνες.
Το ευρύτερο αποτύπωμα στην αγορά τηλεπικοινωνιών
Η κίνηση της ΔΕΗ ενδέχεται να αλλάξει συνολικά το οικοσύστημα του κλάδου. Με την είσοδο ενός τόσο μεγάλου οργανισμού, οι υπόλοιποι εναλλακτικοί πάροχοι θα κληθούν να επαναπροσδιορίσουν τις στρατηγικές τους, είτε επενδύοντας περισσότερο σε εξειδικευμένες υπηρεσίες είτε αναζητώντας συνεργασίες.
Παράλληλα, δημιουργείται μια νέα δυναμική για συγκλίσεις μεταξύ τηλεπικοινωνιών και ενέργειας. Η ελληνική αγορά μπορεί να δει πακέτα όπου η κατανάλωση ενέργειας συνδυάζεται με ταχύτητες internet.
