Νέα σημαντική ώθηση στις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από την Ελλάδα προς την Ιταλία θα δώσει η νέα συμφωνία που υπογράφηκε χθες στη Ρώμη μεταξύ των Διαχειριστών των δύο χωρών.
Η διασύνδεση Ελλάδας-Ιταλίας αφορά στην ανάπτυξη μιας νέας υποθαλάσσιας γραμμής (Θεσπρωτία – Γαλατίνα), η οποία θα τριπλασιάσει το περιθώριο ανταλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας από 500 MW σήμερα σε 1.500 MW.
Το έργο θα ενισχύσει την ενοποίηση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας των δύο χωρών και θα διαφοροποιήσει τις πηγές εφοδιασμού, ενισχύοντας τον ρόλο της Ελλάδας και της Ιταλίας ως ενεργειακών κόμβων στην περιοχή της Μεσογείου.
«Μέσω αυτής της συμφωνίας για την ηλεκτρική διασύνδεση, τριπλασιάζεται η δυναμικότητα κι έχει εξαιρετική σημασία για εμάς σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον όπου συζητάμε για την ένωση των ευρωπαϊκών δικτύων. Η Ελλάδα είναι πλέον εξαγωγική και μια τέτοια διασύνδεση είναι προς όφελος και των δύο χωρών. Η κατεύθυνση δίνουμε στους δύο διαχειριστές είναι για σύντομη υλοποίηση του έργου» τόνισε χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την ανακοίνωση της υπογραφής συμφωνίας-ορόσημο.
Το ενεργειακό έργο, γνωστό ως «GR.ITA II» που υπέγραψαν χθες οι δύο Διαχειριστές, ο δικός μας ΑΔΜΗΕ και η ιταλική ΤΕΡΝΑ, είναι στρατηγικής σημασίας και σε περιφερειακό επίπεδο ενώ έχει ήδη ενταχθεί στο πιο πρόσφατο Δεκαετές Πλάνο Ανάπτυξης Δικτύων του ENTSO-E.
Τα οφέλη για τις δύο χώρες
Η ένταξη της διασύνδεσης σε καθεστώς PCI/PMI είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς θα της εξασφαλίσει την απαραίτητη αδειοδοτική επιτάχυνση και τους αναγκαίους κοινοτικούς πόρους χρηματοδότησης προκειμένου να υλοποιηθεί.
Το έργο έχει προϋπολογισμό της τάξης των 1,8 δισ. ευρώ, κόστος που θα επιμεριστεί κατά 50-50 στους δύο Διαχειριστές ενώ η ολοκλήρωσή του αναμένεται περί το δεύτερο εξάμηνο του 2031. Το project θα διευκολύνει την απορρόφηση ενέργειας από μονάδες ΑΠΕ και στα δύο Συστήματα, ενισχύοντας παράλληλα τη σύγκλιση των αγορών.
Να σημειωθεί ότι για το «GR.ITA II», είχαν προηγηθεί εκτενείς τεχνικές διαπραγματεύσεις για τις τεχνολογίες που θα χρησιμοποιηθούν και τον καταμερισμό των αρμοδιοτήτων. Το επόμενο στάδιο περιλαμβάνει λεπτομερείς μελέτες βυθού για τον καθορισμό της ακριβούς όδευσης του καλωδίου και των σημείων σύνδεσης στις ακτές των δύο χωρών. Ο ΑΔΜΗΕ και η Terna θα προχωρήσουν επίσης στη σύναψη συμφωνιών για την από κοινού διαχείριση των διαγωνιστικών διαδικασιών προμήθειας καλωδίων και Σταθμών Μετατροπής, καθώς και για την κατασκευή των υποδομών.
Στην ιταλική πλευρά, το υποθαλάσσιο καλώδιο θα καταλήγει στον δήμο Melendugno, ενώ ο νέος Σταθμός Μετατροπής θα κατασκευαστεί στον δήμο Galatina, οι οποίοι υπάγονται στην επαρχία Λέτσε. Το κόστος για το ελληνικό τμήμα του έργου εκτιμάται στα 900 εκατ. ευρώ.
Να σημειώσουμε ότι η ανάγκη για την ενίσχυση της υφιστάμενης διασύνδεσης, η οποία τέθηκε σε λειτουργία το 2001 και έχει φτάσει στα όριά της, κατέστη επιτακτική λόγω της συχνής εμφάνισης εξαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από την Ελλάδα προς την Ιταλία κατά τις μεσημβρινές ώρες. Οι τιμές στην ιταλική ενεργειακή αγορά (GME) είναι σταθερά υψηλότερες από τις ελληνικές, καθιστώντας τις εξαγωγές ιδιαίτερα συμφέρουσες. Η συζήτηση για τον τριπλασιασμό της μεταφορικής ικανότητας από τα 500 MW στα 1500 MW είχε ξεκινήσει ήδη από το 2020.
«Η ηλεκτρική διασυνδεσιμότητα διαδραματίζει κομβικό ρόλο στην προώθηση των κλιματικών στόχων της Ευρώπης και στην “πράσινη” ενεργειακή μετάβαση. Ο νέος ενεργειακός διάδρομος μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας θα επεκτείνει το περιθώριο ανταλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας ενώ θα ενισχύσει την ασφάλεια εφοδιασμού και την αποδοτικότερη λειτουργία της ενοποιημένης ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρισμού, προσφέροντας απτά οφέλη στους καταναλωτές και των δύο χωρών. Ο ΑΔΜΗΕ και η Terna, αξιοποιώντας την εκτεταμένη τους τεχνογνωσία και έχοντας εδραιώσει μία στενή συνεργασία, έχουν όλα τα εφόδια για να υλοποιήσουν επιτυχώς αυτό το στρατηγικής σημασίας έργο υποδομής», δήλωσε ο Μάνος Μανουσάκης, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ.
«Η νέα υποθαλάσσια ηλεκτρική διασύνδεση μεταξύ Ιταλίας και Ελλάδας θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια στη νότια Ιταλία και θα διευκολύνει την αποδοτική προμήθεια ενέργειας, επιτρέποντας την αξιοποίηση νέων πηγών και τη συνέχιση των ανταλλαγών ηλεκτρισμού μεταξύ των δύο χωρών. Λειτουργώντας παράλληλα με την υφιστάμενη διασύνδεση, που τέθηκε σε λειτουργία το 2002, το έργο αυτό θα αυξήσει περαιτέρω την αποτελεσματικότητα της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας», τόνισε η Giuseppina Di Foggia, Διευθύνουσα Σύμβουλος και Γενική Διευθύντρια της Terna. «Πιστεύουμε ακράδαντα ότι ένα διασυνδεδεμένο ευρωπαϊκό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας είναι το κλειδί για ένα αξιόπιστο και βιώσιμο δίκτυο».
Θυμίζουμε ότι λίγες μέρες πριν ο Μάνος Μανουσάκης, είχε τονίσει στο OT Forum ότι «το capacity της μιας και μοναδικής γραμμής προς τη γείτονα που τέθηκε σε λειτουργία το 2001, έχει κορεστεί εδώ και χρόνια, άρα η επένδυση και ο τριπλασιασμός της χωρητικότητας θα βοηθήσει τα μέγιστα να εξαχθεί από την Ελλάδα περισσότερη ενέργεια προς την Ιταλία».
Στη σημερινή συγκυρία, με την Ελλάδα να αντιμετωπίζει αυξανόμενη υπερπαραγωγή από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), η νέα διασύνδεση αποτελεί ζωτικής σημασίας διέξοδο για την πλεονάζουσα ενέργεια. Η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ στην Ελλάδα άγγιζε τα 15,8 GW τον Απρίλιο του 2025 και αναμένεται να πλησιάσει τα 18 GW την τρέχουσα περίοδο, σε μια χώρα όπου η ζήτηση μετά βίας φτάνει τα 7 GW. Δεδομένου ότι η Ιταλία είναι μια παραδοσιακά ακριβότερη αγορά, το «GR.ITA II» αποτελεί τη μοναδική λύση για την απορρόφηση αυτών των τεράστιων ποσοτήτων ενέργειας.
Η ιταλική αγορά παρουσιάζει σημαντικές ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια που υπερβαίνουν κατά πολύ την εγχώρια παραγωγή, καθιστώντας την έναν από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς ρεύματος στην ήπειρο. Παρά την ανάπτυξη της αγοράς φωτοβολταϊκών, η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια συνεχίζει να αυξάνεται, γεγονός που γνωρίζουν καλά οι ελληνικοί ενεργειακοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται στην Ιταλία.
Αναβιώνει ο αγωγός φυσικού αερίου Poseidon
Παράλληλα, ζεσταίνονται οι συζητήσεις για την προσπάθεια αναβίωσης του αγωγού φυσικού αερίου Ελλάδας – Ιταλίας, Poseidon.
Ήδη από τον φετινό Ιανουάριο γίνονται βήματα επανεκκίνησης για τον αγωγό, όταν και υπεγράφη από την αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) η απόφαση για την τροποποίηση των περιβαλλοντικών όρων της κατασκευής και λειτουργίας του υποθαλασσίου αγωγού καθώς και των συνοδευτικών του εγκαταστάσεων, καθώς «πατούσαν» πάνω σε περιοχή Natura, η οποία δεν περιλαμβανόταν στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών της χώρας όταν είχε αρχικώς εγκριθεί η ΑΕΠΟ του έργου προ δεκαετίας.
Το έργο (που είχε σχεδιαστεί ως συνέχεια του μεγάλου αγωγού EastMed που θα μεταφέρει αέριο από το Ισραήλ στην Ευρώπη), όπως φαίνεται, ξαναβγαίνει από τον «πάγο». Υπενθυμίζεται ότι πριν από τρία χρόνια, η Ουάσιγκτον με non paper προς τη Λευκωσία και την Αθήνα δήλωνε ότι δεν θα υποστήριζε την υλοποίηση του αγωγού για λόγους οικονομικής βιωσιμότητας, επιβάρυνσης του περιβάλλοντος αλλά και για λόγους «ασφάλειας» στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ωστόσο, πλέον, με την αλλαγή στο τιμόνι των ΗΠΑ και την επιστροφή Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, το φυσικό αέριο μπαίνει ξανά στο προσκήνιο ως κύριο καύσιμο ενώ και οι γενικότερες εξελίξεις στην ενεργειακή σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου αναμένεται να επιταχύνουν τις διαδικασίες για το πράσινο φως της αναβίωσης του έργου.