Σημαντική δικαίωση για το Ελληνικό Δημόσιο αποτέλεσε η απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου (ICC), το οποίο του επιδίκασε ποσό άνω των 150 εκατομμυρίων ευρώ σε πολύχρονη διαμάχη που αφορούσε τα εξοπλιστικά προγράμματα των υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού. Η εξέλιξη αυτή έρχεται να επισφραγίσει μια σπάνια, αλλά κρίσιμη επιτυχία του Δημοσίου σε διεθνές διαιτητικό επίπεδο.
Η υπόθεση ξεκινά το 2000, όταν η Ελλάδα ανέθεσε σε γερμανικό ναυπηγικό όμιλο την κατασκευή νέων υποβρυχίων τύπου 214. Το πρώτο κατασκευάστηκε στη Γερμανία (Υ/Β «Παπανικολής»), ενώ τα υπόλοιπα προορίζονταν για τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τα οποία είχαν τότε εξαγοραστεί από την ίδια εταιρεία. Παρότι το Δημόσιο είχε ήδη καταβάλει περίπου 2 δισ. ευρώ και τα πέντε υποβρύχια βρίσκονταν στο τελικό στάδιο κατασκευής, η γερμανική πλευρά κατήγγειλε τις συμβάσεις και προσέφυγε σε διαιτησία.
Το 2010 επιχειρήθηκε προσωρινή διευθέτηση μέσω νέων συμβάσεων. Ωστόσο, η κατάσταση περιπλέχθηκε περαιτέρω όταν ο Λιβανέζος επιχειρηματίας Ισκαντάρ Σάφα απέκτησε τα ναυπηγεία και αμέσως μετά την ενεργοποίηση των νέων συμφωνιών ανέστειλε την εκτέλεσή τους, απαιτώντας νέους, βαρύτερους όρους. Έτσι, η Ελλάδα βρέθηκε ξανά σε μειονεκτική θέση, χωρίς να έχει επιχειρησιακή πρόσβαση στα κρίσιμα εξοπλιστικά συστήματα.
Ακολούθησε νέα διαιτητική διαδικασία, αυτή τη φορά με προσφυγή των ναυπηγείων υπό την ηγεσία Σάφα, με αιτήματα που προσέγγιζαν τα 2 δισ. ευρώ. Ωστόσο, το Ελληνικό Δημόσιο αντέδρασε δυναμικά, καταθέτοντας το 2014 δική του αγωγή, μέσω ομάδας νομικών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους υπό τον Διονύσιο Κολοβό.
Η απόφαση που εκδόθηκε πρόσφατα δικαιώνει πλήρως τις ελληνικές θέσεις, επιδικάζοντας αποζημιώσεις άνω των 150 εκατομμυρίων ευρώ υπέρ του Δημοσίου. Τα υποβρύχια, παρά τις δυσκολίες, παραδόθηκαν τελικά χάρη στην αποφασιστικότητα των στελεχών του Πολεμικού Ναυτικού και των εργαζομένων των ναυπηγείων – πολλοί από τους οποίους παρέμειναν για χρόνια απλήρωτοι.
Τα εν λόγω υποβρύχια θεωρούνται σήμερα από τα πλέον προηγμένα συμβατικά υποβρύχια του ΝΑΤΟ, προσδίδοντας στην Ελλάδα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.