Όλο και πιο καθοριστικός έχει καταστεί ο ρόλος της ιδιωτικής ασφάλισης στην προετοιμασία για τις φυσικές καταστροφές. Η συχνότητα των τελευταίων είναι ιδιαίτερα αυξημένη με τη σφοδρότητα των φαινομένων να μεγαλώνει συνεχώς.
Χαρακτηριστικά τελευταία παραδείγματα αποτελούν οι πυρκαγιές στο Λος Άντζελες, η πλημμύρα στη Βαλένθια, οι μεγάλες πλημμύρες στην Κεντρική Ευρώπη, αλλά και τα πρόσφατα καταστροφικά φαινόμενα που βιώσαμε στη χώρα μας, όπως ο «Daniel». Μια δοκιμασία άνευ προηγουμένου –ακόμη και για τα δεδομένα που άφησε πίσω του νωρίτερα ο «Ιανός»– για την Πολιτεία, τους πολίτες, τις επιχειρήσεις και ειδικά για τις ασφαλιστικές εταιρίες, αποκαλύπτοντας νέες διαστάσεις κινδύνων έναντι των φυσικών καταστροφών.
Η διαχείριση φυσικών καταστροφών και η προστασία των ασφαλισμένων τους από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, έχει περάσει σε πρώτο πλάνο για πολλές από τις ελληνικές εταιρείας της ασφαλιστικής αγοράς.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στατιστικά στον κλάδο της ασφάλισης στη χώρα μας, τα ποσοστά του οποίου δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Μόνο το 17% των κατοικιών στην Ελλάδα είναι ασφαλισμένες και από αυτές μόνο το 66,3% είναι ασφαλισμένες για καιρικά φαινόμενα.
Το ζήτημα της ασφάλειας σε σχέση με τις φυσικές καταστροφές δεν αφορά μόνο την επάρκεια της κάλυψης, αλλά και την εμπιστοσύνη των ασφαλισμένων προς τις ασφαλιστικές εταιρείες και τους όρους των συμβολαίων. Οι αλλαγές στις ασφαλιστικές συμβάσεις, ειδικά μετά από μεγάλες καταστροφές, μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά αυτή την εμπιστοσύνη.
Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος μιας "διπλής ασφαλιστικής κρίσης". Αυτός ο όρος αναφέρεται σε δύο αλληλένδετα προβλήματα:
Ασφαλιστική ανεπάρκεια: Ένα μεγάλο ποσοστό περιουσιών στην Ελλάδα δεν είναι ασφαλισμένο έναντι φυσικών καταστροφών. Αυτό σημαίνει ότι όταν συμβεί μια μεγάλη καταστροφή, το βάρος της αποκατάστασης πέφτει κυρίως στους πληγέντες και στο κράτος, δημιουργώντας σημαντικές οικονομικές πιέσεις.
Ασφαλιστική αφερεγγυότητα: Οι ασφαλιστικές εταιρείες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην κάλυψη μεγάλου αριθμού αποζημιώσεων ταυτόχρονα, ιδίως μετά από ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο μεγάλης κλίμακας. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε καθυστερήσεις στις πληρωμές, αμφισβήτηση των όρων των συμβολαίων ή ακόμα και σε αφερεγγυότητα ασφαλιστικών εταιρειών, επιδεινώνοντας την οικονομική κρίση.
Αυτή η "διπλή κρίση" μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για την οικονομία, την κοινωνική συνοχή και την ικανότητα της χώρας να ανακάμψει από φυσικές καταστροφές.
Για την αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου, απαιτούνται συντονισμένες προσπάθειες από την κυβέρνηση, τις ασφαλιστικές εταιρείες και τους πολίτες. Μέτρα όπως η προώθηση της ασφαλιστικής συνείδησης, η δημιουργία κατάλληλων ασφαλιστικών προϊόντων, η ενίσχυση της εποπτείας του ασφαλιστικού κλάδου και η εφαρμογή μέτρων πρόληψης και διαχείρισης κινδύνων μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση της ασφαλιστικής κάλυψης και στη διασφάλιση της φερεγγυότητας του ασφαλιστικού συστήματος.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η ασφάλιση δεν είναι απλώς ένα κόστος, αλλά μια επένδυση στην ασφάλεια και την ανθεκτικότητα της κοινωνίας μας απέναντι στις αυξανόμενες προκλήσεις των φυσικών καταστροφών.
Το case study του Λος Άντζελες
Η πρόσφατη περίπτωση του Λος Άντζελες με τις μεγάλες φωτιές αναδεικνύει την πολυπλοκότητα της ασφάλισης έναντι γεγονότων υψηλής σοβαρότητας και χαμηλής συχνότητας όπως οι σεισμοί, καθώς και τις αυξανόμενες προκλήσεις που θέτουν οι καταστροφές που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, όπως οι πυρκαγιές.
Εκτός από τις τελευταίες η γεωλογική θέση της Νότιας Καλιφόρνιας πάνω σε σημαντικά ρήγματα την καθιστά εξαιρετικά ευάλωτη σε σεισμούς. Οι πιθανές καταστροφές είναι τεράστιες.
Παρά τον υψηλό κίνδυνο, ένα μικρό μόνο ποσοστό ιδιοκτητών κατοικιών στην Καλιφόρνια, συμπεριλαμβανομένου του Λος Άντζελες, έχει ασφάλιση σεισμών. Αυτό συχνά οφείλεται στο αντιληπτά υψηλό κόστος και στην εσφαλμένη αντίληψη ότι η τυπική ασφάλιση κατοικίας καλύπτει ζημιές από σεισμούς.
Επιπλέον, πολλοί ιδιοκτήτες σε περιοχές υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς κοντά στο Λος Άντζελες, αντιμετωπίζουν μη ανανεώσεις συμβολαίων ή σημαντικές αυξήσεις στα ασφάλιστρα. Αυτό έχει οδηγήσει σε κρίση διαθεσιμότητας και κόστους, αναγκάζοντας κάποιους να μείνουν ανασφάλιστοι ή να στραφούν στο κρατικό "ασφαλιστήριο έσχατης ανάγκης", το FAIR Plan.
Αν και το FAIR Plan παρέχει κάλυψη όταν οι ιδιωτικές ασφαλιστικές αρνούνται, συχνά έχει περιορισμούς στα ποσά κάλυψης και μπορεί να είναι πιο ακριβό από τα παραδοσιακά συμβόλαια. Η αυξανόμενη έκθεσή του στον κίνδυνο πυρκαγιών εγείρει ανησυχίες για τη μακροπρόθεσμη φερεγγυότητά του.
Οι πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές στην περιοχή του Λος Άντζελες έχουν αναδείξει τις προκλήσεις και τις σημαντικές οικονομικές απώλειες που αντιμετωπίζουν οι υποασφαλισμένοι ή ανασφάλιστοι ιδιοκτήτες.
Η ασφαλιστική αγορά του Λος Άντζελες αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των προκλήσεων της ασφάλισης έναντι σημαντικών και αυξανόμενων κινδύνων φυσικών καταστροφών. Οι εμπειρίες με τους σεισμούς και η συνεχιζόμενη κρίση ασφάλισης πυρκαγιών προσφέρουν πολύτιμα μαθήματα για άλλες περιοχές που αντιμετωπίζουν παρόμοιες απειλές.