Η κατάσταση μετά την διεθνή οικονομική κρίση αλλά και την περίοδο της κρίσης λόγω της πανδημίας covid έχει αλλάξει τα δεδομένα, επηρεάζοντας τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα η αγορά να μην είναι πλέον η ίδια.
Από τη μία πλευρά οι απαιτήσεις αυξάνονται, ενώ η ανάπτυξη σε πολλές χώρες περιορίζεται. Από την άλλη πλευρά οι επενδυτές στρέφονται όλο και περισσότερο σε επιχειρήσεις που έχουν μικρότερο ρίσκο και καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης ενώ οι καταναλωτές απαιτούν όλο και πιο έντονα από τις εταιρείες να παρέχουν προϊόντα και υπηρεσίες με τρόπο αποτελεσματικό και ταυτόχρονα ηθικό και φιλικό προς το περιβάλλον.
Όπως είχε αναφέρει η κυρία Κατερίνα Κατσούλη CSR & sustainability director της Grant Thornton παρουσιάζοντας πρόσφατη σχετική έρευνα, οι βασικοί λόγοι ενσωμάτωσης πρακτικών ΕΚΕ σε μία επιχείρηση είναι: η μείωση του κόστους η οποία επιτυγχάνεται (θετική απάντηση από το 56% των επιχειρήσεων), η ενίσχυση της εικόνας και φήμης της εταιρείας (επίσης 56%), η προσέλκυση ταλέντων και η τόνωση του ηθικού των ανθρώπων της εταιρείας (επίσης 56%), η έκπτωση στη φορολογία (45%), οι πιέσεις που δέχονται από το κράτος (40%) και με ποσοστά 36% οι πιέσεις από τους επενδυτές και η προστασία του πλανήτη.
Το αντικείμενο της έρευνας ήταν η καταγραφή των τάσεων των επιχειρήσεων σε παγκόσμιο επίπεδο αναφορικά με την υιοθέτηση και δημοσίευση πρακτικών Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ) στο νέο περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί. Τα αποτελέσματα της έρευνας καταγράφουν την τάση από τις 7.700 συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν σε αντίστοιχες εταιρείες (ιδιωτικές επιχειρήσεις μεγάλου και μεσαίου μεγέθους), από όλους τους κλάδους σε 44 χώρες διεθνώς.
Όπως δείχνει η έρευνα, οι πιο δημοφιλείς πρακτικές (δράσεις) ΕΚΕ που εφαρμόζονται από τις επιχειρήσεις είναι:
– Δράσεις που προάγουν την υγεία και ευημερία των εργαζομένων (75% των εταιρειών).
– Παροχή συνθηκών ευέλικτης εργασίας (64%).
– Προσφορά πρακτικής/εργασιακής εμπειρίας (64%).
– Δωρεές στην κοινότητα ή/και σε φιλανθρωπικά ιδρύματα (64%).
– Δράσεις προώθησης της ισότητας των ευκαιριών στην εργασία (63%).
– Δράσεις βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης (60%).
– Δράσεις βέλτιστης διαχείρισης των αποβλήτων (58%).
– Συμμετοχή σε δραστηριότητες της τοπικής κοινωνίας (55%).
– Αλλαγές σε προϊόντα προκειμένου να μειώσουν τις περιβαλλοντικές ή κοινωνικές τους επιπτώσεις (38%).
– Υποστήριξη άλλων εταιρειών προκειμένου να βελτιώσουν τις επιχειρηματικές τους επιδόσεις (31%).
– Προμήθειες από τοπικό επίπεδο ή προμήθεια βιολογικών προϊόντων ή υπηρεσιών (31%).
Ένα σημαντικό τμήμα της έρευνας αφορούσε τη δημοσίευση των δράσεων ΕΚΕ των επιχειρήσεων αυτών. Το 31% των επιχειρήσεων απάντησαν πως δημοσιοποιούν συστηματικά τις δράσεις τους είτε μέσω ενός απολογισμού ΕΚΕ είτε μέσω ενσωμάτωσής τους στην ετήσια έκθεσή τους (annual report). Αξίζει να σημειωθεί πως το ποσοστό αυτό είναι κατά 6 μονάδες αυξημένο σε σχέση με τα αποτελέσματα που δημοσιεύτηκαν το 2011.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως το 57% των επιχειρήσεων συνολικά και το 58% στην Ελλάδα πιστεύουν ότι οι δράσεις ΕΚΕ και η προσέγγιση της κάθε εταιρείας στη βιωσιμότητα θα πρέπει να ενσωματωθεί στις ετήσιες οικονομικές εκθέσεις (από 44% που ήταν δύο χρόνια νωρίτερα).
Με βάση τα αποτελέσματα αυτά διαφαίνεται πως οι επιχειρήσεις βλέπουν την αξία που υπάρχει στη σύνδεση μεταξύ των περιβαλλοντικών, κοινωνικών και ανθρωπίνων πόρων, τη διακυβέρνηση και τις οικονομικές επιδόσεις, ενώ ιδιαίτερη σημασία έχει η ουσιαστική και συνολική ενημέρωση προς όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.