ΑΔΜΗΕ: Τα έργα που «κλειδώνουν» έως το 2026 και ο χάρτης των νέων διασυνδέσεων

ΑΔΜΗΕ: Τα έργα που «κλειδώνουν» έως το 2026 και ο χάρτης των νέων διασυνδέσεων

Σε φάση στρατηγικής ωρίμανσης βρίσκεται ο ΑΔΜΗΕ, καθώς ταυτόχρονα κλείνει έναν μεγάλο κύκλο εγχώριων έργων και ανοίγει έναν ακόμη πιο φιλόδοξο γύρο διεθνών διασυνδέσεων, που μπορούν να αλλάξουν τον ενεργειακό ρόλο της χώρας στην ευρύτερη περιοχή.

Ο Διαχειριστής τρέχει επενδυτικό πρόγραμμα άνω των 6 δισ. ευρώ, αναζητώντας πρόσθετα κεφάλαια περίπου 1 δισ. για να υποστηρίξει τον ρυθμό υλοποίησης. Οι απαιτήσεις για τις εκτεταμένες νησιωτικές και διεθνείς ηλεκτρικές διασυνδέσεις αυξάνονται και χρειάζονται extra ρευστότητα, γεγονός που οδηγεί την αγορά να εντείνει τις συζητήσεις σχετικά με πιθανή αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και άλλες επιλογές χρηματοδότησης.

Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου πάντως ξεκαθάρισε χθες στη Βουλή ότι το 51% δεν θα περάσει σε ιδιώτη, διατηρώντας τον έλεγχο στο Δημόσιο.

Η ναυαρχίδα των έργων είναι το καλώδιο Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ, που αναδεικνύεται σε καίρια ενεργειακή «λεωφόρο» για την Ευρώπη, ενώ παράλληλα τρέχουν με ταχείς ρυθμούς οι διασυνδέσεις σε Δωδεκάνησα, Βόρειο Αιγαίο, Κρήτη και Κυκλάδες. 

Το project που θα ενώσει Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ έχει μπει σε φάση επιτάχυνσης. Ήδη έχουν κατασκευαστεί 216 χλμ. υποβρυχίου καλωδίου, ενώ ακόμη 226 χλμ. βρίσκονται στη γραμμή παραγωγής. Η προκαταβολή από το CEF φτάνει τα €164,5 εκατ., δηλαδή το 25% της συνολικής ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.

Τα μεγάλα εγχώρια έργα που «κλειδώνουν» έως το 2026

Στον πυρήνα του εγχώριου πλάνου βρίσκονται οι διασυνδέσεις και οι ενισχύσεις του Συστήματος 400 kV, με το 2026 να αναδεικνύεται σε χρονιά–ορόσημο.

Κεντρικό έργο είναι η διασύνδεση Κρήτης–Αττικής, η οποία ολοκλήρωσε ήδη τη δοκιμαστική της λειτουργία και περνά σταδιακά στην εμπορική φάση. Η πλήρης ένταξη του project στη ρυθμιζόμενη περιουσιακή βάση του ΑΔΜΗΕ αναμένεται να δώσει σταθερή ροή ρυθμιζόμενων εσόδων, ενώ ταυτόχρονα «απελευθερώνει» το νησί από τις ακριβές και ρυπογόνες πετρελαϊκές μονάδες.

Παράλληλα, η τέταρτη φάση της διασύνδεσης των Κυκλάδων – που αφορά Σαντορίνη, Φολέγανδρο, Μήλο και Σέριφο – βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο. Το τμήμα Σαντορίνη–Νάξος είναι ήδη υπό κατασκευή, με ορίζοντα ολοκλήρωσης το πρώτο εξάμηνο του 2026, ενώ οι υποβρύχιες καλωδιώσεις προς τα υπόλοιπα νησιά έχουν σε μεγάλο βαθμό ποντιστεί. Με την ολοκλήρωση του έργου, θα μπορεί να αξιοποιηθεί δυναμικό ΑΠΕ περίπου 330 MW, μειώνοντας την εξάρτηση από τοπικούς σταθμούς και το κόστος ηλεκτροδότησης του νησιωτικού συμπλέγματος.

Την ίδια χρονιά κλείνει και ο Ανατολικός Διάδρομος Πελοποννήσου στα 400 kV. Το πρώτο σκέλος, Μεγαλόπολη–ΚΥΤ Κορίνθου, λειτουργεί ήδη, ενώ το δεύτερο τμήμα, Κόρινθος–ΚΥΤ Κουμουνδούρου, βρίσκεται στη φάση κατασκευής με στόχο επίσης το πρώτο εξάμηνο του 2026. Ο συγκεκριμένος διάδρομος αποτελεί τη «ραχοκοκαλιά» που φέρνει περισσότερη ισχύ στην Αττική, αποσυμφορώντας το δίκτυο και στηρίζοντας τις νέες διασυνδέσεις.

Κομβικό κομμάτι του παζλ είναι και η πλήρης αναβάθμιση του ΚΥΤ Κουμουνδούρου σε τεχνολογία GIS κλειστού τύπου. Το νέο ΚΥΤ θα λειτουργεί ως τερματικός κόμβος τόσο για το καλώδιο Κρήτης–Αττικής όσο και για τον Ανατολικό Διάδρομο Πελοποννήσου, ενισχύοντας την τροφοδότηση της Δυτικής Αττικής. Η ολοκλήρωση τοποθετείται επίσης εντός του 2026.

Στο κέντρο της Αθήνας, το νέο ΚΥΤ Ρουφ προετοιμάζεται για να παίξει ανάλογο ρόλο για το λεκανοπέδιο. Αυτή την περίοδο προχωρούν εκκενώσεις κτιρίων, κατεδαφίσεις και τεχνικές μελέτες για τις υπόγειες γραμμές που θα το συνδέσουν με Κουμουνδούρο και Αχαρνές. Ο διαγωνισμός για την κατασκευή του αναμένεται έως το τέλος του 2025.

Δωδεκάνησα και Βόρειο Αιγαίο: Μεγάλα νησιωτικά projects, ανοιχτά χρονοδιαγράμματα

Σε αντίθεση με τις Κυκλάδες και την Κρήτη, οι άλλες δύο μεγάλες νησιωτικές διασυνδέσεις – Δωδεκάνησα και Βορειοανατολικό Αιγαίο – βρίσκονται ακόμη σε φάση ωρίμανσης.

Για τα Δωδεκάνησα, η διασύνδεση Κόρινθος–Κως μέσω καλωδίου συνεχούς ρεύματος και σταθμών μετατροπής έχει τεράστιο προϋπολογισμό και εντασσεται στο Ταμείο Απανθρακοποίησης Νησιών. Ο πρώτος διαγωνισμός για το καλώδιο κηρύχθηκε άγονος λόγω έλλειψης προσφορών και θα επαναπροκηρυχθεί, ενώ η διαδικασία για τους σταθμούς μετατροπής βρίσκεται σε εξέλιξη.

Στο Βορειοανατολικό Αιγαίο, η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για το τμήμα ΚΥΤ Νέας Σάντας–Δυτικής Λέσβου έχει ήδη αναρτηθεί σε διαβούλευση, ενώ η ΜΠΕ για την εναέρια γραμμή εντός Λέσβου – που θα περιλαμβάνει και τον υποσταθμό Μυτιλήνης – αναμένεται μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2026. Παράλληλα «τρέχουν» κτηματολογικές διαδικασίες και απαλλοτριώσεις, παραδοσιακά ένα από τα πιο χρονοβόρα στάδια στα μεγάλα έργα δικτύων.

Μόνο οι δύο αυτές νησιωτικές διασυνδέσεις αντιστοιχούν σε επενδύσεις της τάξης σχεδόν 3,8 δισ. ευρώ.

Τα διεθνή καλώδια και ο νέος χάρτης διασυνδέσεων

Στο μέτωπο των διεθνών διασυνδέσεων, η λίστα είναι μακρά. Η δεύτερη ενισχυτική γραμμή Ελλάδας–Ιταλίας, ισχύος 1 GW, έχει μπροστά της δύο κρίσιμες ημερομηνίες: έκδοση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων τον Αύγουστο του 2026 και Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων τον Μάρτιο του 2027.

Το project Ελλάδας–Σαουδικής Αραβίας προχωρά με την ολοκλήρωση των λεπτομερών τεχνικών μελετών μέχρι τον Απρίλιο του 2026, ενώ σε επίπεδο σχεδιασμού βρίσκονται η δεύτερη διασύνδεση με Ιταλία, οι νέες γραμμές με Αλβανία και Τουρκία, το Green Aegean Interconnector με Γερμανία, η διασύνδεση με την Αίγυπτο (GREGY) και η τριπλή Ελλάδα–Κύπρος–Ισραήλ.

Πρόκειται για έργα που, αν υλοποιηθούν, θα μετατρέψουν την Ελλάδα σε ηλεκτρική «γέφυρα» ανάμεσα στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, επιτρέποντας τη μεταφορά μεγάλων ποσοτήτων πράσινης ενέργειας προς την ευρωπαϊκή αγορά.

Το επενδυτικό πλάνο του Διαχειριστή συνδέεται πλέον στενά με τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς η ΕΕ μεταφέρει το κέντρο βάρους της ενεργειακής στρατηγικής στα δίκτυα και στις διασυνδέσεις. Το Grids Package και η πρωτοβουλία «Ενεργειακές Λεωφόροι» προβλέπουν επενδύσεις ύψους 1,2 τρισ. ευρώ έως το 2040 για τον εκσυγχρονισμό των ηλεκτρικών υποδομών, με στόχο την ομαλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς ενέργειας, την ένταξη φθηνότερων μορφών καθαρής ενέργειας και τον περιορισμό του ενεργειακού κόστους. Μέσα σε αυτό το νέο περιβάλλον, η Ελλάδα οφείλει να προσαρμόσει τις εθνικές της προτεραιότητες και τα μεγάλα έργα ενεργειακών διασυνδέσεων.