Γράφουν οι Γιάννης Μαντζίκος και Κωνσταντίνος Μαριόλης
Όσο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προσπαθεί με… πλάγιους, ανορθόδοξους και μη βιώσιμους τρόπους να συντηρήσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, για να αποδείξει ότι κάνει μεγάλη την Τουρκία, τόσο χάνουν τον ύπνο τους οι επικεφαλής ισπανικών, γερμανικών, ιταλικών, γαλλικών και άλλων επιχειρηματικών κολοσσών. Χιλιάδες ευρωπαϊκές εταιρείες, μεταξύ των οποίων ορισμένες από τις μεγαλύτερες τράπεζες και επιχειρήσεις, βρίσκονται «εγκλωβισμένες» σε μία οικονομία που αντιμετωπίζει νομισματική κρίση για πολλοστή φορά την τελευταία τριετία.
Οι επιχειρήσεις αυτές αρχικά πόνταραν στις μακροπρόθεσμες προοπτικές της Τουρκία με τον Ερντογάν στο τιμόνι όμως τα πράγματα αρχίζουν και παίρνουν δυσάρεστη τροπή. Τρανταχτό παράδειγμα η Volkswagen, η οποία… τα σηκώνει όλα και φεύγει από την Τουρκία. Αρχικά η Volkswagen ξεκίνησε να κατασκευάζει νέο εργοστάσιο στην πόλη Μανίσα. Η επένδυση άνω των 100 εκατ. ευρώ πάγωσε λόγω των εχθροπραξιών με τη Συρία και τον περασμένο Ιούλιο η γερμανική εταιρεία εγκατέλειψε πλήρως το project, επικαλούμενη τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας. Όπως, μάλιστα, ανέφερε η γερμανική εφημερίδα Die Welt την περασμένη Παρασκευή, 25 γερμανικοί γίγαντες, μεταξύ των οποίων οι BASF, Allianz, Daimler και METRO, δεν σχεδιάζουν καμία νέα επένδυση στην Τουρκία.
Μόνο από τη Γερμανία, πάνω από 5.500 εταιρείες έχουν, σύμφωνα με στοιχεία του γερμανο-τουρκικού επιμελητηρίου επενδύσει τα τελευταία χρόνια στην Τουρκία ποσά μεγαλύτερα των 15 δισ. δολαρίων σε εργοστάσια, γραφεία και καταστήματα, ενώ ξεπερνούν τις 1.000 οι εταιρείες από την Αυστρία που έχουν φέρει στην Τουρκία άμεσες επενδύσεις ύψους 10,6 δισ. δολαρίων την περίοδο 2002-2020. Η Γερμανία αποτελεί έναν από τους βασικότερους εμπορικούς εταίρους της Τουρκίας, ενώ η Αυστρία είναι 4ος μεγαλύτερος επενδυτής στη χώρα.
Σύμφωνα με την τουρκική κυβέρνηση, τα ευρωπαϊκά κεφάλαια που έπεσαν στην τουρκική οικονομία την περίοδο 2003-2020 αγγίζουν τα 210 δισ. δολάρια.
Μία από τις γερμανικές εταιρείες με σημαντική παρουσία στην Τουρκία είναι η Aunde, η οποία κατασκευάζει καθίσματα αυτοκινήτου και άλλα εξαρτήματα. Η Aunde εμφανίζει τζίρο 350 εκατ. ευρώ στη χώρα, χρήματα που επανεπενδύει στην τουρκική οικονομία. Μάλιστα, μέσω της εκκωφαντικής ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας την περίοδο 2010-2017, κατάφερε να αλλάξει προς το καλύτερο την τύχη της και πλέον διαθέτει ένα αιολικό πάρκο, δύο μεγάλα resort και τσιμεντοβιομηχανία.
Η ισπανική Banco Bilbao Vizcaya Argentaria (BBVA) είναι με διαφορά η πιο εξαρτημένη από την τουρκική οικονομία ευρωπαϊκή εταιρεία. Η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ισπανίας έχει χάσει πάνω από το 75% της επένδυσής της στην Garanti Bank ενώ έχει διαθέσει δάνεια άνω των 37 δισ. ευρώ στην Τουρκία, ποσό που αντιστοιχεί σε πάνω από το 10% των συνολικών δανείων του ομίλου. Μάλιστα, η «περιπέτεια» της BBVA στην Τουρκία έχει προκαλέσει από το 2018 την αυστηρή προειδοποίηση της ΕΚΤ.
Εν συντομία, η BBVA πόνταρε στο όραμα του Ερντογάν το 2011 και μέχρι σήμερα έχει δαπανήσει περί τα 7 δισ. ευρώ για να αποκτήσει το 50% της Garanti Bank. Σήμερα το ποσοστό της BBVA έχει πλέον χρηματιστηριακή αξία 1,7 δισ. ευρώ. Παρά την πτώση της μετοχής της Garanti άνω του 40% μέσα στο 2020, η τιμή της διαμορφώνεται κοντά στα επίπεδα του 2011 όταν και εισήλθε στο μετοχολόγιό της η BBVA. Η διαφορά είναι ότι από τότε μέχρι σήμερα το ευρώ έχει ενισχυθεί έναντι της λίρας κατά περίπου 300%.
Η συνολική έκθεση των ευρωπαϊκών τραπεζών εκτιμάται στα 120 δισ. δολάρια. Τις ισπανικές ακολουθούν οι γαλλικές τράπεζες με έκθεση 26 δισ. δολάρια (κυρίως η BNP Paribas), οι βρετανικές (HSBC) με 13,5 δισ. δολάρια, οι γερμανικές με 13 δισ. δολάρια και οι ιταλικές με σχεδόν 7 δισ. δολάρια.
Οι εξελίξεις στην Τουρκία είναι πιο ραγδαίες από κάθε άλλη νομισματική κρίση και πολλά θα κριθούν στις 15 Απριλίου όταν η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας θα ανακοινώσει την πρώτη απόφασή της για τα επιτόκια μετά την καρατόμηση του Νάτσι Άμπαλ. Αν ο νέος διοικητής, Σαχάπ Καβτζίογλου, προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων, τότε αναλυτές εκτιμούν ότι η τουρκική οικονομία εισέρχεται σε μία ιδιαίτερα σκοτεινή περίοδο με ορίζοντα τις εκλογές του 2023, κατά την οποία ο Ερντογάν θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να προκαλέσει εκρηκτική πιστωτική επέκταση, θέτοντας σε κίνδυνο τη γενικότερη σταθερότητα της οικονομίας.
Μέσα σε μία εβδομάδα η τουρκική λίρα έχασε το 12% της αξίας της ενώ την τελευταία πενταετία έχει υποτιμηθεί κατά 65%, προκαλώντας τσουνάμι ανησυχίας στην Ευρώπη. Σε αυτό το σημείο αξίζει να δούμε την πορεία της τουρκικής οικονομίας στα χρόνια του Ερντογάν. Το 2002, όταν κέρδισε τις πρώτες εκλογές, το ΑΕΠ της χώρας διαμορφωνόταν στα 238 δισ. δολάρια και το 2013 έφτασε στα 950 δισ. δολάρια για να υποχωρήσει στα 715 δισ. δολάρια το 2020. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ από τα 3.659 δολάρια το 2002, εκτινάχθηκε στα 12.519 δολάρια το 2013 και μειώθηκε στα 7.700 δολάρια το 2020. Από το 2010 έως το 2017 η τουρκική οικονομία έπιασε ρυθμούς ανάπτυξης από 3% έως 11%.
Ποιοι επενδύουν σήμερα στην Τουρκία;
Οι επενδύσεις μη Τούρκων πολιτών έφτασαν στα 5,7 δισ. δολάρια το 2020 και οι συνολικές άμεσες ξένες επενδύσεις τα 8 δισ. δολάρια. Όσο για την προέλευση των κεφαλαίων, η Ιταλία καταλαμβάνει την πρώτη θέση με 977 εκατ. δολάρια, ακολουθούν οι ΗΠΑ με 798 εκατ. δολάρια και η Μ. Βρετανία με 693 εκατ. δολάρια. Δυστυχώς για πολλούς επενδυτές τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα περίμεναν, καθώς σύμφωνα με τις τουρκικές αρχές η μερίδα του λέοντος (1,39 δισ. δολάρια) κατευθύνθηκε στις τράπεζες οι οποίες σήμερα δέχονται ισχυρό πλήγμα.
Και ενώ μειώνονται οι ευρωπαϊκές επενδύσεις την τελευταία 3ετία, αυξάνονται σημαντικά οι εισροές κεφαλαίων από τις χώρες του Κόλπου και την Ασία. Σύμφωνα με στοιχεία της τουρκικής Ένωσης Επιμελητηρίων, TOBB, περίπου 12.000 επιχειρήσεις ιδρύθηκαν το 2019 στην Τουρκία ως προϊόν συνεργασίας διεθνών και εγχώριων κεφαλαίων. Οι βασικές χώρες προέλευσης δεν ήταν από την Ευρώπη αλλά από το Ιράν, η Συρία και η Σαουδική Αραβία. Το συνολικό κεφάλαιο των εν λόγω εταιρειών δεν ξεπερνούσε τα 1 δισ. δολάρια.
Οι επενδύσεις από ευρωπαϊκές εταιρείες αποτελούσαν το 68% των ξένων επενδύσεων στην Τουρκία κατά την περίοδο 2012-2016, ενώ το 24% προερχόταν από την Ασία και το 7% από την Αμερική. Από τις 100 μεγαλύτερες ξένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία, 15 είναι γερμανικές, 12 αμερικανικές, 6 ολλανδικές και επίσης 6 βρετανικές. Όπως αναφέρει η τουρκική προεδρία, οι συνολικές Άμεσες Ξένες Επενδύσεις στην Τουρκία διαμορφώνονταν στα 12 δισ. δολάρια έως το 2002 που ανέλαβε ο Ερντογάν. Από τότε μέχρι σήμερα η χώρα έχει προσελκύσει κεφάλαια ύψους 225 δισ. δολαρίων.
Πηγή: Υπουργείο Βιομηχανίας και Τεχνολογίας της Τουρκίας – Τελευταία διαθέσιμα στοιχεία
Τραπεζικά deals
BBVA - Garanti
Όπως προαναφέρθηκε, ο ισπανικός κολοσσός έχει δαπανήσει από το 2011 περί τα 7 δισ. ευρώ για να αποκτήσει σχεδόν το 50% της Garanti Bank, όμως η κατάρρευση της λίρας έχει «γκρεμίσει» τη συνολική κεφαλαιοποίηση της τουρκικής τράπεζας, η οποία σήμερα διαμορφώνεται στα 3,55 δισ. ευρώ. Επομένως, το ποσοστό της BBVA έχει πλέον χρηματιστηριακή αξία της τάξης των 1,7 δισ. ευρώ, με την ισπανική τράπεζα να έχει χάσει το 76% της επένδυσής της.
UniCredit - Yapi Kredit
Τον Φεβρουάριο του 2020 η μεγαλύτερη τράπεζα της Ιταλίας διέθεσε μέσω placement ποσοστό 12% της Yapi Kredi, μειώνοντας το δικό της μερίδιο στο 20%, στο πλαίσιο της στρατηγικής εξυγίανσης του ισολογισμού της. Ήταν η δεύτερη φορά την τελευταία διετία που προχώρησε σε πώληση ποσοστού. Η UniCredit είχε έμμεσα στην κατοχή της ποσοστό 40% στην τουρκική τράπεζα, ενώ το 2018 μετά την κρίση υποχρεώθηκε να «γράψει» ζημιά της τάξης των 846 εκατ. ευρώ για το συγκεκριμένο asset. Η μιλανέζικη τράπεζα έχει εισέλθει στην τουρκική αγορά από το 2002, όταν συμφώνησε σε κοινοπραξία με τον τουρκικό όμιλο Koc Holding, υλοποιώντας την πρώτη ξένη επένδυση στον χρηματοπιστωτικό κλάδο της Τουρκίας. Σήμερα η κεφαλαιοποίηση της Yapi Kredi δεν ξεπερνά τα 2,3 δισ. ευρώ.
BNP - ΤΕΒ
Στις 10 Φεβρουαρίου του 2005 η TEB προέβη σε στρατηγική συνεργασία με την BNP Paribas, που είναι η μεγαλύτερη τράπεζα στην ευρωζώνη και στην πρώτη δεκάδα του κόσμου σε διαχείριση κεφαλαίων. Η ΤΕΒ είναι η 9η μεγαλύτερη τράπεζα στην Τουρκία και από τις παλαιότερες στη χώρα.
HSBC - ING
Οι μεγαλύτερες τράπεζες της Βρετανίας και της Ολλανδίας διαθέτουν 100% θυγατρικές στην Τουρκία, ενώ φέρεται να εξετάζουν την έξοδο από τη χώρα. Ωστόσο τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή μοιάζουν εγκλωβισμένες, αφού δύσκολα κάποιος επενδυτής θα βάλει το χέρι στην τσέπη μέσα στην κρίση.
Η ING εμφάνισε κέρδη 420 εκατ. ευρώ το 2020, με αποτέλεσμα η Τουρκία να είναι η 3η μεγαλύτερη αγορά εκτός Ευρωζώνης, μετά τις ΗΠΑ και την Αυστραλία. Τα assets της τράπεζας στην Τουρκία είναι γύρω στα 7,3 δισ. ευρώ. Η έκθεση της HSBC στην Τουρκία διαμορφώνοντα στα 10 δισ. ευρώ.